Η Uber για να επιτύχει τους στόχους της δεν δίστασε να προσφέρει μετοχές σε σημαίνοντες μιντιάρχες σε Ευρώπη και Ινδία, όπως αποκαλύπτει ο Guardian, συνεχίζοντας τις αποκαλύψεις για τη δράση της εταιρείας, μετά τον σάλο που προκάλεσε η δημοσιοποίηση των «Uber Files».
Στη λίστα των ΜΜΕ που βρέθηκαν στο «μισθολόγιο» της αμερικανικής πολυεθνικής ήταν, μεταξύ άλλων, η βρετανική Daily Mail, η γαλλική Les Echos, οι ιταλικές La Repubblica και L’Espresso, οι γερμανικές Die Welt και Bild και οι Times της Ινδίας.
Το «αλισβερίσι» είχε ως στόχο την άσκηση πιέσεων στις κυβερνήσεις από πλευράς Uber αλλά και το προμοτάρισμα των θετικών αλλαγών που -θεωρητικά- θα έφερνε στις αγορές της εκάστοτε χώρας η εταιρεία.
Οι συμφωνίες της διαπλοκής
Τον χειμώνα του 2015, η εταιρεία σφράγισε μια μυστική συμφωνία με τον κορυφαίο γερμανικό εκδοτικό οίκο Axel Springer. Μία επιχείρηση που έχει στο χαρτοφυλάκιο της την Die Welt, την Bild και το Politico. Η συμφωνία περιελάμβανε την παροχή μετοχών αξίας 5 εκατομμυρίων ευρώ έναντι πολιτικής στήριξης από πλευράς ΜΜΕ.
Η κατάσταση της γερμανικής αγοράς για την Uber ήταν ιδιαίτερα δύσκολη αφού το γερμανικό κράτος κατηγορούσε την εταιρεία πως λειτουργούσε παρανόμως σε πολλές μεγάλες πόλεις.
Παρόμοιες ήταν οι δυσκολίες και στην Ινδία, αφού η Uber συμφώνησε με την Bennett, Coleman & Co, ιδιοκτήτρια εταιρεία των Times of India στις αρχές του 2015. Ωστόσο, ο αμερικανικός μονοπωλιακός όμιλος είχε απαγορευθεί από το Δελχί μετά τον βιασμό ενός επιβάτη από οδηγό της εταιρείας.
Επιπλέον, το 2016, τα στελέχη της εν λόγω εταιρείας είχαν προσεγγίσει τον Ιταλό βιομήχανο και τότε εκδότη Καρλο ντι Μπενεντέτι (La Repubblica, L’Espresso), ώστε να εξασφαλίσει πρόσβαση στον τότε Ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι αποσκοπώντας στον επηρεασμό της νομοθεσίας για τα ταξί.
Ακόμη, στη Γαλλία η εταιρεία όταν αντιμετώπιζε προβλήματα με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς στις αρχές του 2015, είχε έρθει σε επαφή με τον δισεκατομμυριούχο Μπερνάρ Αρνό, ιδιοκτήτη της οικονομικής εφημερίδας Les Echos. Τα στελέχη της εταιρείας προσέφεραν μετοχές και απέδωσαν τον τίτλο του στρατηγικού επενδυτή στον Μπερνάρ Αρνό, ώστε να επηρεαστούν οι μηχανισμοί του γαλλικού κράτους.
Τα περισσότερα από 124 χιλιάδες αρχεία, συμπεριλαμβανομένων 83 χιλιάδων μέιλ, που διέρρευσαν στη βρετανική εφημερίδα και περιήλθαν στην κατοχή της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητικής Δημοσιογραφίας, φέρνουν στο φως, μεταξύ άλλων, τη μυστική στήριξη που παρείχε ο Γάλλος Πρόεδρος στην εταιρεία ιδιαίτερα όταν ήταν υπουργός Οικονομίας, την περίοδο 2014 - 2016.
Ο Εμανουέλ Μακρόν είχε συναντηθεί τουλάχιστον 4 φορές με στελέσχη της εταιρείας και τον πρώην επικεφαλής και δημιουργό της Uber, Τράβις Κάλανικ, ενώ είχε υπογράψει και διάταγμα που χαλάρωνε τις απαιτήσεις για την αδειοδότηση των οδηγών της Uber, παρά τις αντιδράσεις από τους οδηγούς ταξί.
