Σε ηλικία μόλις 43 ετών πέθανε από καρκίνο του του παχέως εντέρου ο Αμερικανός ηθοποιός, Τσάντγουϊκ Μπόουζμαν, γνωστός στο ευρύ κοινό από το ρόλο του ως «Μαύρου Πάνθηρα» σε ταινίες της Marvel.
O ηθοποιός, που δεν είχε μιλήσει δημοσίως για την ασθένεια που αντιμετώπιζε εδώ και τέσσερα χρόνια, πέθανε άφησε την τελευταία του πνοή χθες βράδυ στο σπίτι του στο Λος Άντζελες με την οικογένειά του στο πλευρό του, σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του.
«Ένας πραγματικός μαχητής. Ο Τσάντγουϊκ πέρασε πολλά και σας χάρισε πολλές από τις ταινίες που αγαπήσατε τόσο πολύ», σημείωσαν οι συγγενείς του στην ανακοίνωσή τους που πρόσθεσαν ότι ήταν άρρωστος όταν γύριζε αρκετές ταινίες, όπως το «Marshall» που κυκλοφόρησε το 2017, το «Da 5 Bloods» του 2020 και το «Ma Rainey's Black Bottom» που βγήκε στις αίθουσες επίσης φέτος.
Γεννημένος στη Νότια Καρολίνα, ο Μπόουζμαν αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Χάουαρντ και έπαιξε μικρούς ρόλους στην τηλεόραση πριν τον πρώτο του πρωταγωνιστικό το 2013, όταν υποδύθηκε τον θρύλο του μπέιζμπολ Τζάκι Ρόμπινσον το 2013 για να ακολουθήσει ο ρόλος του μεγάλου μουσικού Τζέιμς Μπράουν το 2014.
Ως βασιλιάς Τσάλα πρωταγωνίστησε στην ταινία «Μαύρος Πάνθηρας» του 2018, που σάρωσε με 1,3 δισ. δολάρια εισπράξεις τα ταμεία παγκοσμίως και έγινε η πρώτη ταινία με σουπερ ήρωες, η οποία κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ καλύτερης ταινίας.
Στην αρχή της καριέρας του στο Χόλιγουντ, ο Αμερικανός ηθοποιός είχε εκφράσει ξεκάθαρα την άποψη του για το ρατσισμό στη μεγάλη βιομηχανία το σινεμά λέγοντας ότι προφανές ότι ένας έγχρωμος ηθοποιός δεν έχει τις ίδιες ευκαιρίες με έναν λευκό.
Όταν ρωτήθηκε για τους δικούς του παιδικούς ήρωες, ο Μπόουζμαν μίλησε για πολιτικούς ηγέτες και μουσικούς, όπως οι Malcolm X, Martin Luther King Jr., Bob Marley, Public Enemy, και Prince.
Η είδηση του θανάτου του ηθοποιού προκάλεσε σοκ σε θαυμαστές και συναδέλφους του. Ο Μάρκ Ράφαλο, ο οποίος συμπρωταγωνίστησε με τον Μπόουζμαν στις ταινίες Marvel, είπε ότι τιμή η συνεργασία μαζί του. ««Τι άντρας, και τι τεράστιο ταλέντο. Αδερφέ, ήσουν ένας από τους σπουδαίους όλων των εποχών» έγραψε στο Twitter. «Θα μου λείψεις» έγραψε ο ηθοποιός Ντον Τσιντλ, για μεγάλη απώλεια έκανε λόγο ο σκηνοθέτης Τζόρνταν Πιλ.
Τέλος, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, Τζο Μπάιντεν, σε ανάρτησή του σημείωσε το εξής: «Η πραγματική δύναμη του Τσάντγουικ Μπόουζμαν ήταν μεγαλύτερη απ' ό,τι είδαμε στην οθόνη. Από τον "Μαύρο Πάνθηρα" έως τον "Τζάκι Ρόμπινσον" ενέπνευσε γενιές και τους έδειξε ότι μπορούν να είναι οτιδήποτε θέλουν - ακόμα και σούπερ ήρωες. Η Τζιλ και εγώ προσευχόμαστε για τους αγαπημένους του σε αυτή τη δύσκολη στιγμή».
Έφυγε από τη ζωή ο ηθοποιός, σκηνοθέτης και μεταφραστής Γιώργος Βούρος, σε ηλικία 64 ετών. Ο Γιώργος Βούρος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956, εγγονός των παλιών πρωταγωνιστών του Εθνικού Θεάτρου Νίκου και Μερόπης Ροζάν. Φοίτησε στο Κολέγιο Αθηνών (1965-1973) και στο Λύκειο Σχολής Μωραΐτη (Τάξη Τάσου Λιγνάδη).
Σπούδασε φιλοσοφία και αρχαία ελληνικά και αρχαία τραγωδία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (King's College), υποκριτική και σκηνοθεσία Θεάτρου στο Drama Centre του Λονδίνου.
Παρακολούθησε θεατρικά σεμινάρια στην Αθήνα με τον Δημήτρη Ροντήρη και σεμινάρια Ορθόδοξης Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1976 ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους στην Ελλάδα, στην Αγγλία και στην Αμερική. Μεταξύ άλλων, ερμήνευσε τους ρόλους του Ιάσονα, του Προμηθέα, του Μαλβόλιο, του Φάλσταφ. Ως σκηνοθέτης, μετά από τετραετείς σπουδές στο Λονδίνο, ξεκίνησε από το Εθνικό Θέατρο το 1979, εργαζόμενος σαν εισηγητής δραματολογίου και βοηθός σκηνοθέτης επί διευθύνσεως Αλέξη Μινωτή και Αλέξη Σολομού. Στο Εθνικό Θέατρο συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, με τον Δημήτρη Ροντήρη, τον Αλέξη Μινωτή, τον Αλέξη Σολομό, τον Σπύρο Ευαγγελάτο, τον Μίνωα Βολανάκη, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Κώστα Μπάκα και τον Γιώργο Μιχαηλίδη. Μαθήτευσε κοντά στον Μίνωα Βολανάκη για μια δεκαπενταετία, πρώτα ως βοηθός σκηνοθέτης και ηθοποιός και αργότερα ως σκηνοθέτης. Υπήρξε στενός του συνεργάτης του από το 1979 έως το 1991 και σκηνοθέτησε μαζί του παραστάσεις σε κρατικά και ιδιωτικά θέατρα.
