Ενα σκάνδαλο σε εξέλιξη είναι η υπόθεση με τις αποζημιώσεις για τις ακακίες στον Εβρο μετά τις περσινές καταστροφικές πυρκαγιές. Οπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, αποζημιώθηκαν μόνο όσοι, ως άλλοι… προφήτες, γνώριζαν από τον περασμένο Σεπτέμβριο ότι θα εκδοθεί υπουργική απόφαση για τις αποζημιώσεις, η οποία όντως εκδόθηκε, ωστόσο… 4 μήνες αργότερα! Αυτό σημαίνει ότι αποζημιώθηκαν όσοι «γνώριζαν» τον Σεπτέμβριο ότι τον Ιανουάριο θα βγει υπουργική απόφαση που θα αποζημιώνει για τις ακακίες παρά το γεγονός ότι ο κανονισμός του ΕΛΓΑ δεν αποζημιώνει για μη παραγωγικά δέντρα.
Πιο συγκεκριμένα, οι δηλώσεις ζημιάς ξεκίνησαν να υποβάλλονται από τους παραγωγούς τέλος Αυγούστου του ’23, εκτός από τις ζημιές σε ακακίες, αφού, σύμφωνα με τον κανονισμό του ΕΛΓΑ, δεν δίνονται αποζημιώσεις για καταστροφές σε μη παραγωγικά δέντρα. Ωστόσο, κατά την επίσκεψη κυβερνητικού κλιμακίου στον Εβρο, στα τέλη του περσινού Αυγούστου, με τη συμμετοχή των υπουργών Τριαντόπουλου και Κελέτση, ζητήθηκε από παραγωγό να αποζημιωθούν και οι ακακίες.
Η αδιαφάνεια
Σε απάντηση της ανταποκρίτριας του ΕΛΓΑ σε σχετική ερώτηση του βουλευτή της Ελληνικής Λύσης, Πάρη Παπαδάκη, ο οποίος επέδειξε μια περίεργη και ανεξήγητη… ζέση για το εν λόγω ζήτημα, αναφέρεται πως «κάποια στιγμή ο παραγωγός που ζήτησε να αποζημιωθούν οι ακακίες πήρε προσωπικό μήνυμα να κάνει δήλωση ζημιάς, ενημέρωσε την ανταποκρίτρια του ΕΛΓΑ για το προσωπικό μήνυμα και της ζήτησε να κάνει τη δήλωση.
Η ανταποκρίτρια έστειλε στις 26/9/2023 στο γραφείο Τύπου του δήμου ανακοίνωση για να ενημερωθούν οι παραγωγοί. Χωρίς να υπάρχει καμία επίσημη απόφαση. Η απόφαση για την αποζημίωση των ακακιών βγήκε 26-1-2024 ΦΕΚ 562Β. Κάπως έτσι έμειναν εκτός αποζημιώσεων πολλοί παραγωγοί ακακίας, αφού, όπως αποδεικνύεται, η κυβέρνηση δεν είχε καμία πρόθεση να αποζημιώσει όλους τους δικαιούχους με διαφανείς διαδικασίες.
Κανονικά θα έπρεπε τον Ιανουάριο, μαζί με την έκδοση της απόφασης, να ενημερώσει τον ΕΛΓΑ ώστε να ανοίξει ξανά την πλατφόρμα δήλωσης ζημιάς, στη συνέχεια να ενημερωθούν τα Κέντρα Υποβολής Δηλώσεων ώστε να ενημερωθούν οι παραγωγοί και να κάνουν τη δήλωση ζημιάς αλλά και να δηλώσουν τα αντίστοιχα αγροτεμάχια στη δήλωση καλλιέργειας, επειδή πολλοί -αφού είχε λήξει το επιδοτούμενο πρόγραμμα δάσωσης- δεν τα δήλωσαν στη δήλωση του ’23 λόγω του ότι δεν παίρνουν καμία επιδότηση και απλά είναι υποχρεωμένοι κατά τη δήλωση καλλιέργειας να πληρώνουν 1,5-2 ευρώ ανά αγροτεμάχιο.
Από τη συγκεκριμένη αφήγηση των γεγονότων προκύπτουν δύο βασικά ερωτήματα: Πώς είναι δυνατόν με την επίδειξη ενός τηλεφωνικού μηνύματος να έγινε δεκτή μια διαδικασία που όχι μόνο φαίνεται να είναι παράτυπη αλλά, παράλληλα, αντίκειται και στον κανονισμό του ΕΛΓΑ. Ακόμη, θα πρέπει να γίνει σαφές ποιο είναι αυτό το πρόσωπο που υπέδειξε τη συγκεκριμένη διαδικασία, το κύρος του οποίου μάλιστα έκανε την ανταποκρίτρια του ΕΛΓΑ να δεχτεί την υποβολή της δήλωσης.
Η κοινή λογική επιτάσσει να αναζητήσουμε το συγκεκριμένο πρόσωπο ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και του ΕΛΓΑ. Σημειωτέον πως την επίμαχη περίοδο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης διατελούσε ο Εβρίτης βουλευτής της Ν.Δ. Σταύρος Κελέτσης.
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, στην απέλπιδα προσπάθειά της η κυβέρνηση να διορθώσει το «λάθος», όχι μόνο ομολογεί τις ευθύνες της αλλά γιγαντώνει ακόμη περισσότερο την αυθαιρεσία, καθώς τις τελευταίες ημέρες με προφορική εντολή προς τον ΕΛΓΑ ζητάει από τα Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων να αποστείλουν στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των δηλούμενων δασικών εκτάσεων στις δηλώσεις καλλιέργειας για να τα ταυτίσουν με τα στοιχεία από το σύστημα «Κοπέρνικος», ενώ στην πραγματικότητα η ενδεδειγμένη διαδικασία παραμένει το άνοιγμα της σχετικής πλατφόρμας.
Τα παράδοξα
Τέλος, ενδεικτική της κατάστασης είναι και η σχετική δήλωση του Σταύρου Κελέτση, πρόσφατα, στον Maximum FM, ότι οι συνεργάτες του τότε υπουργού Λευτέρη Αυγενάκη δεν τον ενημέρωσαν, κάτι που ήταν λάθος. Στα παράδοξα της συγκεκριμένης υπόθεσης συγκαταλέγεται και η υπερβολική ζέση του άλλοτε διαπρύσιου κήνσορα σε ζητήματα (α)διαφάνειας της κυβερνητικής πολιτικής, βουλευτή της Ελληνικής Λύσης στον νομό, Πάρη Παπαδάκη, που επέλεξε ουσιαστικά να στοχοποιήσει μια κατά γενική ομολογία καλή υπάλληλο αντί να καταδείξει την κυβερνητική αυθαιρεσία από την πρώτη στιγμή και να ζητήσει να επιβληθεί τουλάχιστον η νομότυπη διαδικασία.
Η απάντηση, σύμφωνα με τις «κακές γλώσσες», ίσως να βρίσκεται στο γεγονός πως ο ίδιος, σύμφωνα πάντα με παραπολιτικές φήμες, σχεδιάζει να κατέλθει στις ερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές ως υποψήφιος δήμαρχος Αλεξανδρούπολης και, όπως είναι γνωστό, εκείνη τη στιγμή κάθε δυνατή βοήθεια θα είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία, μετά της απαραίτητης κωλοτούμπας βεβαίως.
Άκρως ανησυχητικά αλλά και εξοργιστικά ως προς την απουσία αποτελεσματικού σχεδίου πρόληψης είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από την επικαιροποιημένη ανάλυση των καμένων εκτάσεων από τις δασικές πυρκαγιές των τελευταίων 8 ετών (2017-σήμερα) στο ηπειρωτικό κομμάτι της Περιφέρειας Αττικής μετά και την φωτιά στην βορειοανατολική Αττική, καθώς δείχνει ότι έχει καεί το 37% της επιφάνειας των δασών της περιοχής.
Συγκεκριμένα, αναφορές από την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS) από το 2017 μέχρι και τις 13 Αυγούστου 2024, δείχνουν πως 13 μεγάλες πυρκαγιές έχουν κάψει περισσότερα από 700.000 στρέμματα.