Οι Γάλλοι οδηγοί ταξί είχαν εξοργιστεί ιδιαίτερα με την κυκλοφορία του UberPop το 2014 - μιας υπηρεσίας που επέτρεπε σε οδηγούς χωρίς άδεια να προσφέρουν υπηρεσίες ταξί, σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Τα δικαστήρια και το κοινοβούλιο το απαγόρευσαν, αλλά η Uber διατήρησε την υπηρεσία σε λειτουργία καθώς αμφισβήτησε τον νόμο. Λίγο αργότερα ο Μακρόν υπέγραψε τη σχετική απόφαση για να ευνοήσει.
Βασιζόμενη στις μαρτυρίες διαφόρων προσώπων και σε ντοκουμέντα, συμπεριλαμβανομένων πολλών SMS που είχαν ανταλλαχθεί, η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα πως ενδεχομένως να είχε συναφθεί μυστική «συμφωνία» ανάμεσα στην Uber και τον Μακρόν στο Μπερσί.
Η εφημερίδα κάνει λόγο για συναντήσεις στο γραφείο του υπουργού και για πολλές συζητήσεις (σε κατ’ ιδίαν ραντεβού, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικών κλήσεων, μέσω SMS...) ανάμεσα στην Uber και τον Εμανουέλ Μακρόν ή συμβούλους του, βασιζόμενη κυρίως στους απολογισμούς αυτών των επαφών, που συντάχθηκαν από τον λομπίστα Μαρκ Μακγκάν. Επισήμανε πρακτικές προορισμένες να βοηθήσουν την εταιρία να εδραιώσει τη θέση της στη γαλλική αγορά, για παράδειγμα η υπόδειξη η εταιρεία να στέλνει έτοιμες τροπολογίες, «με το κλειδί στο χέρι», σε βουλευτές.
Ερωτηθείσα σχετικά από το Γαλλικό Πρακτορείο, η γαλλική θυγατρική της Uber επιβεβαίωσε ότι υπήρξαν συναντήσεις με τον Μακρόν, υποστηρίζοντας ωστόσο πως «αφορούσαν τον τομέα ευθύνης του ως υπουργού Οικονομίας και Πληροφορικής», καθ’ ύλην αρμόδιου για τη δραστηριότητά της. Παράλληλα επισήμανε την αναστολή της υπηρεσίας Uber Pop, που προσέφερε από τον Φεβρουάριο του 2014 ως το 2015 κι επέτρεπε σε χρήστες να καλούν ιδιώτες οδηγούς, όχι κατόχους άδειας ταξί ή δικούς της εργαζόμενους. Η αναστολή της υπηρεσίας «δεν ακολουθήθηκε από πιο ευνοϊκή ρύθμιση», όπως θα υπεδείκνυε η ιδέα πως είχε συναφθεί μυστικό «deal», επέμεινε η γαλλική θυγατρική της Uber.
Δεκάδες εκατομμύρια σε δημόσιες σχέσεις και στρατολόγηση πολιτικών
Επίσης, από τα χιλιάδες αρχεία προκύπτει πώς η πρώην επίτροπος ψηφιακής τεχνολογίας της ΕΕ Neelie Kroes, από τους κορυφαίους αξιωματούχους των Βρυξελλών, βρισκόταν σε συνομιλίες για να ενταχθεί στην Uber πριν λήξει η θητεία της - και στη συνέχεια άσκησε κρυφά πιέσεις για χάρη της εταιρείας, για ενδεχόμενη παραβίαση των κανόνων δεοντολογίας της ΕΕ.
Τα έγγραφα αποκαλύπτουν πώς μέσω μιας προσπάθειας με λομπίστες και δημόσιες σχέσεις 90 εκατομμυρίων δολαρίων, η Uber στρατολόγησε πολιτικούς για να τη βοηθήσουν στην εκστρατεία της να εισέλθει στην ευρωπαϊκή βιομηχανία ταξί.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσφερε μετοχές της σε πολιτικές προσωπικότητες στη Ρωσία και τη Γερμανία και πλήρωσε σε ερευνητές «εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για να δημοσιεύσουν έρευνες για τα οφέλη του οικονομικού της μοντέλου», αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Παράλληλα, γίνεται γνωστό ότι ο πρώην ιδιοκτήτης της εταιρείας διέταξε προσωπικά να διαγραφούν όλα τα ηλεκτρονικά αρχεία για να εμποδίσει τις Αρχές να αποκτήσουν πρόσβαση σε δεδομένα κατά τη διάρκεια αστυνομικών ερευνών. Συγκεκριμένα, σε τουλάχιστον έξι χώρα υπήρχε ο «διακόπτης θανάτου», ένα σύστημα που με την ενεργοποίησή του καθιστούσε αδύνατη την πρόσβαση στους υπολογιστές της εταιρείας.