Το 1987, μαζί με τον Μ. Βολανάκη δημιούργησε την πρώτη επαγγελματική απόδοση αρχαίας τραγωδίας στην αγγλική γλώσσα (υπό την αιγίδα του ΕΟΤ). Το 1984 είχε συμμετάσχει ως company manager και βοηθός σκηνοθέτης του Μ. Βολανάκη στο κλιμάκιο του Εθνικού Θεάτρου που αντιπροσώπευσε την Ελλάδα με τον Οιδίποδα Τύραννο στο Φεστιβάλ Τεχνών των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος 'Αντζελες. Το 1991 εγκαταστάθηκε στο Λος 'Αντζελες όπου συνεργάσθηκε με ηθοποιούς όπως η Γκλέντα Τζάκσον και η Έρθα Κιτ. Εκτός από κρατικά, δημοτικά και ιδιωτικά θέατρα είχε δουλέψει ως σκηνοθέτης στο ραδιόφωνο και στην κρατική τηλεόραση. Ασχολήθηκε με την μετάφραση θεατρικών έργων από τα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ρώσικα. Μεταξύ των έργων που έχει μεταφράσει είναι: Το"Dinner Party" του Νιλ Σάιμον, το "Art" της Γιασμίνα Ρεζά, το "Hilda" της Marie N'Diaye, το "The Play's the Thing" του Φέρεντς Μόλναρ, το 'Έξυπνο Πουλί" του Οστρόφσκι, το "Shop around the Corner" του Μίκλος Λάζλο. Επίσης μετέφρασε (2007) το έργο της Γιασμίνα Ρεζά "Une Piece Espagnole", μετά από απευθείας ανάθεση της συγγραφέως, καθώς και έργο της "Le Dieu du Carnage". Επίσης το έργο της Theresa Rebeck "The Scene".
Το 2003-2004 παρακολούθησε ένα μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου με θέμα την Διδασκαλία Θεάτρου σε ενήλικες. Ως καθηγητής Υποκριτικής, δίδαξε Υποκριτική Αρχαίου Δράματος στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, όπου οργάνωσε πολλά masterclasses πάνω στην αρχαία τραγωδία. Το 2006 επέστρεψε στην Αθήνα και δίδαξε υποκριτική στην Σχολή Βεάκη. Την ίδια χρονιά σκηνοθέτησε το "Art" της Γιασμίνα Ρεζά που παίχθηκε στο θέατρο "Ακάδημος" με τον Σοφοκλή Πέππα, ο οποίος βραβεύτηκε με το Βραβείο Βεάκη για τον ρόλο του Μαρκ, και στο θέατρο Σοφούλη στη Θεσσαλονίκη την θεατρική περίοδο 2007-2008, όπου, εκτός από την σκηνοθεσία, ερμήνευσε και τον έναν από τους τρεις πρωταγωνιστικούς ρόλους (Μαρκ). Το 2010 σκηνοθετεί το "Lovely Sunday for Creve Coeur" του Τεννεσι Γουίλλιαμς και ξανασκηνοθετεί το "Art", παίζοντας αυτή τη φορά τον Σερζ στο θέατρο 'Βαφείο-Λάκης Καραλής' στην Αθήνα. Το 2011 σκηνοθετεί τον "Πατέρα" του Στρίντμπεργκ και ερμηνεύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ίλαρχου στο θέατρο 'Βαφείο-Λάκης Καραλής'. Το 2012 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΣΤΙΑ η μετάφρασή του στον "Θεό της Σφαγής" της Γιασμίνα Ρεζά από τα γαλλικά. Το 2014 σκηνοθετεί και ερμηνεύει τον ρόλο του "Βασιλιά Ληρ" στο ομώνυμο έργο του Σαίξπηρ στο θέατρο 'Βαφείο-Λάκης Καραλής', μεταφραζόμενο από τον ίδιο επίσης από την πρώτη έκδοση του 1608 (Quarto) και η οποία παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, καθώς ως τώρα το έργο έχει μεταφρασθεί και παρουσιασθεί μόνο στην έκδοση Folio που κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1623.
Το 2016 μεταφράζει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην πολιτική κωμωδία του Ντάριο Φο "Κλάξον, Γιούχα και Παληάτσοι". To 2017-2018 επαναλαμβάνει την παράσταση "Πατέρας" του Στρίντμπεργκ στην Αθήνα, Λάρισα, Βόλο και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Το 2018 ανεβάζει τον "Ευτυχισμένο Πρίγκιπα" του Όσκαρ Ουάϊλντ στη Λάρισα. Το 2018 σκηνοθετεί και ερμηνεύει τον Ρόλο του Φώντα στο "Τάβλι" του Δημήτρη Κεχαϊδη, και σκηνοθετεί και ερμηνεύει τον ρόλο του στρατηγού Δεκαβάλλα στο "Ένας Ήρως με παντούφλες" των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου.
Διετέλεσε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων.
Πέθανε, σε ηλικία 79 ετών, ο τραγουδιστής Γιάννης Πουλόπουλος, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ερμηνευτές που η φωνή του έχει ταυτιστεί με ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ελληνικής δισκογραφίας. Αφησε πίσω του πλούσιο μουσικό έργο, με κορυφαία την ερμηνεία του στο άλμπουμ "Ο δρόμος" των Μίμη Πλέσσα-Λευτέρη Παπαδόπουλου, το πιο επιτυχημένο σε πωλήσεις άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας, με εκατομμύρια αντίτυπα, ρεκόρ που μέχρι σήμερα κανείς άλλος ελληνικός δίσκος δεν έχει πλησιάσει
Ο Γιάννης Πουλόπουλος έφυγε από τη ζωή χθες το βράδυ, έπειτα από σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα. Γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου του 1941 στην Καρδαμύλη Μεσσηνίας. Οι γονείς του κατοικούσαν στην Αθήνα στην περιοχή του Μεταξουργείου και ύστερα μετακόμισαν στο Περιστέρι και συγκεκριμένα στην περιοχή της Αγίας Τριάδας. Σε ηλικία 5 ετών μένει ορφανός από μητέρα και μεγαλώνει με τον πατέρα του Γιώργο και τον μικρό αδερφό του Βασίλη.