Δείτε την περίμετρο των καμένων εκτάσεων στον χάρτη που ακολουθεί
Με αποχρώσεις του κόκκινου και ροζ σημειώνονται οι εκτάσεις που έχουν καεί το 2023 και 2024 (ως τις 13/8) και με κίτρινα και πορτοκαλί χρώματα οι εκτάσεις που κάηκαν τα προηγούμενα 8 έτη. Με γκρι χρώμα σημειώνεται η ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου Αττικής.
Η συνολική επιφάνεια της Περιφέρειας Αττικής (χωρίς την περιοχή της Τροιζηνίας, των νησιών και του Λεκανοπεδίου) είναι 2.500.000 στρέμματα, οπότε τα τελευταία 8 έτη το 26% της συνολικής επιφάνειας έχει καεί από δασικές πυρκαγιές.
Στην Περιφέρεια Αττικής η επιφάνεια των δασικών εκτάσεων είναι περίπου 1.230.000 στρέμματα και τα τελευταία 8 χρόνια έχουν καεί 450.000 στρέμματα δάσους, δηλαδή το 37% της επιφάνειας των δασών. Η πρόσφατη πυρκαγιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα Αττικής και έφτασε μέχρι την οικιστική ζώνη του Λεκανοπεδίου, έκαψε ένα μεγάλο τμήμα δασικής έκτασης της Βορειοανατολικής Αττικής.
Αξίζει να σημειωθεί πως, η έκταση της καταστροφής που υπέστησαν περιοχές της βορειοανατολικής Αττικής έχει φέρει στην επιφάνεια τις μεγάλες ευθύνες για την αποτυχία να ελεγχθεί άμεσα η μεγάλη φωτιά που εισέβαλε ακόμη και στον οικιστικό ιστό μεγάλων Δήμων. Κάτι πρωτοφανές, δηλαδή, σε ό,τι αφορά την έκτασή του.
Με άκρως αμφιλεγόμενες Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και παρά τις αντιδράσεις πολιτών και φορέων, το «έργο-μαμούθ» -όπως έχει χαρακτηριστεί από τον οικονομικό Τύπο- για την εγκατάσταση 86 βιομηχανικού μεγέθους ανεμογεννητριών στην Εύβοια προχωράει, μετατρέποντας την πολύπαθη περιοχή σε βιομηχανική αιολική ζώνη, κάτι που σύμφωνα με τους κατοίκους θα δημιουργήσει «ενεργειακούς μετανάστες».
Πρόκειται για το μεγαλύτερο, μέχρι στιγμής, αδειοδοτημένο έργο στον ελληνικό χώρο, την κατασκευή του οποίου έχουν αναλάβει η εταιρεία ΕΛΛΑΚΤΩΡ και ο πορτογαλικός ενεργειακός κολοσσός EDP Renewables.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Τάσου Σαραντή για την Εφημερίδα των Συντακτών, για τα δύο ξεχωριστά αδειοδοτημένα έργα συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 374 ΜW, που αφορούν ένα ενιαίο έργο που έχει ενταχθεί στο επιταχυμένο αδειοδοτικό καθεστώς των Στρατηγικών Επενδύσεων, ασκήθηκαν αιτήσεις ακύρωσης προς το ΣτΕ από πολίτες, ορειβατικούς και πεζοπορικούς συλλόγους, δασικούς συνεταιρισμούς και δήμους κατά δυο Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων που εκδικάστηκαν στην κατάμεστη αίθουσα του ΣτΕ την Τετάρτη 8/11.
Το πρώτο έργο στην κεντρική Εύβοια θα αποτελείται από 4 αιολικούς σταθμούς με 51 ανεμογεννήτριες (214,2 MW) που θα εγκατασταθούν στα διοικητικά όρια των δήμων Διρφύων-Μεσσαπίων, Ερέτριας και Κύμης-Αλιβερίου. Για την υλοποίησή του θα απαιτηθούν συνολικά εκσκαφές άνω του 1,5 εκατομμυρίου κυβικών μέτρων χώματος και υλικών.
Αν από αυτή την ποσότητα αφαιρεθεί ο όγκος των εκσκαφέντων που θα επαναχρησιμοποιηθεί για επιχώσεις, για τη διαμόρφωση της βάσης δρόμων και των πλατειών των ανεμογεννητριών, τότε περισσεύουν χώμα και υλικά περίπου 860 χιλιάδων κυβικών (47.000 φορτηγά χώμα).
Εντούτοις, όπως προκύπτει από τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) του έργου, δεν υπάρχει καμία σαφής και συγκεκριμένη πρόβλεψη για την απομάκρυνσή τους. Κάτι που δημιουργεί βάσιμους φόβους για την ανεξέλεγκτη απόθεσή τους στις πλαγιές της περιοχής, με ανυπολόγιστες καταστροφικές συνέπειες στο υδρολογικό της δίκτυο και στη γεωφυσική της ευστάθεια.
Επιπλέον, κάτι τέτοιο καθιστά υπαρκτό τον κίνδυνο της παράσυρσης των χιλιάδων κυβικών φερτών υλικών από έντονες βροχοπτώσεις, κάτι που θα έχει ανεπανόρθωτες υλικές καταστροφές, ενέχοντας ακόμη και τον κίνδυνο για την απώλεια ανθρώπινων ζωών στους γειτονικούς οικισμούς που θα βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής.
Τμήμα του έργου σχεδιάζεται να κατασκευαστεί εντός του Αισθητικού Δάσους Στενής Ευβοίας με έλατα, πεύκα, βελανιδιές, καστανιές και πλατάνια, που απλώνεται στη νότια πλαγιά του όρους Δίρφυς και βρίσκεται κοντά στα χωριά Στενή, Στρόπωνες και Καμπιά. Πρόκειται για το τελευταίο συμπαγές δάσος του νησιού.
Για την υλοποίηση του έργου θα κοπούν εκατοντάδες ή και περισσότερα δέντρα. Μέρος του έργου (27 ανεμογεννήτριες) θα βρίσκεται εντός περιοχής Natura, στην κορυφογραμμή Λεύκα δίπλα στην κορυφή της Δίρφης, στο ελατόδασος του Ξηροβουνίου και το 25% σε αναδασωτέες εκτάσεις.
Όπως προκύπτει από πρόσφατη τεχνική έκθεση που εκπόνησε ο γεωλόγος και μηχανικός περιβάλλοντος Νίκος Στάππας, παρ’ όλο που στην ΜΠΕ ο φορέας του έργου δεν περιγράφει τα χαρακτηριστικά των υδατορεμάτων που απαντούν στις περιοχές εγκατάστασης των θεμελίων των ανεμογεννητριών αλλά και των συνοδών έργων οδοποιίας, εντός των γηπέδων εγκατάστασης υπάρχουν 61 τμήματα ρεμάτων μεταξύ 10 και 545 μέτρων. Επιπλέον στην περιοχή υπάρχουν 133 πηγές και αναβλύσεις νερού, σύμφωνα με τη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού.
Συν τοις άλλοις, ο φορέας υλοποίησης του έργου αναφέρει στην ΜΠΕ ότι θα χρησιμοποιήσει ένα κινητό παρασκευαστήριο έτοιμου σκυροδέματος που θα μεταφέρεται στις κορυφογραμμές, σε εργασίες που θα διαρκέσουν πολλούς μήνες, το οποίο θα χρησιμοποιεί 300 κυβικά μέτρα νερού τη μέρα, αλλά δεν αναφέρει τον τρόπο υδροδότησής του.
Κάτι που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αντληθεί αυτή η απίστευτη ποσότητα νερού από τις πλούσιες πηγές της περιοχής. Καμία αναφορά δεν γίνεται στην ΜΠΕ και για την ποσότητα των υγρών αποβλήτων που θα παράγει το παρασκευαστήριο καθώς και ποια θα είναι η «μοίρα» τους, αν και πρόκειται για λιπαντικά ορυκτέλαια που περιλαμβάνονται στην κατηγορία των επικίνδυνων αποβλήτων.