Στο πλαίσιο των αποκαλύψεων παρουσιάζεται το παράδειγμα αστυνομικής εφόδου στο Άμστερνταμ, όπου ο ίδιος ο Τράβις Κάλανικ έδωσε εντολή στους εργαζόμενους να χρησιμοποιήσουν άμεσα το συγκεκριμένο εργαλείο.
Η διαρροή εγγράφων εκτείνεται σε περίοδο πέντε ετών από το 2013 έως το 2017, όταν η Uber διοικούνταν από τον συνιδρυτή της Τράβις Κάλανικ.
Σύμφωνα με τον Guardian, τα μηνύματα που διέρρευσαν υποδηλώνουν ότι τα στελέχη της Uber δεν έτρεφαν αυταπάτες για το γεγονός ότι παραβιάζονταν νόμοι εκ μέρους της εταιρείας, με ένα στέλεχος να αστειεύεται ότι έγιναν «πειρατές» και ένα άλλο να παραδέχεται: «Είμαστε παράνομοι».
Τα Uber Files αποκαλύπτουν επίσης ότι η εταιρεία μπορούσε να γλιτώσει φόρους εκατομμυρίων μεταφέροντας τα κέρδη της μέσω των Βερμούδων και άλλων φορολογικών παραδείσων και στη συνέχεια «προσπαθούσε να στρέψει αλλού την προσοχή των φορολογικών αρχών βοηθώντας τις αρχές να μαζέψουν φόρους από τους οδηγούς της».
Σε μία ανταλλαγή μηνυμάτων ακόμη, ο Τράβις Κάλανικ εμφανίζεται να απορρίπτει τις ανησυχίες ορισμένων στελεχών ότι το να σταλούν οι οδηγοί Uber να διαδηλώσουν στη Γαλλία μπορεί να τους εκθέσει στον κίνδυνο βίας από οργισμένους οδηγούς της βιομηχανίας ταξί. «Πιστεύω πως αξίζει τον κόπο», φαίνεται να είπε. Όπως δήλωσε κιόλας ένα πρώην στέλεχος της εταιρείας στον Guardian, επρόκειτο για μια στρατηγική της εταιρείας, η οποία σκόπευε ουσιαστικά να εργαλειοποιήσει τους οδηγούς, έτσι ώστε να κρατήσει τη διαμάχη «καυτή».
Σύμφωνα με τον Guardian, η Uber υιοθέτησε αντίστοιχες τακτικές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία …), κινητοποιώντας τους οδηγούς της και ωθώντας τους να διαμαρτύρονται στην αστυνομία όταν έπεφταν θύματα επιθέσεων, με στόχο η εταιρεία να εκμεταλλευθεί την κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης για να αποσπάσει υποχωρήσεις από τις αρχές.
Σε ανακοίνωσή του, εκπρόσωπος του Κάλανικ επισημαίνει ότι «ουδέποτε υπαινίχθηκε ότι η Uber θα πρέπει να επωφεληθεί από τη βία σε βάρος της ασφάλειας των οδηγών». Η Uber αναφέρει επίσης ότι «η συμπεριφορά της στο παρελθόν δεν ήταν ευθυγραμμισμένη με τις σημερινές της αξίες» και σήμερα «είναι μία διαφορετική εταιρεία».
Τα ιδιωτικά νοσοκομεία στις ΗΠΑ συνεργάζονται όλο και περισσότερο με τη Silicon Valley για να κάνουν την αμερικανική υγειονομική περίθαλψη να προσφέρει α λα καρτ υπηρεσίες χαμηλού κόστους.
Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ βρίσκεται σε κρίση εδώ και πολλά χρόνια. Καθώς οι εργαζόμενοι στην «πρώτη γραμμή» της υγειονομικής περίθαλψης εγκαταλείπουν τον τομέα με ανησυχητικό ρυθμό, τα νοσοκομεία πασχίζουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις σε προσωπικό, με άμεσες συνέπειες στην ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς.