Ο Γιάννης Πουλόπουλος από μικρός είχε κλίση στο τραγούδι. Παρακινημένος από τους φίλους του, που τον άκουγαν να τραγουδάει, αλλά και έχοντας ο ίδιος μεγάλη πίστη στις φωνητικές του ικανότητες, πήγαινε στην εταιρεία Columbia το 1962 κάνοντας προσπάθειες για να πει κάποια τραγούδια που γίνονταν τότε ακροάσεις, ζητώντας να τον ακούσουν, αλλά κανείς δεν του έκλεισε κάποιο ραντεβού. Ο Γιάννης Πουλόπουλος συνέχιζε να ζητάει ακρόαση σχεδόν καθημερινά, παρ' όλα τα μεροκάματα που έχανε αφού δούλευε τότε σαν ελαιοχρωματιστής και οικοδόμος, ενώ παράλληλα έπαιζε ποδόσφαιρο στον Άγιο Ιερόθεο και στον Ατρόμητο.
Εκείνη την περίοδο η Columbia, έχοντας στο δυναμικό της μεγάλο αριθμό άγνωστων και ανερχόμενων τραγουδιστών, αποφασίζει να κάνει εκκαθάριση και να κάνει νέες ακροάσεις, από τις οποίες θα κρατούσε 50 άτομα. Την επιτροπή ακροάσεων αποτελούσαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Βασίλης Τσιτσάνης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Τότε ο Γιάννης Πουλόπουλος διάλεξε να πει δύο δύσκολα τραγούδια: το «Μάνα μου και Παναγιά» και το «Παράπονο». Μόλις τελείωσε, τον πλησίασε ο Μίκης Θεοδωράκης λέγοντας:«Αυτόν εγώ θα τον κάνω τραγουδιστή», και τελικά ήταν ο μόνος που πέρασε από αυτή την ακρόαση.
Ο Μίκης Θεοδωράκης του δίνει να πει τρία τραγούδια στο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη Η γειτονιά των αγγέλων, που εκείνη τη χρονιά (1963) ανεβαίνει στο θέατρο Ρεξ από τον θίασο Τζένης Καρέζη-Νίκου Κούρκουλου. Τα τραγούδια αυτά ήταν τα "Στρώσε το στρώμα σου για δυο", "Δόξα τω Θεώ" και "Το ψωμί είναι στο τραπέζι". Αυτά είναι και τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφεί σε δίσκο ο Πουλόπουλος, τα οποία αργότερα θα δισκογραφήσει στην ίδια εταιρεία και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Εκείνη την περίοδο ηχογραφεί το ένα και μοναδικό τραγούδι με τον Σταύρο Ξαρχάκο, το "Πρωινό τραγούδι", σε στίχους Νίκου Γκάτσου, το οποίο επίσης δεν κυκλοφορεί και μένει ως δείγμα και το 1963 συμπεριλαμβάνεται στο διπλό LP Χρυσές επιτυχίες του Σταύρου Ξαρχάκου. Ο χειμώνας του 1963 τον βρίσκει να τραγουδά στο κέντρο Ξημερώματα, στα Άνω Πατήσια, μαζί με την Καίτη Γκρέυ, τον Γιάννη Αγγέλου στο μπουζούκι και τον Γιάννη Μπουρνέλη ως κονφερασιέ. Στην συνέχεια, απομακρύνεται από την Columbia, εξαιτίας του Γρήγορη Μπιθικώτση, ο οποίος έθεσε βέτο στην εταιρεία και στους αδελφούς Λαμπρόπουλους, ότι αυτόν δεν τον ήθελε εκεί. Το 1964 κατατάσσεται φαντάρος και απολύεται το 1966.
Η συνέχεια βρίσκει τον Γιάννη Πουλόπουλο να τραγουδάει σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα (Το στέκι του Γιάννη, Ταβάνια, κ.ά.) Στη Λύρα ηχογραφεί ξανά τα τρία τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και άλλα δώδεκα του ίδιου συνθέτη, όπως τα "Βράχο βράχο τον καημό μου", "Βρέχει στη φτωχογειτονιά", "Καημός" κ.ά.
Το 1965 τραγουδάει τέσσερα τραγούδια του τότε πρωτοεμφανιζόμενου Μάνου Λοΐζου, ενώ το 1966 θα τραγουδήσει σε πρώτη εκτέλεση το "Ακορντεόν", στην ταινία μικρού μήκους Αθήνα, πόλη χαμόγελο, σε σκηνοθεσία του Λάμπρου Λιαρόπουλου για το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Σχεδόν παράλληλα κάνει μεγάλη επιτυχία με το "Μη μου θυμώνεις μάτια μου", του επίσης τότε πρωτοεμφανιζόμενου Σταύρου Κουγιουμτζή. Το 1966 τραγουδά σε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια, μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Μαρία Φαραντούρη και τον πρωτοεμφανιζόμενο Δημήτρη Μητροπάνο. Την ίδια χρονιά μπαίνει για τα καλά στη δισκογραφία. Τα 45άρια δισκάκια του κυκλοφορούν σωρηδόν και εμφανίζεται για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές ταινίες: Οι στιγματισμένοι (1966), με τον Γιώργο Φούντα και τη Μάρω Κοντού, όπου τραγουδάει μαζί με την Ελένη Κλάδη το "Πολύ αργά" και το "Σ' αγαπώ"· Ο τετραπέρατος (1966), με τον Κώστα Χατζηχρήστο, όπου ερμηνεύει το τραγούδι του Γιώργου Κατσαρού "Στον Πειραιά, στον Πειραιά"· Εκείνος κι εκείνη (1966), με τη Τζένη Καρέζη και τον Φαίδωνα Γεωργίτση, όπου τραγουδάει τη σύνθεση του Γιάννη Μαρκόπουλου "Ξεγυμνώστε τα σπαθιά".
Η εποχή του Νέου Κύματος
Είναι όμως η εποχή του Νέου Κύματος, το οποίο ο Γιάννης Πουλόπουλος ακολουθεί. Γράφει και συνθέτει δικά του τραγούδια, όπως το "Θά 'θελα νά 'χα", που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Στη συνέχεια συνεργάζεται με τον Γιάννη Σπανό (συμμετέχει στην Ανθολογία και στην Ανθολογία Β', ερμηνεύοντας αριστουργηματικά το "Παιδί μου ώρα σου καλή" σε ποίηση Γεώργιου Βιζυηνού), με τον Δήμο Μούτση ("Το κορίτσι μου στ' άστρα"), με τον Κυριάκο Σφέτσα και με τον Νίκο Μαμαγκάκη ("Άνθη" και "Πέτρινα λουλούδια", σε στίχους Βασίλη Βασιλικού).
Η συνεργασία με τον Μίμη Πλέσσα
Το 1966 έρχεται σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα, μια συνεργασία που άφησε εποχή στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού. Αφορμή η ταινία μιούζικαλ Οι θαλασσιές οι χάντρες (1966). Ακολούθησαν οι ταινίες: Κάτι κουρασμένα παλικάρια (1967), Μια κυρία στα μπουζούκια (1968), Ο ψεύτης (1968), Γοργόνες και μάγκες (1968), Ο μικρός δραπέτης (1968), Η Παριζιάνα (1969), Η ωραία του κουρέα (1969), Η θεία μου η χίπισσα (1970) κ.ά.
Το 1967 εμφανίστηκε στο Χρυσό Βαρέλι, στις Τζιτζιφιές, πλάι στη Μαρινέλλα, τον Τόλη Βοσκόπουλο, τη Δούκισσα, τον Στράτο Διονυσίου και τη Μπέμπα Μπλανς. Κατόπιν, αποφάσισε με την Μαρινέλλα να εμφανιστούν στη Νεράιδα, για τις επόμενες δύο σεζόν (1968-1969) με εκπληκτική επιτυχία. Το 1968 διοργανώνεται στην Αθήνα η 1η Ολυμπιάς Τραγουδιού, όπου ερμηνεύει το τραγούδι "Μα τώρα, αγάπη μου", του Μίμη Πλέσσα.
«Ο δρόμος»
Το 1969 είναι μια σημαδιακή χρονιά. Ο δρόμος, άλμπουμ των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου, όπου ο Γιάννης Πουλόπουλος ερμηνεύει δέκα από τα δώδεκα τραγούδια, θα γίνει αμέσως ο πρώτος ελληνικός χρυσός δίσκος--παρά την απαγόρευση μετάδοσής του από το τότε μονοπώλιο του ΕΙΡ/ΕΙΡΤ--και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα γίνει το πιο επιτυχημένο σε πωλήσεις άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας, φτάνοντας τα 3.000.000 αντίτυπα, ρεκόρ που μέχρι σήμερα κανείς άλλος ελληνικός δίσκος δεν έχει πλησιάσει. Την ίδια χρονιά, συμμετέχει στον δίσκο Οι ώρες, των Λίνου Κόκοτου και Άκου Δασκαλόπουλου.
Μετά την ανεπανάληπτη επιτυχία του Δρόμου, ο Πουλόπουλος, μέσα από τα τραγούδια και τις κινηματογραφικές του εμφανίσεις, γίνεται το μεγαλύτερο όνομα του ελληνικού τραγουδιού, ο "χρυσός ερμηνευτής", χαρακτηρισμό που αποδεικνύει και μια δημοσκόπηση του 1970 σε περιοδικό της εποχής, σχετική με τη δημοσιότητα και απήχηση των τραγουδιστών, στην οποία κατατάχθηκε πρώτος ανάμεσα σε πολλά άλλα μεγάλα ονόματα.
Ενώ άλλες δισκογραφικές εταιρείες προσπαθούν να τον προσελκύσουν, ο Αλέκος Πατσιφάς βρίσκει τρόπο να τον κρατήσει στη Λύρα. Ξέροντας την επιθυμία του τραγουδιστή να βρίσκεται συνέχεια στο στούντιο, τον βάζει να ηχογραφεί διαρκώς τραγούδια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 1969-71 ο Γιάννης Πουλόπουλος τραγουδά σε δέκα μεγάλους δίσκους 33 στροφών και σε αρκετούς μικρούς 45 στροφών. Όταν, σε συνέντευξή του το 1987, ρωτήθηκε αν έχει κάνει λάθη στην καριέρα του, θα αναφέρει την έκδοση των δέκα δίσκων που κυκλοφόρησαν μέσα σε δύο χρόνια, υπογραμμίζοντας όμως ότι περιέχουν μερικά από τα "κλασσικά" (όπως τα χαρακτήρισε) τραγούδια του.
Στους δέκα αυτούς δίσκους υπάρχουν εξαίσια δείγματα της φωνής του και υπέροχες ερμηνείες τραγουδιών βασισμένων σε στίχους ποιημάτων του Λόρκα και του Νερούδα (Εμιλιάνο Ζαπάτα), του Γιάννη Γλέζου, στην Ερωφίλη του Νίκου Μαμαγκάκη, στη "Γύφτισσα μέρα" του Γιώργου Κοντογιώργου και στη "Μαρία" του Νίκου Σκέμπρη (Λαβράνου) και την επόμενη χρονιά κυκλοφορεί δίσκο με τον επιστήθιο φίλο του τον Γιώργο Ζαμπέτα, το "Μουσικόραμα".
Κατά την περίοδο 1971-73, συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Όμηρο Ευστρατιάδη, ντύνοντας κάποιες ταινίες του με μουσική και στίχο. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί ότι αυτή την περίοδο δίνει 1 τραγούδι στην Ελένη Ανουσάκη με τίτλο «Μη μου ζητάς» για τις ανάγκες της ταινίας «Αδιέξοδο» (1971), καθώς και 1 τραγούδι στην Ελένη Ροδά και 2 στην Καίτη Χωματά. Στις αρχές της δεκαετίας του '70, καλεσμένος στην εκπομπή του Νίκου Μαστοράκη, τραγουδά το «It was a very good year» του Frank Sinatra, ηχογράφηση η οποία δεν κυκλοφόρησε. Λίγο πριν την έκδοση αυτού του δίσκου, μόλις πρόλαβε την σύλληψη από τα όργανα της χούντας, μιας και το τραγούδι των Γιώργου Κατσαρού - Πυθαγόρα "Πάμε για ύπνο Κατερίνα", θεωρήθηκε αντιστασιακό. Κατέφυγε τότε σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Βέβαια προϋπήρχε και ο δίσκος "Μίλα μου για τη λευτεριά" των Μίμη Πλέσσα - Λευτέρη Παπαδόπουλου, που όλα τα τραγούδια - εκτός από ένα - είχαν απαγορευτεί από το καθεστώς της επταετίας.
Το 1973 τραγουδάει σε στίχους Κώστα Βίρβου και μουσική Μίμη Πλέσσα στο "Θάλασσα πικροθάλασσα" και το 1975 ερμηνεύει τα "12 ρεμπέτικα", ένα είδος τραγουδιού που αποδεικνύει πια πως ο Γιάννης Πουλόπουλος είναι ένας τραγουδιστής μοναδικός, που άνετα μπορεί να κινηθεί σε όλα τα είδη του Ελληνικού τραγουδιού. Αυτός ήταν και ο τελευταίος δίσκος του στη Λύρα.
Μετά την αποχώρησή του από τη Λύρα, ηχογραφεί κάποιους δίσκους στη Μίνως- οι οποίοι γίνονται αμέσως χρυσοί- με ελαφρολαϊκά και με διασκευασμένες ξένες επιτυχίες, όπως το "Αγάπα με".
Όλα αυτά τα χρόνια η Λύρα δεν έπαψε να επανεκδίδει τραγούδια που είχε πει, κυρίως τραγούδια που είχαν κυκλοφορήσει σε δίσκους 45 στροφών. Στο διάστημα 1977-89 συνεργάζεται και πάλι με τον Μίμη Πλέσσα, τον Γιάννη Σπανό, τον Γιώργο Κριμιζάκη, ενώ το 1982 σε ένα δίσκο που έγινε χρυσός, τραγούδησε με το δικό του ξεχωριστό τρόπο τραγούδια του "Νέου Κύματος" σε δεύτερη εκτέλεση (πιάνο -επιμέλεια ορχήστρας ο Γιάννης Σπανός).
Στην εταιρία Μίνως μένει ως το 1989, έχοντας 11 χρυσούς δίσκους στο ενεργητικό του εκεί. Την εποχή εκείνη, ο χρυσός αντιστοιχούσε σε 60.000 πωλήσεις και ο πλατινένιος σε 100.000. Μάλιστα, οι τρεις τελευταίοι δίσκοι έγιναν πλατινένιοι μετά την αποχώρησή του από τη Μίνως. Το 1983 κυκλοφορεί τη δεύτερη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Ταξίδι Στο Κέντρο Της Γης», ενώ δεν σταματά να ασχολείται και με τη ζωγραφική, που όπως είχε δηλώσει, ήταν κάτι που τον ξεκούραζε. Την ίδια χρονιά γνωρίζεται με τη μέλλουσα γυναίκα του Μπέττυ και το 1985 γίνεται ο γάμος τους. Στις 15 Μαΐου 1991 γεννιέται η κόρη του, Αλεξάνδρα.
Η τελευταία του δουλειά και η αποχώρηση από το τραγούδι
Το 1997 ο Πουλόπουλος αρχίζει μια καινούργια συνεργασία με τη Λύρα, μετά από 22 χρόνια, με το δίσκο "Του τραγουδιού το βλέμμα", σε μουσική Αντώνη Στεφανίδη. Δίσκος που γνωρίζει αμέσως μεγάλη επιτυχία. Στο δίσκο αυτό για τους φανατικούς - και είναι πολλοί - ακροατές του, υπάρχει και μια μεγάλη έκπληξη. Ο Γιάννης Πουλόπουλος "ξέθαψε" δύο δικά του τραγούδια από τα τέσσερα συνολικά που είπε σε κινηματογραφικές ταινίες γύρω στα 1972 - 1973 και ήταν άγνωστα, αλλά και δεν είχαν μέχρι σήμερα κυκλοφορήσει.
Τα τραγούδια αυτά το "Πάλι μεθυσμένος" και το "Αφού μου έφυγες εσύ", ξανατραγουδάει στον καινούργιο του δίσκο. Το 1998, κυκλοφορεί σε cd η ζωντανή του εμφάνιση στην Πύλη Αξιού -πρόκειται για την μόνη του δισκογραφική δουλειά με περιεχόμενο από εμφάνισή του-, εμφάνιση η οποία γνώρισε μεγάλη επιτυχία και αποτελεί και την τελευταία του. Το 1999 κυκλοφορεί ο δίσκος με τίτλο «Στα Όνειρά Μου Περπατώ», με τον οποίο αποφασίζει να απομακρυνθεί από τα μουσικά δρώμενα. Σε ορισμένες συνεντεύξεις της εποχής δηλώνει πως η νύχτα, έτσι όπως έχει ευτελιστεί, δεν είναι πια γι' αυτόν και δηλώνει την απομάκρυνση του από τις βραδινές εμφανίσεις και, εν γένει, τα μουσικά δρώμενα. Το 2005 κυκλοφορεί σε περιορισμένες εκδόσεις ένας δίσκος 10 ιντσών, με τίτλο «ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ» με 10 τραγούδια, ενώ στο διάστημα αυτό οι επανεκδόσεις τραγουδιών, και από τη Lyra και από τη Minos, διαδέχονται η μία την άλλη.
Και ποιητής
Ο Γιάννης Πουλόπουλος κυκλοφόρησε δύο ποιητικές συλλογές, με τίτλο Τετράδιο (1971) και Ταξίδι στο κέντρο της νύχτας (1983), στις οποίες βλέπουμε και μια άλλη πτυχή του καλλιτέχνη, η οποία φωτίζει δικά του άγνωστα τοπία και κάποιες ουσιαστικές πλευρές του σκεπτόμενου Γιάννη. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και τη χαλκογραφία, έχοντας αποκτήσει μερικές γνώσεις από τον φίλο του, τραγουδιστή και ζωγράφο, Σταύρο Πασπαράκη. Έτσι, γεμάτος ταμπεραμέντο και οξυδέρκεια, κατοχυρώνει τις εμπειρίες του σε μια πλατιά εκφραστική καλλιτεχνική γκάμα.
Έφυγε από τη ζωή σε σε ηλικία 92 ετών ο Γεώργιος Παπανδρέου, ετεροθαλής αδελφός του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Γεώργιος Γ. Παπανδρέου αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ το τελευταίο διάστημα ζούσε σε γηροκομείο.
Ήταν γιος του "Γέρου της Δημοκρατίας" από τον γάμο του με την ηθοποιό Κυβέλη Αδριανού.
Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και ζούσε σε οίκο ευγηρίας μόνος του, απομονωμένος και αποκομμένος από την οικογένεια Παπανδρέου, ενώ ήταν χαρακτηριστική η επιστολή του που είχε δημοσιευτεί πριν από μερικά χρόνια σε εφημερίδα και στην οποία διαμαρτυρόταν για τη στάση του ανιψιού του Γιώργου, αλλά και για την παρουσία του εκεί χωρίς τη θέλησή του.
Την τελευταία του πνοή άφησε τα ξημερώματα στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη ο σπουδαίος Έλληνας ρεμπέτης Αγάθωνας Ιακωβίδης. Σύμφωνα με πληροφορίες του thestival, ο μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής και συνθέτης δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας.
Ο Αγάθωνας γεννήθηκε στον Ευαγγελισμό Λαγκαδά Θεσσαλονίκης το 1955. Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες από τη Μικρασία, γι' αυτό τα πρώτα τραγούδια που άκουγε ήταν μικρασιατικές μελωδίες. Άρχισε να ασχολείται με τη μουσική το 1971 και σταδιακά έμαθε μόνος του να παίζει σχεδόν όλα τα έγχορδα όργανα των ρεμπέτικων τραγουδιών, δηλαδή: κιθάρα, μπαγλαμά, ούτι, μπουζούκι, τζουρά, μάντολα, μαντολίνο. Το 1973 έκανε την πρώτη επαγγελματική του εμφάνιση σε μπουάτ της Θεσσαλονίκης. Αμέσως συνειδητοποίησε πως η μουσική που τον εκφράζει και του ταιριάζει είναι η ρεμπέτικη και αφιερώνεται σε αυτήν αποκλειστικά. Κατείχε πολλούς σπάνιους δίσκους γραμμοφώνου με ρεμπέτικα τραγούδια, και αξιοποιεί τη συλλογή του σε ραδιοφωνικές μουσικές εκπομπές.
Το 1977 δημιούργησε το "Ρεμπέτικο Συγκρότημα Θεσσαλονίκης", με το οποίο έπαιζε σε μαγαζιά, κάνει συναυλίες και ηχογραφεί δύο δίσκους. Το 1981 αποφασίζει να μεταβεί στην Αθήνα. Συνεργάστηκε με γνωστούς τεχνίτες της λαϊκής μουσικής. Κώστας Παπαδόπουλος, Γιώργος Κόρος, Βασίλης Σούκας, Λάζαρος Κουταλίδης, Νίκος Φιλιππίδης και Νίκος Χατζόπουλος είναι κάποιοι από αυτούς. Έκανε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, σε Ευρώπη και Η.Π.Α. Από το 1987 ζει και εργαζόταν στη Θεσσαλονίκη.
Ερμήνευσε πολλά δημοφιλή ρεμπέτικα αλλά και παλιά, άγνωστα τραγούδια που έχει ανασύρει από το πλούσιο αρχειακό υλικό που κατέχει.
Το 2013 αποδέχθηκε την πρόσκληση του συγκροτήματος Κόζα Μόστρα να συμμετάσχει μαζί τους στο Φεστιβάλ της Γιουροβίζιον στο Μάλμε της Σουηδίας, με το τραγούδι "Alcohol Is Free", με το οποίο προκρίθηκαν στον τελικό της διοργάνωσης όπου κατέλαβαν την 6η θέση.
Απεβίωσε σήμερα το πρωί η Βέρα Νικολαΐδου, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για δεκαοχτώ χρόνια και βουλευτής σε τρεις κοινοβουλευτικές περιόδους.
Η ΚΕ του ΚΚΕ αποχαιρετά με μεγάλη θλίψη «τη συντρόφισσα Βέρα Νικολαΐδου, η οποία υπήρξε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για 18 χρόνια και η οποία έφυγε σήμερα από τη ζωή, μετά από σκληρή και παλικαρίσια μάχη».
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ, «η συντρόφισσα Βέρα γεννήθηκε το 1945, στην Κοκκινιά, κόρη εργατικής οικογένειας, με προσφυγική καταγωγή από τον Πόντο. Μαθήτρια του γυμνασίου εντάχθηκε στην Νεολαία Λαμπράκη. Σπούδασε στην Οικονομική Σχολή της Βουδαπέστης, όπου διετέλεσε Γραμματέας των Ελλήνων Φοιτητών, ενώ για την αντιδικτατορική της δράση τής είχε αφαιρεθεί το διαβατήριό της από την πρεσβεία. Ως φοιτήτρια δούλεψε ακόμα στο ελληνικό τμήμα του Ουγγρικού ραδιοσταθμού, γνωστού -ιδιαίτερα κατά την 7ετία της χούντας- ως «Ράδιο Βουδαπέστη».
Η σ. Βέρα Νικολαΐδου, στις 21 Απρίλη 1968, στη διαδήλωση στην ελληνική πρεσβεία στη Βουδαπέστη, ενάντια στην 1η επέτειο της απριλιανής χούντας, έλαβε την απόφαση να οργανωθεί στο ΚΚΕ, το οποίο το υπηρέτησε μέχρι την τελευταία στιγμή, αναλαμβάνοντας σε όλη αυτήν την πορεία πολλές και υπεύθυνες κομματικές δουλειές, σε οργανωτικές χρεώσεις, στο αντιιμπεριαλιστικό φιλειρηνικό κίνημα, την Τοπική Διοίκηση, την κοινοβουλευτική δουλειά, το γυναικείο κίνημα.
Με την κατάρρευση της δικτατορίας, το 1974, επιστρέφει στην Ελλάδα, εντάσσεται αμέσως στην Κομματική Οργάνωση Πειραιά και συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια ανασυγκρότησης των Οργανώσεων του ΚΚΕ, διατελώντας μέλος του Γραφείου Πόλης της ΚΟΠ, Γραμματέας της Αχτιδικής Επιτροπής του Κέντρου του Πειραιά, μέλος του Αχτιδικού Γραφείου της Κοκκινιάς. Υπήρξε επίσης μέλος της Επιτροπής Γυναικών της ΚΕ και ιδρυτικό μέλος του Παμπειραϊκού Συλλόγου Γυναικών.
Η σ. Βέρα Νικολαΐδου έδωσε τη μάχη για τη διατήρηση και την επικράτηση των επαναστατικών αρχών του ΚΚΕ το διάστημα της διαπάλης με την οπορτουνιστική ομάδα που επιχειρούσε τη μετάλλαξη και τη διάλυσή του. Εκλέχτηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος στο 13ο Συνέδριό του, το 1991, και επανεκλεγόταν σε αυτή έως και το 17ο Συνέδριο, το 2005.
Εξελέγη βουλευτής στις εκλογές του 2004, του 2007 και του 2009 και διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Βουλής. Υπήρξε ακόμα πολλές φορές υποψήφια του Κόμματος για τη Βουλή, την Ευρωβουλή και στους συνδυασμούς του στην Τοπική Διοίκηση στην Κοκκινιά.
Από το 1978 εκλεγόταν στον δήμο της Κοκκινιάς, διατελώντας Δήμαρχος για μια 4ετία και Αντιδήμαρχος για άλλες τρεις. Επίσης, ανέπτυξε πρωτοπόρα δράση στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, για 20 χρόνια μέσα από την ΕΕΔΥΕ, διατελώντας Αντιπρόεδρος και Γενική Γραμματέας της.
Η συντρόφισσα Βέρα Νικολαΐδου υπηρέτησε με σεμνότητα, εργατικότητα, πίστη και αφοσίωση τις αρχές και τα ιδανικά του Κόμματος, τίμησε τον τίτλο του μέλους και του στελέχους του».
Συλληπητήρια και από την Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη
Ακόμη, η Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη (ΕΕΔΥΕ) με βαθύ πόνο και θλίψη «αποχαιρετά τη συντρόφισσα και συναγωνίστρια Βέρα Νικολαϊδου, που «έφυγε» σε ηλικία 75 ετών από κοντά μας».
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΕΔΥΕ «η Βέρα άφησε το αποτύπωμά της και μέσα από τη δράση της στο αντιπολεμικό – αντιιμπεριαλιστικό κίνημα της χώρας μας, από τις γραμμές της ΕΕΔΥΕ. Ήδη από τη μεταπολίτευση συμμετείχε ενεργά στην Επιτροπή Ειρήνης Κοκκινιάς, συμβάλλοντας στην ανασυγκρότηση της ΕΕΔΥΕ, μετά τη διάλυσή της κατά την περίοδο της Χούντας. Από το 14ο Συνέδριο της ΕΕΔΥΕ, το 2000, εκλέχτηκε αντιπρόεδρος και στη συνέχεια Γενική Γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου.
Ξεχωρίζει η συμβολή της στις μεγάλες κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, όπου ήταν επικεφαλής της πολυπληθούς αντιπροσωπείας φορέων του λαϊκού κινήματος, που επισκέφτηκε το Κόσσοβο κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών εκφράζοντας τη διεθνιστική αλληλεγγύη και τη συμπαράσταση του ελληνικού λαού. Ακόμη, καθοριστική ήταν η δράση της για την καθιέρωση των τριμερών συναντήσεων μεταξύ των κινημάτων ειρήνης της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Κύπρου».
«Παρά τη βεβαρημένη υγεία της ήταν ουσιαστικό στήριγμα στην ανάπτυξη της δράσης της ΕΕΔΥΕ, στην οργάνωση της Μαραθώνιας Πορείας, των εκδηλώσεων για τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι κάθε Αύγουστο.
Ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε τα τελευταία χρόνια το σοβαρό πρόβλημα υγείας που είχε, διδάσκει, παραδειγματίζει, φέρνοντας στο νου το στίχο του μεγάλου Τούρκου κομμουνιστή ποιητή Ναζίμ Χικμέτ, που έγραφε «Να μη λυγάς! Αυτό είναι!»» προσθέτει η ανακοίνωση.
«Θα είναι πάντα παρούσα με την παρακαταθήκη που άφησε μέσω της δράσης της στον αγώνα για ένα καλύτερο αύριο, χωρίς εκμετάλλευση, φτώχεια, πολέμους, προσφυγιά, στον αγώνα μέχρι την τελική νίκη των λαών. Εκφράζουμε τα πιο θερμά μας συλλυπητήρια στους οικείους της» καταλήγει η ανακοίνωση της ΕΕΔΥΕ.
Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ εκφράζει τα πιο θερμά της συλλυπητήρια στους οικείους της Βέρας Νικολαΐδου.
Η κηδεία της θα γίνει την Παρασκευή 31 Ιουλίου και ώρα 4 μ.μ., από το 3ο νεκροταφείο, στη Νίκαια.
Η αμερικανίδα ηθοποιός Κέλι Πρέστον, η οποία είχε εμφανιστεί στις ταινίες "Τζέρι Μαγκουάϊρ" και "Οι Δίδυμοι", πέθανε σε ηλικία 57 ετών έπειτα από την μάχη της με τον καρκίνο του μαστού την τελευταία διετία, ανακοίνωσε αργά χθες το βράδυ στο Instagram ο σύζυγός της Τζον Τραβόλτα.
"Με μεγάλη θλίψη σάς πληροφορώ ότι η όμορφη σύζυγός μου Κέλι έχασε την μάχη που έδινε επί δύο χρόνια με τον καρκίνο του μαστού", ανέφερε ο 66χρονος ηθοποιός.
Η Κέλι Καμαλελέχουα Σμιθ από την Χονολουλού, όπως ήταν το αληθινό όνομά της, το είχε αλλάξει σε Πρέστον όταν πήρε τον πρώτο της ρόλο, το 1985, στην ρομαντική κωμωδία "Το Ξεπέταγμα" ("Mischief"). Στη συνέχεια εμφανίστηκε και σε μια άλλη νεανική κωμωδία με τίτλο "Ντροπαλή και ερωτευμένη ("Secret Admirer").
Ο Τραβόλτα, πρωταγωνιστής των ταινιών "Πυρετός το Σαββατόβραδο" και "Γκριζ", γνώρισε την Πρέστον το 1988 όταν συμμετείχαν στην ταινία "Οι Σπεσιαλίστες".
Ο Ένιο Μορικόνε, ο ιταλός συνθέτης που έκανε γνωστά τα "σπαγγέτι γουέστερν" χάρη στη μουσική του, πέθανε σε ηλικία 91 ετών, μετέδωσε το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA.
Σύμφωνα με το πρακτορείο, ο δημιουργός της εμβληματικής μουσικής για τις ταινίες, μεταξύ άλλων, "Για Μια Χούφτα Δολάρια" και "Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος", είχε σπάσει τον μηρό του πριν από λίγες ημέρες έπειτα από πτώση και πέθανε στη διάρκεια της νύχτας σε κλινική της Ρώμης, όπου νοσηλευόταν.
Γεννημένος το 1928 στην Ρώμη ο Μορικόνε έγραψε την μουσική για περίπου 400 ταινίες, αλλά συνέδεσε κυρίως το όνομά του με τον σκηνοθέτη Σέρτζιο Λεόνε με τον οποίο συνεργάστηκε στα "σπαγγέτι γουέστερν", αλλά και στην ταινία "Κάποτε στην Αμερική".
Ο Μορικόνε, που βραβεύτηκε με Όσκαρ το 2016 για το γουέστερν του Κουέντιν Ταραντίνο "Οι Μισητοί Οκτώ", ενώ το 2007 είχε τιμηθεί από την Ακαδημία για την συνολική του προσφορά στον κινηματογράφο, έγραψε μουσική για όλα τα είδη ταινιών --από ταινίες τρόμου μέχρι κωμωδίες-- και κάποιες από τις συνθέσεις του είναι πιο διάσημες από τις ίδιες τις ταινίες στις οποίες ακούστηκαν
Πέθανε σε ηλικία 98 ετών ο βετεράνος κωμικός ηθοποιός Καρλ Ράινερ (Carl Reiner), ο οποίος βοήθησε στη δημιουργία του «The Dick Van Dyke Show» και υποδύθηκε τον «Σολ» στην ταινία «Η Συμμορία των Έντεκα» («Ocean's Eleven») στο πλευρό των Τζορτζ Κλούνεϊ και Μπραντ Πιτ.
Ο Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός και σεναριογράφος πέθανε από φυσικά αίτια τη Δευτέρα στο σπίτι του στο Μπέβερλι Χιλς, όπως επιβεβαίωσε η βοηθός του, Τζούντι Νάγκι.
Ένας από τους πιο αγαπητούς εκπροσώπους της show business, ο ψηλός, φαλακρός Ράινερ ήταν ένα ευπρόσδεκτο πρόσωπο στη μικρή και μεγάλη οθόνη.
Ο Ράινερ γεννήθηκε το 1922, στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης και ήταν ένας από τους δύο γιους Εβραίων μεταναστών. Μεγάλωσε σε μια γειτονιά εργατικής τάξης, όπου έμαθε να μιμείται φωνές και να λέει αστεία. Μετά το γυμνάσιο, φοίτησε στη Δραματική Σχολή και μετά μπήκε σε μία μικρή θεατρική ομάδα.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ράινερ κατατάχθηκε στον στρατό και έκανε περιοδείες σε βαριετέ για ενάμιση χρόνο.
Μετά τον στρατό άρχισε να υποδύεται ρόλους στη θεατρική σκηνή και η πρώτη του εμφάνιση στο Μπρόντγουεϊ ήταν στο «Call Me Mister».
Παντρεύτηκε την σύζυγό του, Εστέλ, το 1943. Εκτός από τον γιο του ηθοποιό-σκηνοθέτη Ρομπ Ράινερ, το ζευγάρι απέκτησε δύο ακόμη παιδιά: τον Λούκας, σκηνοθέτη κινηματογράφου και τη Σίλβια, ψυχαναλύτρια και συγγραφέα.
Θρήνος στο ελληνικό ποδόσφαιρο, καθώς έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών ο Νίκος Αλέφαντος.
Ο εκλιπών υπήρξε μία από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες των γηπέδων, γράφοντας τη δική του διαδρομή στα γήπεδα.
Εργάστηκε στους πάγκους πολλών ομάδων, μεταξύ των οποίων και του Ολυμπιακού και ξεχώρισε για τον αυθορμητισμό του, αλλά και τον τρόπο που συνήθιζε να περιγράφει τα πράγματα, τόσο εντός όσο κι εκτός των αγωνιστικών χώρων.
Τον τελευταίο καιρό φέρεται να αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας, με τις πληροφορίες να αναφέρουν πως ο θάνατός του επήλθε από καρδιακή προσβολή.
Γεννημένος στις 3 Γενάρη του 1939 ο Αλέφαντος μεγάλωσε στα Εξάρχεια και πρωτοέπαιξε ποδόσφαιρο στον Αστέρα Εξαρχείων. Ακολούθως αγωνίστηκε σε ΑΕ Χαλανδρίου, ΠΑΟ Ρουφ, Ολυμπιακό Πειραιώς (μετέχοντας σε έναν αγώνα πρωταθλήματος), Ατρόμητο Πειραιώς (Καμινίων), Ολυμπιακός Χαλκίδας (για τον οποίο σημείωσε τέρμα σε βάρος του αντίστοιχου του Πειραιά, όταν το 1963 επέστρεψε ως αντίπαλος στο Καραϊσκάκης),Παναιγιάλειο, Πανελευσινιακό και Βύζαντα Μεγάρων, όπου το 1969 τερμάτισε την καριέρα του.
Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε επίσης από τον Αστέρα Εξαρχείων κι εν συνεχεία πέρασε από δεκάδες ομάδες. Εργάστηκε στους περισσότερους από τους πλέον δημοφιλείς ελληνικούς συλλόγους, με αποκορύφωμα τον Ολυμπιακό, στον οποίο εργάστηκε τρεις φορές (ανά μία δεκαετία: τέλη 1983, 1994 και 2004), αλλά και στους ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, ΑΕ Λάρισας, Ηρακλή, Πανιώνιο και Εθνικό Πειραιώς.
Στην Α' Εθνική κάθισε στους πάγκους των ΟΦΗ, Καστοριάς, Παναχαϊκής, Ιωνικού, Δόξας Δράμας, Κορίνθου, Απόλλωνα Καλαμαριάς, Προοδευτικής και Εθνικού Αστέρα