Εξάλλου, η ΜΠΕ δεν αξιολογεί καν τις πιθανές επιπτώσεις από τη λειτουργία των προς εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην τοπική οικονομία, κυρίως στον αναπτυσσόμενο κλάδο του ήπιου τουρισμού, ιδιαίτερα στους οικισμούς της Στενής και των Στροπώνων, καθώς θα βρίσκονται σε απόσταση ενός έως δύο χιλιομέτρων και θα υπάρχει οπτική επαφή με αυτές που θα είναι οι πρώτες που επιχειρείται να εγκατασταθούν στην οροσειρά της Δίρφης, που αποτελεί πόλο έλξης για χιλιάδες επισκέπτες. Είναι ενδεικτικό ότι στην περιοχή εγκατάστασης των ανεμογεννητριών και σε απόσταση μέχρι 3 χιλιομέτρων λειτουργούν ήδη άνω των 30 τουριστικών εγκαταστάσεων.
Το… καλύτερο όμως, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, είναι ότι η εγκριθείσα ΜΠΕ από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποδεικνύεται επιστημονικά μη έγκυρη, το ίδιο και οι συνοδευτικές της μελέτες (Διάδοσης Θορύβου και Οπτικής Παρεμβολής, Εκθεση Συμβατότητας με το Ειδικό Χωροταξικό για τις ΑΠΕ), αφού έχουν εκπονηθεί από έναν και μόνο άνθρωπο, τον Ελευθέριο Καραπιδάκη, που έχει πτυχίο δασολόγου και ο οποίος μάλιστα δραστηριοποιείται στον τομέα ανάπτυξης ΑΠΕ και επομένως ελέγχεται για την αντικειμενικότητά του ως δασολόγος-επενδυτής.
Πέραν του τι σχέση και γνώση μπορεί να έχει ένας δασολόγος με τις μελέτες θορύβου ή με την ακτινοβολία χαμηλών συχνοτήτων Πυλώνων Υπερυψηλής Τάσης, το ότι η ΜΠΕ είναι επιστημονικά διάτρητη και ακατάλληλη για την εκτίμηση των επιπτώσεων στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον επιβεβαιώνεται και από το ότι είναι κατά 70% ταυτόσημη (copy paste) με μια άλλη ΜΠΕ, του δεύτερου έργου της ΕΛΛΑΚΤΩΡ στη νότια Εύβοια, που έχει εκπονήσει ο ίδιος δασολόγος, παρ’ όλο που αυτό χωροθετείται σε περιοχή με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Αρκεί να ειπωθεί ότι οι περιοχές όπου θα εγκατασταθούν οι 51 ανεμογεννήτριες είναι ορεινές, με υψόμετρο πολύ πάνω από 600 μέτρα, ενώ η Δημοτική Ενότητα Στυρέων όπου θα εγκατασταθούν οι άλλες ανεμογεννήτριες είναι κυρίως μια παραθαλάσσια περιοχή.
Στην Κάρυστο
Το δεύτερο έργο στην υπερφορτωμένη από αιολικά νότια Εύβοια θα αποτελείται από 5 αιολικούς σταθμούς με 35 ανεμογεννήτριες (160 MW), ύψους 180 μέτρων, που θα εγκατασταθούν στα διοικητικά όρια του Δήμου Καρύστου και κοντά σε χωριά και οικισμούς όπως τα Νέα Στύρα και το Νημποριό.
Η υλοποίηση του έργου θα επιφέρει αλλοίωση της βιοποικιλότητας της περιοχής και καταστροφικές επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, όπως στην κτηνοτροφία (κατσίκια και τυριά ΠΟΠ) και τη μελισσοκομία (μέλι κισσούρι ΠΟΠ) και στον υδροφόρο ορίζοντα, που έχει ήδη προβλήματα ποιότητας και έλλειψης νερού λόγω της ύπαρξης καρστικών πετρωμάτων.
Και εδώ η σημαντική οπτική ρύπανση που θα προκληθεί από συγκεκριμένο αιολικό σταθμό σε συνδυασμό με τους άλλους παρακείμενους θα καταστρέψει πρότερες οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες όπως ο τουρισμός. Αλλά και η μείωση των δασικών εκτάσεων της περιοχής για την κατασκευή των δρόμων που απαιτούνται ενδέχεται να γιγαντώσει τους κινδύνους σε περίπτωση πλημμυρών (ήδη 3 στην περιοχή). Σημαντικές θα είναι και οι επιπτώσεις στα άγρια πτηνά της περιοχής, όπως ο σπιζαετός, δεδομένου ότι οι αιολικοί σταθμοί θα γειτνιάζουν με προστατευόμενες περιοχές Natura, όπως η λίμνη του Δύστου.
Ανησυχούν οι κάτοικοι
Επιπλέον, η Ακρόπολη και τα Δρακόσπιτα, κορυφαία μνημεία της περιοχής, ήδη ασφυκτιούν λόγω των υφιστάμενων αιολικών σε πολύ μικρές αποστάσεις, ενώ με τα νέα σχεδιαζόμενα έργα θα περικυκλωθούν ολοκληρωτικά από τις θηριώδεις ανεμογεννήτριες.
Το δε αιολικό πάρκο στη θέση «Πυργάρι» Νημποριού σχεδιάζεται σε μια περιοχή που παραμένει ακήρυχτος αρχαιολογικός χώρος, ενώ με την εγκατάστασή του θα καταστραφούν ολοσχερώς τα πολυάριθμα ρωμαϊκά λατομεία που καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση του λόφου ώς το παραλιακό μέτωπο και βρίσκονται σε αναδασωτέες εκτάσεις.
Οι κάτοικοι ανησυχούν και για τις επιπτώσεις στην υγεία από την έκθεση στον θόρυβο και στους υπόηχους τόσων πολλών ανεμογεννητριών, που θα πρέπει να συνυπολογιστούν με τους παρακείμενους αιολικούς σταθμούς της περιοχής και συνολικά υπερβαίνουν κατά πολύ τα επιτρεπόμενα όρια. Ανησυχίες υπάρχουν και για τις επιπτώσεις στην υγεία από την έκθεση στα ηλεκτρομαγνητικά πεδία από τις γραμμές υψηλής τάσης και την κατασκευή Κέντρου Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ).
Τέλος, οι σωρευτικές επιπτώσεις που θα προκληθούν από τη λειτουργία των 5 αιολικών σταθμών σε συνδυασμό με τους υπάρχοντες αποτελούν πραγματική απειλή για την περιοχή, καθώς τη μετατρέπουν σε βιομηχανική αιολική ζώνη, κάτι που σύμφωνα με τους κατοίκους θα δημιουργήσει «ενεργειακούς μετανάστες».
Κι αυτό το έργο θα είναι η αρχή για μια σειρά νέων έργων που ήδη έχουν προχωρήσει σε στάδιο βεβαίωσης παραγωγού με 35 ανεμογεννήτριες, όλες εντός περιοχής Natura, και 97 ανεμογεννήτριες βόρεια της Δίρφης.
Η Εύβοια, με ήδη 709 ανεμογεννήτριες σε λειτουργία και νεκροταφεία ανεμογεννητριών στον νότο (στους δήμους Καρύστου και Κύμης-Αλιβερίου) και την απώλεια τεράστιας έκτασης δάσους στο βόρειο τμήμα, ουσιαστικά κινδυνεύει να χάσει για πάντα τα τελευταία δάση της.
Επικαιροποιημένη ανάλυση των καμένων εκτάσεων από τις δασικές πυρκαγιές των τελευταίων επτά ετών (2017-σήμερα) στην Περιφέρεια Αττικής έκανε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών όπου τα αποτελέσματα είναι αποκαρδιωτικά, καθώς έχει καεί μέσα σε 7 χρόνια περίπου το 1/3 των δασών της Αττικής.
Σύμφωνα με το meteo.gr, από το 2017 μέχρι και τις 25 Αυγούστου 2023, 12 μεγάλες πυρκαγιές έχουν κάψει περισσότερα από 600.000 στρέμματα σύμφωνα με τις αναφορές από την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus και το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS). Η περίμετρος των καμένων εκτάσεων δίνεται στο χάρτη που ακολουθεί.
Περίμετρος των καμένων εκτάσεων στην Περιφέρεια Αττικής από το 2017 ως σήμερα. Με κόκκινο σημειώνονται οι εκτάσεις που έχουν καεί το 2023 (ως τις 25/8) και με κίτρινα και πορτοκαλί χρώματα οι εκτάσεις που κάηκαν τα προηγούμενα 7 έτη. Με γκρι χρώμα σημειώνεται η ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου Αττικής.
Δηλαδή, μόνο τα τελευταία τρία χρόνια σε στάχτη μετατράπηκαν πάνω από 500.000 στρέμματα.
Ακολουθούν οι συνολικές καμένες εκτάσεις κατά τα έτη 2017-2023 στην περιοχή της Αττικής.
Η συνολική επιφάνεια της Περιφέρειας Αττικής (χωρίς την περιοχή της Τροιζηνίας, των νησιών και του Λεκανοπεδίου) είναι 2.500.000 στρέμματα, οπότε τα τελευταία 7 έτη το 25% της συνολικής επιφάνειας έχει καεί από δασικές πυρκαγιές.
Στην Περιφέρεια Αττικής η επιφάνεια των δασικών εκτάσεων είναι περίπου 1.230.000 στρέμματα και τα τελευταία 7 χρόνια έχουν καεί 405.000 στρέμματα δάσους, δηλαδή το 33% της επιφάνειας των δασών.
Όπως σημειώνει το meteo.gr, τα παραπάνω ανησυχητικά στοιχεία για την Αττική υπογραμμίζουν την ανάγκη συνολικού επαναπροσδιορισμού της στρατηγικής διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας.
Η διαχείριση των δασικών πυρκαγιών απαιτεί μία ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα ενσωματώνει γνώση αιχμής από διαφορετικές επιστήμες, μεταξύ αυτών και η πυρομετεωρολογία. Είναι χαρακτηριστικό πως η εκδήλωση ακραίων δασικών πυρκαγιών περιλαμβάνει τη σύζευξη, την αλληλεπίδραση φωτιάς και ατμόσφαιρας, οπότε είναι αδύνατο να χαραχθεί οποιαδήποτε στρατηγική διαχείρισης δίχως την ενεργό συνεισφορά της μετεωρολογικής γνώσης.
Επιπροσθέτως, όπως αναφέρει το meteo.gr, οι πυρομετεωρολογικές συνθήκες καθορίζουν εάν και πότε τα δασικά καύσιμα θα καταστούν εύφλεκτα, επηρεάζοντας επίσης τα χαρακτηριστικά της εξάπλωσης και της συμπεριφοράς της φωτιάς.
Κρατούν μέσα τους -ερμητικά κλειστά- τους σπόρους που περιέχουν και στο πέρασμα της πύρινης λαίλαπας τους προστατεύουν μέχρι να φύγει η απειλή. Οι κώνοι της χαλεπίου πεύκης και της τραχείας πεύκης μένουν κλειστοί πάνω στα δέντρα και όταν ο κίνδυνος περάσει και ο τόπος κρυώσει, ανοίγουν και ρίχνουν στο έδαφος τους σπόρους που δεν έχουν πληγεί από τη φωτιά. Τη «σκυτάλη» στον μηχανισμό αναγέννησης των μεσογειακών δασικών οικοσυστημάτων παίρνουν, στη συνέχεια, οι πρώτες βροχές του φθινοπώρου, με τη βοήθεια των οποίων φυτρώνουν τα νέα μικρά φυτά και αναπτύσσονται μέσα σε έναν χρόνο, τόσο πυκνά το ένα δίπλα στο άλλο που η εικόνα τους θυμίζει μια βούρτσα και τις ακτίνες της που ξεφυτρώνουν από την επιφάνειά της.
«Αυτός είναι ο φυσικός μηχανισμός αναγέννησης των μεσογειακών δασικών οικοσυστημάτων που αποτελούνται κυρίως από τα δύο είδη πεύκης, αναπτύσσονται σε χαμηλότερα υψόμετρα και κινδυνεύουν περισσότερο από πυρκαγιές. Αυτός είναι ακριβώς και ο λόγος που ανέπτυξαν μηχανισμούς για να επιβιώσουν» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Θέκλα Τσιτσώνη, ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Η ίδια επισημαίνει ότι τέτοια δάση βρίσκονται σε όλη τη χώρα: την Αττική, τη Χαλκιδική, τη Ρόδο, τη Σάμο, τη δυτική Ελλάδα, τη δυτική Πελοπόννησο, τη Θάσο, την ανατολική Ελλάδα και αλλού. Σημειώνει, παράλληλα, ότι «καθώς πυρκαγιές υπήρχαν από τα αρχαιότατα χρόνια και οι περιοχές αυτές δεν είναι δυνατόν να απαλλαγούν από αυτές, γι’ αυτό και τα είδη που ευδοκιμούν εκεί, τα δύο είδη πεύκης και πολλά είδη θάμνων, έχουν τη δυνατότητα αναγέννησης μετά την πυρκαγιά- τα πεύκα με σπόρους και τα πλατύφυλλα με αναβλάστηση από το έδαφος».
Πότε δεν μπορεί να γίνει φυσική αναγέννηση
«Αυτό συνέβη και στο δάσος του Σέιχ Σου στη Θεσσαλονίκη, όπου από την πυρκαγιά του 1997 μέχρι σήμερα έχει δημιουργηθεί ένα πλήρες ώριμο δάσος» αναφέρει η κ. Τσιτσώνη. Αντιθέτως, διευκρινίζει ότι μόνο σε δύο περιπτώσεις δεν είναι δυνατόν να υπάρχει φυσική αναγέννηση. Η μία είναι η κλίση του εδάφους να ξεπερνάει το 50% καθώς οι σπόροι που πέφτουν από τους κώνους κατρακυλούν προς τα κάτω και η δεύτερη είναι να έχει καεί ένα δάσος 17 με 20 χρόνια νωρίτερα, οπότε δεν έχουν προλάβει τα δέντρα να ετοιμάσουν ώριμους σπόρους. «Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να γίνει αναδάσωση ώστε να μην υπάρχει διάβρωση του εδάφους» προσθέτει. Σημειώνει, ωστόσο, ότι η αναδάσωση δεν χρειάζεται να γίνει παντού και αναφέρει ενδεικτικά την περίπτωση της Εύβοιας, όπου από τα 300.000 στρέμματα δάσους που κάηκαν, μόνο 10.000 στρέμματα χαλεπίου πεύκης χρήζουν αναδάσωσης.
Μικρότερος ο κίνδυνος για τα δάση που βρίσκονται σε μεγαλύτερα υψόμετρα
Μικρότερος είναι σε κάθε περίπτωση ο κίνδυνος για τα δάση που βρίσκονται σε μεγαλύτερα υψόμετρα, όπως αυτά της μαύρης πεύκης και της ελάτης. Η κ. Τσιτσώνη δηλώνει, βέβαια, ότι στην πυρκαγιά του 2021 στην Εύβοια η φωτιά ανέβηκε πάνω από τα μεσογειακά οικοσυστήματα και έκαψε μαύρη πεύκη και ελάτη, είδη που δεν διαθέτουν μηχανισμούς επιβίωσης, συνεπώς μπορούν να επανέλθουν μόνο με αναδάσωση ή με τη διαδικασία των σπόρων σε κηλίδες του δάσους μαύρης πεύκης που δεν έχουν καεί. Σε κάθε περίπτωση υπογραμμίζει ότι μπορεί οι πυρκαγιές στα συγκεκριμένα δάση να είναι σπανιότερες, ωστόσο πλέον τα δεδομένα αλλάζουν και εκεί λόγω της κλιματικής αλλαγής, της εγκατάλειψης της υπαίθρου και της υποστελέχωσης των δασικών υπηρεσιών.
Τι πρέπει να γίνει μετά την πυρκαγιά
Σε ό,τι αφορά στα βήματα που θα πρέπει να ακολουθούνται ύστερα από μια πυρκαγιά, σχολιάζει ότι το πρώτο βήμα είναι ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων ως αναδασωτέων μέσα σε χρονικό διάστημα 30 ημερών, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα. Ακολουθούν ο καθαρισμός των καμένων εκτάσεων, αν είναι δυνατόν και μέσα στον πρώτο χειμώνα καθώς ως τότε έχουν απελευθερωθεί οι σπόροι στο έδαφος και μέσα σε έναν χρόνο το ξύλο διατηρείται και είναι αξιοποιήσιμο. Παράλληλα επιβάλλεται η εκπόνηση μελετών αποτροπής διάβρωσης και πλημμυρών, η υλοποίηση αντιδιαβρωτικών έργων (με κορμοδέματα, κλαδοπλέγματα και ξύλινα φράγματα) και η διενέργεια μελετών αναδάσωσης για τα σημεία όπου αυτό απαιτείται.
Πόσος χρόνος χρειάζεται για την αναγέννηση;
Στο ερώτημα πόσος χρόνος χρειάζεται για την αναγέννηση ενός δασικού συστήματος, η κ. Τσιτσώνη απαντά ότι μέσα σε 10 με 15 χρόνια τα δέντρα πυκνώνουν και σχηματίζεται η εικόνα του δάσους, ενώ μετά τα 17 χρόνια ωριμάζουν οι κώνοι και στη συνέχεια το ίδιο το δάσος.
Όσο για τα πεύκα που συχνά «ενοχοποιούνται» για την εκδήλωση φωτιάς, σημειώνει: «τα πεύκα μπορούν να φυτρώσουν ακόμη και στην πέτρα. Είναι πιο ολιγαρκή και δεν μπορούν να αντικατασταθούν. Η φύση ξέρει να επιλέγει το κατάλληλο είδος στην κατάλληλη θέση. Δεν φταίνε τα πεύκα που καίγονται».
Μοναδική λύση η πρόληψη
Η ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης τονίζει ότι μοναδική λύση για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών είναι η πρόληψη. «Το ζητούμενο είναι να προλάβει κανείς την πυρκαγιά μέσα στα πρώτα δέκα λεπτά. Γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχει διαρκής παρακολούθηση των δασών με πυροσβέστες, εθελοντές, παρατηρήτρια, drones, υδατοδεξαμενές σε πολύ κοντινά σημεία. Αν η φωτιά επεκταθεί, μετά είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί, ακόμη και με αεροπλάνα» καταλήγει η κ. Τσιτσώνη.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά την καταστροφική πυρκαγιά αποκαλύπτεται η αλήθεια των αριθμών στην οριστική μελέτη αναδάσωσης: στο πρόγραμμα 9.382 από τα 340.000 καμένα στρέμματα δάσους ⫸ «Ο περιορισμένος προϋπολογισμός των 15.000.000 του έργου δεν μπορεί να καλύψει πλήρως την αναδάσωση όλων των καμένων περιοχών της Εύβοιας», αναφέρεται στη μελέτη, την ώρα που προκρίνονται έργα κόστους 230 εκατομμυρίων για την πρώτη φάση κατασκευής δρόμου ● Οι εμπλεκόμενοι κάνουν λόγο για αναδάσωση που αφορά μόνο τα δημόσια δάση και μάλιστα όσα δεν έχουν διπλοκαεί, περιορίζοντας δραματικά το πεδίο δράσης
Μόλις 9.382 είναι τα καμένα στρέμματα της Βόρειας Εύβοιας που μπαίνουν σε πρόγραμμα αναδάσωσης, από τα 340.000 στρέμματα που κάηκαν τον Αύγουστο του 2021, στη μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά που καταγράφηκε στην Ελλάδα.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά την καταστροφή που χτύπησε τα υπέροχα δάση του νησιού και αφού σε όλο αυτό το διάστημα κυριάρχησαν οι επικοινωνιακοί χειρισμοί, οι εξαγγελίες για το «νέο δάσος», τα «οράματα», τα «έργα-φωτοδότες» και οι «χορηγοί αναδάσωσης», έφτασε και η ώρα των πραγματικών αριθμών. Οι αριθμοί αποτυπώνονται στην «Οριστική Μελέτη Αναδάσωσης» που εκπόνησε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με χορηγία 300.000 ευρώ από τα Lidl και ανάθεση από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ).
Η «Εφ.Συν.», που βρέθηκε στην Εύβοια οκτώ μέρες μετά το πρώτο ξέσπασμα της πυρκαγιάς στις 3 Αυγούστου 2021, καταγράφοντας την απόγνωση των κατοίκων για την πλήρη έλλειψη μέτρων καταστολής της φωτιάς και ενώ χιλιάδες κορμοί δένδρων συνέχιζαν να καίγονται (11/8/21, «Οδοι-πυρικό ανάμεσα σε στάχτες και οργή από τον χαμένο παράδεισο»), παρουσιάζει σήμερα τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης τού ΑΠΘ και ζητά εξηγήσεις:
▶ Από τη συνολικά καμένη έκταση των 520.000 στρεμμάτων, τα 339.694 στρέμματα είναι δασικές εκτάσεις, σύμφωνα με τη μελέτη. Δηλαδή τα υπόλοιπα μπορεί να είναι αγροτικές και άλλου χαρακτήρα. Σημείωση: Σύμφωνα με την επίσημη απόφαση της αναδάσωσης (ΦΕΚ 776/Δ/5-11-2021), κηρύχτηκαν αναδασωτέα 383.140 στρέμματα.
▶ Στα 339.694 στρέμματα δάσους περιλαμβάνονται διαφορετικές μορφές βλάστησης. Κυρίαρχο είδος είναι η χαλέπιος πεύκη με 302.600 στρέμματα. Ακολουθεί η μαύρη πεύκη με 13.929 στρέμματα και η ελάτη με 9.563.
▶ Η χαλέπιος πεύκη αναγγενάται από μόνη της, αλλά αυτό συμβαίνει εφόσον δεν έχει προηγηθεί πρόσφατα άλλη πυρκαγιά, ώστε τα νέα δέντρα να έχουν προλάβει να ωριμάσουν και να δημιουργήσουν σπόρους. Σύμφωνα με τη μελέτη, όμως, υπάρχουν 129.690 στρέμματα με εκτάσεις «διπλοκαμένες», όπου η χαλέπιος πεύκη «έχει καεί κατά το πρόσφατο παρελθόν τουλάχιστον άλλη μία φορά, γεγονός που επηρεάζει τον βαθμό της φυσικής αναγέννησης», όπως αναφέρεται στη μελέτη.
▶ Είδη που δεν αναγεννιούνται φυσικά, όμως, είναι επίσης τα έλατα και η μαύρη πεύκη, ακόμη και αν δεν έχουν καεί ποτέ στο παρελθόν. Οι εκτάσεις αυτές, με βάση τα όσα αναφέρουμε παραπάνω, είναι συνολικά 23.492 στρέμματα. Αρα, το λογικό συμπέρασμα είναι πως πρέπει να γίνουν έργα αναδάσωσης σε 153.182 στρέμματα.
▶ Και όμως, στην τελική της πρόταση η μελέτη προκρίνει αναδάσωση σε μόλις 9.382 στρέμματα, δηλαδή το 6,1% της συνολικής έκτασης. Γιατί συμβαίνει αυτό; Μία σαφή απάντηση δίνει η ίδια η Μελέτη: «Ο περιορισμένος προϋπολογισμός των 15.000.000 του έργου δεν μπορεί να καλύψει πλήρως την αναδάσωση όλων των καμένων περιοχών της Εύβοιας»!
▶ Οντως, το ποσό των 15 εκατομμυρίων ευρώ είναι αυτό που αναφέρεται στο «Στρατηγικό Σχέδιο “Σύνθεση Ονείρων”» του Προγράμματος Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας που εκπόνησε η επιτροπή υπό τον Σταύρο Μπένο και, όπως αναφέρεται στον ιστότοπο «Εύβοια Μετά», περιλαμβάνει «71 έργα και δράσεις συνολικού προϋπολογισμού 389.815.350 εκατομμυρίων ευρώ». Πώς γίνεται, όμως, στα «όνειρα για τη Βόρεια Εύβοια» να περιλαμβάνεται τόσο μικρό ποσό για την αναγέννηση του δάσους της, του πιο βασικού συστατικού της υπόστασής της, που αφέθηκε να καταστραφεί τον Αύγουστο του 2021;
Δρόμος αντί δάσους
Μία πρώτη απάντηση δίνει από μόνος του ο τρόπος με τον οποίο κατανέμονται τα 389 εκατομμύρια, εάν ληφθεί υπόψη ότι περισσότερα από τα μισά, δηλαδή 230 εκατομμύρια, αφορούν τον νέο οδικό άξονα πρόσβασης στη Βόρεια Εύβοια.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται στα τεχνικά δελτία που εμφανίζονται στο «Εύβοια Μετά», τα 230 εκατομμύρια θα αφορούν μόνο το πρώτο τμήμα του (Ψαχνά - Στροφυλιά), ενώ θα απαιτηθούν ακόμη 290 εκατομμύρια για να κατασκευαστούν τα υπόλοιπα τμήματα ώς την Ιστιαία και οι διακλαδώσεις προς άλλες περιοχές.
Οι παραπάνω επισημάνσεις ταιριάζουν απόλυτα και με τα όσα ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος χθες, στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας, επισκέφθηκε παραλιακά Αιδηψό και Ιστιαία, αποφεύγοντας να περάσει από τις περιοχές των καμένων δασών.
Στις ομιλίες του προέδρου τής Ν.Δ. δεν υπήρχε πουθενά η λέξη «δάσος». Υποστήριξε ότι έχουν ήδη εκταμιευθεί 300 εκατομμύρια και ότι «το σχέδιο το οποίο εκπονήσαμε, υπό την ηγεσία του Σταύρου Μπένου, πραγματικά μάς δίνει τη δυνατότητα να οραματιστούμε συνολικά τη Βόρεια Εύβοια ως μια περιοχή με σημαντική αναπτυξιακή δυναμική, με βιώσιμο και ποιοτικό τουρισμό, με βιώσιμο πρωτογενή τομέα». Και πρόσθεσε: «Απολύτως κρίσιμο έργο για να μπορέσουμε να κάνουμε πράξη αυτό μας το όραμα είναι η οδική σύνδεση της Βόρειας Εύβοιας με την Κεντρική Εύβοια».
Κόστος και ευθύνη
Και κάπου εδώ επιστρέφουμε στο... κόστος. Οπως αναφέρει η μελέτη, «το κόστος της πλήρους αναδάσωσης των παραπάνω εκτάσεων (σ.σ.: εννοεί τα 33.632 στρέμματα), εφαρμόζοντας έναν συντηρητικό φυτευτικό σύνδεσμο 100 φυταρίων ανά στρέμμα και σύμφωνα με την Προκαταρκτική Μελέτη που συντάχθηκε για την περιοχή, ανέρχεται περίπου σε 38.500.000 €. Το κόστος της ίδιας εργασίας με εφαρμογή ενός πιο πυκνού φυτευτικού συνδέσμου με 160 φυτάρια ανά στρέμμα ανέρχεται περίπου σε 58.500.000 ευρώ». Για να καταλήξει: «Λόγω τόσο του δυνητικού αυξημένου κόστους αλλά και των 32 διαφορετικών ιδιοκτησιακών καθεστώτων των δασών, η ανάλυση επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στα δημόσια δάση, καθώς αυτά αποτελούν πρώτη προτεραιότητα και η πολιτεία είναι η άμεσα υπεύθυνη».
Κάπου εδώ, θα ήταν περιττό να αναφέρουμε ότι η πολιτεία ήταν αρχικώς υπεύθυνη για να μην αφήσει τα δάση αυτά, δημόσια και μη, να καταστραφούν ανεξέλεγκτα το 2021, φροντίζοντας να εκπέμπει μόνον εντολές εκκένωσης περιοχών. Για τα όσα συνέβησαν τότε, ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε ζητήσει, πάντως, «συγγνώμη». Εκτός από τη συνήθη «πρωθυπουργική συγγνώμη», ο κ. Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί στις 12/8/2021 ότι θα εκδοθεί Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου «προκειμένου να επιταχυνθεί η αναδάσωση, κάτι που είναι διασφαλισμένο από το Σύνταγμα». Πάντως, όταν τέσσερις μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2021, έγινε παρουσίαση μαζί με το Υπουργικό Συμβούλιο στην Ιστιαία, ο Κυρ. Μητσοτάκης μίλησε για το σχέδιο ανασυγκρότησης, ξεκινώντας όμως και πάλι από το έργο του νέου οδικού άξονα, ως «κλειδί για τη μετάβαση σε μια νέα αναπτυξιακή εποχή».
Οι αναφορές που έγιναν τότε σχετικά με την αναγέννηση του δάσους αφορούσαν μόνο θεσμικές παρεμβάσεις για τους «αναδόχους αναδάσωσης» και το βάρος έπεσε στο έργο της Επιτροπής Μπένου. Το παράδοξο είναι ότι ακόμη δεν επαληθεύονται ούτε καν οι προβλέψεις της Επιτροπής όπως διατυπώνονται στο δημοσιευμένο πρόγραμμα, καθώς εκεί αναφέρεται ότι θα προχωρήσει αναδάσωση σε 15.000 στρέμματα, αντί για τα 9.300 της μελέτης του ΑΠΘ.
«Δεν ασχοληθήκαμε με τα παλιά διπλοκαμένα»
Η «Εφ.Συν.» απευθύνθηκε αρχικά στην επιστημονικά υπεύθυνη της μελέτης, την καθηγήτρια στο Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος ΑΠΘ, Θέκλα Τσιτσώνη. Τη ρωτήσαμε για τα διαφορετικά νούμερα που εμφανίζονται σε πίνακες της μελέτης σχετικά με τις εκτάσεις των καμένων και ειδικότερα των «διπλοκαμένων» δασών. Σύμφωνα με την κ. Τσιτσώνη, ο περιορισμός του έργου της αναδάσωσης σχετίζεται με δύο δεδομένα:
1) Οτι υπάρχουν μεν διπλοκαμένες εκτάσεις χαλεπίου πεύκης συνολικά 129.690 στρεμμάτων, αλλά από αυτές μόνο τα 10.136 στρέμματα κάηκαν μετά το έτος 2005, δηλαδή οι υπόλοιπες μπορεί να είχαν καεί ξανά σε προηγούμενες χρονικές στιγμές. Τι έγινε όμως με τα υπόλοιπα σχεδόν 120 χιλιάδες στρέμματα; Αναγεννήθηκαν κάπως; Εμειναν χέρσα; «Η μελέτη δεν ασχολήθηκε με αυτό το αντικείμενο», μας απάντησε.
2) Το δεύτερο σημείο αιχμής σχετίζεται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δασών. Αν δεχτούμε τα 10.136 στρέμματα των πρόσφατα διπλοκαμένων δένδρων χαλεπίου πεύκης και σε αυτά προσθέσουμε τα καμένα έλατα και τη μαύρη πεύκη που δεν αναγεννιούνται φυσικά, προκύπτει μια συρρικνωμένη έκταση 33.632 στρεμμάτων. Ομως από αυτά, δημόσια δάση είναι τα 10.682 στρέμματα και τα υπόλοιπα είναι διακατεχόμενα (15.000 στρέμματα) όπου δεν έχει λυθεί το θέμα με τις διεκδικήσεις του Δημοσίου, ιδιωτικά, συνδιακατεχόμενα και συνιδιόκτητα δάση.
Η «απολογία» του Σταύρου Μπένου
Η «Εφ.Συν.» απευθύνθηκε στον Σταύρο Μπένο, ο οποίος μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος συνεχίζει να ασχολείται με την υλοποίησή του μέσω του οργανισμού «Διάζωμα». Ο κ. Μπένος υποστήριξε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα «κόστους» και διαθέσιμων πόρων και ότι θα υπάρξουν επόμενες φάσεις αναδάσωσης στις οποίες θα προστεθούν και άλλα κονδύλια πέραν των αρχικών 389 εκατομμυρίων ευρώ (σ.σ.: αλλιώς δεν θα υλοποιηθεί και ο νέος οδικός άξονας). Στη συνέχεια, όμως, μας έστειλε και γραπτό σημείωμα στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι:
● «Επίκεντρο του Προγράμματος Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας είναι το Νέο Δάσος. Στόχος είναι το Νέο Δάσος να πάλλεται από ζωή, να αναγεννηθεί και να υιοθετηθεί από την τοπική κοινωνία. Για τον λόγο αυτό στο πρόγραμμα που σχεδιάσαμε περιλαμβάνονται 16 διακριτά έργα και δράσεις, οι οποίες αποτυπώνονται στο Πανόραμα Εργων και Δράσεων του προγράμματος (διαθέσιμο στον ηλεκτρονικό σύνδεσμο: https://evoia-meta.gov.gr/meletes/dasos)».
● «Από τα 339.694 στρέμματα που είναι το σύνολο των καμένων εκτάσεων από την πυρκαγιά του 2021, το 89%, δηλαδή 302.600 στρέμματα, είναι χαλέπιος πεύκη, η οποία θα αναγεννηθεί φυσικά». Εδώ παραλείπει να αναφέρει τα 129.690 στρέμματα χαλεπίου πεύκης που έχουν «διπλοκαεί» στο πρόσφατο παρελθόν, σύμφωνα με τη μελέτη, αλλά ακόμη και τα ελάχιστα 10.136 στρέμματα που κάηκαν ξανά μετά το 2005 με συνέπεια τα δέντρα να μην έχουν φτάσει σε αναπαραγωγική ηλικία.
● «Από το γενικό σύνολο των 339.694 στρεμμάτων, τα 33.632 στρέμματα είναι διπλοκαμένα από το 2005 και εξής. Αυτά δεν θα αναγεννηθούν φυσικά και χρειάζονται αναδάσωση». «Από αυτά τα 33.632 στρέμματα, μόνο τα 9.383,8 στρέμματα προκρίνονται για άμεση αναδάσωση, καθώς αφορούν δημόσια δάση». Εδώ παραλείπει να αναφέρει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι τα δημόσια δάση, κατά τη μελέτη, είναι 10.682 στρέμματα. Και, δεύτερον, ότι μέσα στα 9.383 στρέμματα που προκρίνονται, περιλαμβάνεται και ένα μη δημόσιο δάσος 856 στρεμμάτων, το συνδιακατεχόμενο Δάσος Κερασιάς.
● «Στην Α’ φάση του προγράμματος Αναδάσωσης εντάσσονται μόνο τα δημόσια δάση, καθώς για τα ιδιωτικά δάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο δεν επιτρέπει τη χρηματοδότηση της αναδάσωσής τους. Το πρόγραμμα της Αναδάσωσης της Βόρειας Εύβοιας (Α’ φάση) έχει ενταχθεί στο Εθνικό Πρόγραμμα Αναδάσωσης, το οποίο χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με τελικό δικαιούχο τη Γενική Γραμματεία Δασών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, και υλοποιείται σύμφωνα με τη μελέτη του Α.Π.Θ.». Εδώ να υπενθυμίσουμε ότι το Εθνικό Σχέδιο Αναδάσωσης παρουσιάστηκε λίγες μέρες πριν από την καταστροφή της Β. Εύβοιας, τον Ιούνιο του 2021, ενώπιον της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Αρχαία Αγορά και τότε έγινε λόγος για «παρεμβάσεις ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ», με φύτευση «30 εκατομμυρίων δένδρων σε 165.000 στρέμματα». Με τα 15 εκατ. στην Εύβοια, πάντως, θα φυτευθούν 1,5 εκατομμύριο δέντρα σε 9.300 στρέμματα.
● «Για να ανοίξουμε και το μέτωπο των ιδιωτικών δασών, καταλήγει ο κ. Μπένος, σχεδιάζουμε ένα πιλοτικό έργο με τη Γενική Γραμματεία Δασών, το “Πρόγραμμα Μη Δημόσιας Δασοπονίας”, το οποίο αφορά τη στήριξη των ιδιοκτητών δασών και δασικών εκτάσεων, το οποίο πρόκειται να ενταχθεί στη Β’ φάση του προγράμματος Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας». Εάν, πάντως, το Δημόσιο δυσκολεύεται να αναδασώσει τις δικές του εκτάσεις, ποια μελέτη θα μας πει πώς θα τα καταφέρουν οι ιδιώτες;
Δεν είναι μόνον οι Αθηναίοι που μετέτρεψαν τα κάποτε διακοσμητικά τζάκια των πολυκατοικιών, σε βασικό μέσο θέρμανσης, λόγω της ενεργειακής κρίσης. Σε όλη την Δυτική Ευρώπη ο κρύος φετεινός χειμώνας οδήγησε τους κατοίκους στην αναζήτηση -εδώ και τώρα- λύσεων για να ζεσταθούν χωρίς να αδειάσει η τσέπη τους.
Βρετανία - Ιρλανδία
Στην Βρετανία και την Ιρλανδία που αφθονούν τα πράσινα λιβάδια, πολίτες «ξυρίζουν» κυριολεκτικά την ειδυλιακή εξοχή μαζεύοντας ένα λεπτό στρώμα χορταριού- την τύρφη - η οποία είναι πλούσια σε ανόργανα και οργανικά υλικά σε αποσύνθεση, την αποξηραίνουν και την καίνε στο τζάκι.
Αποξηραμένα δέματα τύρφης έτοιμα προς καύση
Εχει την ίδια θερμιδική αξία με το κάρβουνο και χαμηλότατο κόστος. Όσοι δεν έχουν την δυνατότητα να εκδράμουν στους αγρούς και να μαζέψουν τύρφη, στρέφονται στην μαύρη αγορά (καθώς η τύρφη προστατεύεται με νόμους) και με ένα κόστος μόλις 500 ευρώ μπορούν να ζεστάνουν το σπίτι τους για όλη την χρονιά. Αποτέλεσμα: Τα ειδυλιακά λιβάδια της Ιρλανδικής εξοχής σε λίγο καιρό θα υπάρχουν... μόνον στις σειρές εποχής.
Το αυξανόμενο κόστος του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχει στρέψει τον κόσμο την αρχαία πρακτική της κοπής και καύσης χλοοτάπητα (τύρφη), ένα καύσιμο που μπορεί μεν να βλάπτει το περιβάλλον αλλά μπορεί να εξοικονομήσει χιλιάδες ευρώ για μια οικογένεια, ειδικά τώρα καθώς οι θερμοκρασίες πέφτουν όλο και πιο χαμηλά.
Φέτος υποτίθεται ότι ήταν η χρονιά που η Ιρλανδία θα άρχιζε να ασχολείται σοβαρά με την προστασία της τύρφης, και έτσι η κυβέρνηση εισήγαγε περιορισμούς στην κοπή της για να προστατεύσει τους βάλτους της Ιρλανδίας –που είναι σημαντικές πηγές άνθρακα και βιοποικιλότητας. Ομως λογάριασαν χωρίς την ενεργειακή κρίση της Ευρώπης.
Μαζεύοντας τύρφη από τα ιρλανδικά λιβάδια
Αποψιλώνονται τα ιρλανδικά λιβάδια για να ζεσταθούν οι κάτοικοι
Η θέρμανση ενός μέσου νοικοκυριού με τύρφη για ένα χρόνο κοστίζει περίπου 500 ευρώ έναντι πολλών χιλιάδων ευρώ για τις πιο φιλικές προς το κλίμα πηγές ενέργειας.
«Οι άνθρωποι που έχουν κήπο με χλοοτάπητα κάνουν πάρτι... Είναι σαν να έχεις μια πετρελαιοπηγή στην πίσω αυλή σου», δήλωσε ο Michael Fitzmaurice, ανεξάρτητο μέλος του Ιρλανδικού κοινοβουλίου και πρόεδρος της ένωσης Turf Cutters and Contractors. «Ένα μέσο νοικοκυριό που βασίζεται στην τύρφη καταναλώνει 10 έως 12 τόνους ετησίως, είπε. «Είναι η ασφάλεια τους απέναντι στην ενεργειακή κρίση».
Ο Niall Ó Brolcháin, ερευνητής στο Insight Center for Data Analytics στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας, δηλώνει πως «ο οικονομικός παράγοντας είναι ένα πολύ ισχυρότερο κίνητρο, από τη σωτηρία του πλανήτη. Οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μια άμεση κρίση».
Στην Ιρλανδία, υπήρχει σημαντική αύξηση στη χρήση των λεγόμενων δικαιωμάτων turbary που επιτρέπουν στους ανθρώπους να κόβουν τύρφη, δήλωσε ο Ó Brolcháin. «Σε πολλές περιπτώσεις τα δικαιώματα turbary είχαν λήξει, αλλά οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούν παράνομα ξανά και ξανά. Υπάρχουν πολλά στοιχεία για ανθρώπους που πουλάνε τύρφη πόρτα σε πόρτα. Είναι αρκετά κατανοητό, δεδομένης της οικονομικής κατάστασης».
Με 500 ευρώ την χρονιά μπορεί να ζεσταθεί με τύρφη ένα μέσο νοικοκυριό στην Ιρλανδία
Οι άνθρωποι στις αγροτικές περιοχές κόβουν παραδοσιακά χόρτο τύρφης την άνοιξη και το καίνε το χειμώνα. Δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία για το πόσο τύρφη κόπηκε ή αποθηκεύτηκε.
Ο Marc Ó Cathasaigh, μέλος του κοινοβουλίου του κόμματος των Πρασίνων, εκτιμά «μια αύξηση στην κοπή τύρφης από πέρυσι που φτάνει στο 200%. Οι κάτοικοι της υπαίθρου της Ιρλανδίας επιβίωσαν για αιώνες αποστραγγίζοντας τυρφώνες και χρησιμοποιώντας τύρφη ως καύσιμο. Η ποιότητα του αέρα επηρεάζει την υγεία, το ένα διαδέχεται το άλλο».
Οπως και η Αθήνα, έτσι και η Ιρλανδία πνίγεται τις νύχτες από τις καύσεις τύρφης, άνθρακα και ξύλου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει απειλήσει να επιβάλει κυρώσεις στην Ιρλανδία, εκτός εάν περιορίσει την κοπή τύρφης σε ειδικές περιοχές μόνον.
Γερμανία
Οι άνθρωποι στη Γερμανία, εν τω μεταξύ, στρέφονται στα ξύλα για να ζεσταθούν και η Γερμανική αστυνομία βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με καταστάσεις που δεν υπήρχαν στο παρελθόν. Σύμφωνα με την Κοινοπραξία Γερμανικών Ενώσεων Ιδιοκτητών Δασών όλο ότι περισσότεροι άνθρωποι συλλέγουν ξύλα – και ότι επαγγελματίες κλέφτες τα κλέβουν για καυσόξυλα, με τις απώλειες τους τελευταίους μήνες να ανέρχονται σε εκατομμύρια ευρώ. Τα Γερμανικά δάση έχουν γεμίσει με πολίτες που μαζεύουν ξύλα αλλά και λαθροτόμους.
Τις νύχτες κλέφτες φορτώνουν κομμένους κορμούς από τα δάση της Γερμανίας και γίνονται άφαντοι.
Συνήθως, οι κλέφτες ξυλείας με βαρέα οχήματα μπαίνουν στα δάση τη νύχτα και αναζητούν τα κομμένα δέντρα που περιμένουν τη συλλογή τους. Σε μια περίπτωση, κλέφτες κοντά στο Königs Wusterhausen, έξω από το Βερολίνο, έκοψαν και αφαίρεσαν 100 δέντρα. Οι περιπατητές στο δάσος παροτρύνονται από τις αρχές να αναφέρουν ύποπτη δραστηριότητα. Μερικοί από ιδιοκτήτες δασών έχουν τοποθετήσει συσκευές GPS σε δέντρα για να τα προστατέψουν.
Για κάποιους άλλους, όμως, υπάρχει και η θετική πλευρά της ιστορίας: οι 21.000 καπνοδοχοκαθαριστές της Γερμανίας αναφέρουν άνθηση των επιχειρήσεων τους – ακόμη και τετραπλασιασμό σε ορισμένες περιοχές – καθώς οι ιδιοκτήτες ακινήτων εγκαθιστούν αλλά και αποκαθιστούν τζάκια.
Στη χώρα μας υπάρχουν πολύ αξιόλογοι και διεθνώς αναγνωρισμένοι επιστήμονες, με πολλές δημοσιεύσεις στο διεθνή επιστημονικό τύπο, σε θέματα οικολογίας και βλάστησης σε σχέση με τη φωτιά. Υπάρχουν κλάδοι της επιστήμης της οικολογίας γνωστές ως Οικολογία της φωτιάς (Fire ecology), Μεταπυρική οικολογία (Post-fire ecology ή πιο σωστά Oecology) και κλάδοι της Συστηματικής Βοτανικής, όπως Διαδοχή των ειδών (Species succession).
Δεν έχω ακούσει κανέναν να έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε καμιά επιτροπή που σχετίζεται με τη βλάστηση (αστική και περιαστική) ή το τι πρέπει να γίνει μετά από μια φωτιά. Μέρος των δικών μου δημοσιεύσεων αχολείται με τις ανατομικές και φυσιολογικές ιδιομορφίες των φυτών του Μεσογειακού οικοσυστήματος.
Ο πρώτος δάσκαλος που μας τσίγκλησε για να ασχοληθούμε με αυτό το θέμα ήταν Νίκος Μάργαρης, νομίζω ο πρώτος Καθηγητής Οικολογίας σε Ελληνικό Πανεπιστήμιο που όμως δεν θέλαν να τον ακούσουν. Από αυτόν ξεκίνησαν κάποτε τα συνθήματα “Προστατέψτε το καμένο δάσος”, “όχι στις δενδροφυτεύσεις των φυσικών δασών” και πολλά άλλα που όμως στους πολιτικούς δεν άρεσαν καθόλου. Θυμάμαι τις εκδρομές στη φύση για να μελετήσουμε, ακριβώς, αυτό το περιβάλλον στη χώρα μας. Δυστυχώς έφυγε νωρίς ενώ τα τελευταία χρόνια της καριέρας του και της ζωής του ήταν ο Διευθυντής του National Geographic στην Ελλάδα.
Με αυτά που έχω μάθει είναι ότι, αυτή είναι η φύση του Μεσογειακού οικοσυστήματος με κυρίαρχο είδος το πεύκο που έχει χρόνο ζωής περίπου 80-100 χρόνια ανάλογα με την περιοχή. όταν το πευκοδάσος γεράσει είναι πολύ εύφλεκτό ενώ στον κύριο κορμό του και στα μεγάλα κλαδιά έχουν σχηματιστεί κουφάλες (ο λόγος που σπάγανε τα κλαδιά από το βάρος του χιονιού, τον φετινό χειμώνα).
Οι φωτιές που μαίνονται τώρα είναι αποτέλεσμα της προστασίας από τη φωτιά μεγάλων πεύκων, μερικά από τα οποία είναι μεγαλύτερα από 150 χρόνων, όπως αυτά του κτήματος Τατοίου.
Η άναρχη επέκταση της Αθήνας στα περιαστικά δάση της Αθήνας είχε σαν αποτέλεσμα να καθυστερήσει κατά πολύ να καεί το δάσος.Θα μου πείτε τι γίνεται με την επαρχία. Εκεί λόγω της, κατά πολύ, ελάττωσης των αγροτικών εργασιών αλλά και της μη συντήρησης του πευκοδάσους από τους ρετσινάδες, καρβουνιάρηδες, μελισσοπαραγωγούς κλπ. Η φωτιά στο πευκοδάσος είναι ένα φυσικό, περιοδικό, φαινόμενο ενώ η φωτιά ευνοεί τη διατήρησή του.
Όταν το πεύκο καίγεται το καλοκαίρι, στις κουκουνάρες υπάρχουν εκατομμύρια ώριμα σπέρματα που προστατεύονται από τη φωτιά και στη συνέχεια εκσφενδονίζονται και με τις πρώτες βροχές φυτρώνουν. Ένα πευκοδάσος, αν το προστατεύσουμε, θα ξαναδημιουργηθεί σε 15-20 χρόνια.Το έλατο είναι διαφορετικό γιατί τα σπέρματά του ωριμάζουν τον Οκτώβρη. Πάλι όμως και το ελατοδάσος θα ξαναδημιουργηθεί σε περίπου 30 χρόνια.
Ο χειρότερος εχθρός του καμένου φυσικού δάσους είναι οι “πανιγυριτζήδηκες” δενδροφυτεύσεις. Επομένως προστασία του καμένου δάσους από βόσκηση, περίπατους σε αυτό και η απαγόρευση οχημάτων {μηχανές και εκτός δρόμου αυτοκίνητα},επειδή τα νεαρά φυτά είναι μικροσκοπικά και μόνο ένα έμπειρο μάτι μπορεί να τα δει.