Ο Craig Allan Ahrens, επικεφαλής στρατηγικής ανάπτυξης μιας νεοφυούς επιχείρησης που ονομάζεται CareRev, έχει μια «καινοτόμο» λύση τόσο για τα νοσοκομεία με έλλειψη προσωπικού, όσο και συνολικά για τους υγειονομικούς.
Η λύση δεν είναι περίπλοκη. Όλα επιστρέφουν στην προσφορά και τη ζήτηση, άλλωστε. Με τη δημιουργία μιας δεξαμενής «έτοιμου και εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού», όπως τονίζει ο Ahrens, «που είναι πρόθυμο να εργαστεί ανάλογα με τις ανάγκες και όχι μόνο με πλήρη απασχόληση, τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης μπορούν να επωφεληθούν από τους επαγγελματίες που θέλουν να εργαστούν για να αντιμετωπίσουν τις κυμαινόμενες ανάγκες». Με απλά λόγια αυτό που προτείνει ο επικεφαλής της CareRev είναι ένα «Uber για νοσηλευτές».
Η ιδέα έχει αρχίσει να παίρνει διαστάσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, η οποία έχει ωθήσει το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ στα όριά του, αναδεικνύοντας και επιδεινώνοντας δραματικά τα ήδη μεγάλα προβλήματα. Η επιτακτική ανάγκη της υγειονομικής περίθαλψης να αποφέρει κέρδη έχει αφήσει τα νοσοκομεία θλιβερά υποστελεχωμένα, με ελλιπείς πόρους και ανίκανα να αντιμετωπίσουν σωστά την εισροή ασθενών. Όλοι συμφωνούν, λοιπόν, ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, το θέμα όμως είναι προς ποια κατεύθυνση.
Οι εμπνευστές τέτοιων ιδεών αντί να αναγνωρίσουν ότι δεκαετίες περικοπών οδήγησαν στη σημερινή, χαοτική κατάσταση, αντί να διορθώσουν την μέχρι τώρα πορεία θυσιάζοντας μελλοντικά κέρδη για να αυξήσουν μόνιμα τη δυναμικότητα των νοσοκομείων, επιλέγουν μια πιο προβλέψιμη κίνηση που βαθαίνει περαιτέρω τα αδιέξοδα και οδηγεί στην πλήρη διάλυση της δημόσιας υγείας.
Σε προειδοποιητική στάση εργασίας από τις 8 το πρωί έως και τις 5 το απόγευμα προχωρούν σήμερα οι ταξιτζήδες στην Αττική.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Συνδικάτου Αυτοκινητιστών Ταξί Αττικής (ΣΑΤΑ), οι οδηγοί ταξί δηλώνουν την αντίθεσή τους στην «παράνομη και αυθαίρετη εισβολή της Uber στις επιβατικές μεταφορές» κάνοντας λόγο «για υποκλοπή του έργου», «στην κάθε καινοτομία - πλατφόρμα που κλέβει τον ταξιτζή και τη χώρα μας» ενώ καταγγέλλουν όλους όσους μέχρι σήμερα φρέναραν το νομοσχέδιο που ήδη βρίσκεται στη Βουλή και αφορά τα ταξί.
Επίσης, το ΣΑΤΑ στην ανακοίνωσή του τονίζει πως οι προσπάθειες της κυβέρνησης και του υπουργείου Μεταφορών «να νομοθετήσουν με δίκαιο τρόπο, έπεφτε πάνω σε τοίχο που ύψωναν οι θεσμοί». Και προσθέτει πως «τόσο ο υπουργός Μεταφορών κ. Χρήστος Σπίρτζης, όσο και ο υφυπουργός Νίκος Μαυραγάνης πήραν δημόσια θέση υπέρ των αιτημάτων του κλάδου μας. Το νομοσχέδιο που βρίσκεται στη Βουλή και σύντομα θα γίνει νόμος του κράτους, είναι η δική μας απάντηση στην παρανομία και στην απάτη, που είχαν στήσει ξένα και εγχώρια συμφέροντα με τις ευλογίες προηγούμενων κυβερνήσεων».
Τέλος, καλεί τους οδηγούς ταξί να επιδείξουν σύνεση και υπομονή μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου.