×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 49
Υπόθεση Marfin  / Απόφαση-«βόμβα» από τον Άρειο Πάγο – Ευθύνες στην τράπεζα για τους 3 νεκρούς

Υπόθεση Marfin / Απόφαση-«βόμβα» από τον Άρειο Πάγο – Ευθύνες στην τράπεζα για τους 3 νεκρούς

Πέμπτη, 12/12/2024 - 20:04

Με απόφαση-«βόμβα» ο Άρειος Πάγος καταλογίζει για πρώτη φορά ευθύνες στην ίδια την τράπεζα Marfin14 χρόνια μετά την τραγωδία με τους 3 ανθρώπους – μεταξύ των οποίων μια έγκυο γυναίκα – που έχασαν τη ζωή τους εγκλωβισμένοι στο φλεγόμενο υποκατάστημά της στο κέντρο της Αθήνας. 

Ειδικότερα, όπως αποκαλύπτει το dikastiko.gr, το ανώτατο δικαστήριο ακυρώνει την προηγούμενη απόφαση του Εφετείου και παραπέμπει την υπόθεση από την αρχή στο Μονομελές Εφετείο Αθηνών, με την επισήμανση μάλιστα ότι η εκδίκαση της υπόθεσης πρέπει να γίνει υπό νέα σύνθεση.

«Δεχόμενη σχετική αναίρεση ανήρεσε την με αριθμό 5541/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, αναγνωρίζουσα την ευθύνη της τότε μισθώτριας Τράπεζας MARFIN και των κατ’ ιδίαν εξ αδικοπραξίας μελών του Δ.Σ. της, για την μη λήψη μέτρων ασφαλείας προς αποτροπή της καταστροφής του καταστήματος της MARFIN στο νεοκλασικό κτίριο στην οδό Σταδίου αριθ. 23, συνεπεία πυρκαϊάς κατά τη διάρκεια πορείας – συλλαλητηρίου την 5η Μαΐου 2010» αναφέρεται στην απόφαση που δημοσιεύθηκε επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών Κωνσταντίνου Σακελλαριάδη που εκπροσώπησε την ιδιοκτήτρια του ακινήτου.

Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου «το Εφετείο υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, στέρησε την προσβαλλόμενη απόφαση από νόμιμη βάση, καθόσον διέλαβε ανεπαρκείς, ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες, ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αδικοπρακτικής ευθύνης της πρώτης αναιρεσίβλητης μισθώτριας τράπεζας και των μελών του ΔΣ αυτής (δευτέρου, τρίτου, τετάρτου και πέμπτου των αναιρεσίβλητων), ως προς τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς παραλείψεις, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 914, 330, 300, 297 και 298 του ΑΚ, τις οποίες εσφαλμένα δεν εφάρμοσε κι έτσι παραβίασε αυτές εκ πλαγίου».

Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, κατά την απόφαση του το Εφετείο «ειδικότερα, 1) δέχθηκε ότι για την ολοσχερή καταστροφή του μισθίου δεν φέρει καμία υπαιτιότητα η πρώτη εναγόμενη μισθώτρια, χωρίς να διαλαμβάνει παραδοχές για τη λήψη και την τήρηση των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας, 2) διέλαβε ανεπαρκείς αιτιολογίες εάν οι αποδιδόμενες παραλείψεις στη μισθώτρια τράπεζα και στα μέλη του ΔΣ αυτής, ως οργάνων του νομικού προσώπου, [α) έλλειψη τοποθέτησης στην πρόσοψη του ισογείου καταστήματος ενισχυμένων “αντιβανδαλικών” υαλοπινάκων, οι οποίοι να αντέχουν σε πολλές κρούσεις με βαριά αντικείμενα είτε ρολών ασφαλείας, β) έλλειψη ύπαρξης δεύτερης εξόδου κινδύνου προς κοινόχρηστο χώρο, γ) έλλειψη τοποθέτησης υδροδοτικού πυροσβεστικού δικτύου ή εύκαμπτου σωλήνα συνδεομένου μόνιμα με παροχή ύδατος, δ) έλλειψη μελέτης πυρασφαλείας], ως επίσης να κλείσει το ανωτέρω κατάστημα είτε από την αρχή του ωραρίου λειτουργίας κατά την ημέρα της διαδήλωσης (5-5-2010) είτε πριν από την έναρξη της πορείας, συνετέλεσαν ή μη στην επέλευση του ως άνω αποτελέσματος, συντρεχούσης αιτιώδους συνάφειας, 3) διέλαβε αντιφατικές αιτιολογίες όσον αφορά την κρίση της περί αυτοδίκαιης λύσης της μίσθωσης (στις 5-5-2010), ενώ κατά τις προηγούμενες παραδοχές της, η μίσθωση είχε παραταθεί μέχρι την 30-6-2012 και 4) διέλαβε ανεπαρκείς αιτιολογίες όσον αφορά την κρίση της περί έλλειψης υποχρέωσης της μισθώτριας τράπεζας προς αποκατάσταση των ζημιών του μισθίου και τη μείωση της εμπορικής του αξίας».

Όπως τονίζεται «στην ένδικη περίπτωση, στην οποία επρόκειτο για χώρους εργασίας που χρησιμοποιούνταν ήδη πριν από την 1-1-1995, υπήρχε υποχρέωση “να μην κλειδώνονται” οι έξοδοι κινδύνου, “ούτως ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανεμπόδιστα ανά πάσα στιγμή”. Η υποχρέωση αυτή είχε ενσωματωθεί και στο άρθρο 10 παρ.6 του “εγχειρίδιου ασφαλείας προσωπικού, πελατείας και περιουσίας” της Τράπεζας, που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο του συμβάντος. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 12 -παρ.2 της ΠυρΔ 3/1981, πρέπει να τοποθετείται υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο σε αίθουσες συγκεντρώσεως κοινού των κατηγοριών Β’ και Γ (χωρητικότητας 201 ατόμων και άνω, δηλαδή όχι της κατηγορίας Α’, όπως εν προκειμένω) και, επί πλέον, α) σε αίθουσες συγκεντρώσεως κοινού ανεξαρτήτως κατηγορίας, εφ’ όσον βρίσκονται σε όροφο κτιρίου που υπερβαίνει σε ύψος τα 20 μέτρα και β) σε αίθουσες οιουδήποτε ορόφου, των οποίων η προσέγγιση με εύκαμπτους σωλήνες, τροφοδοτούμενους με νερό από το εξωτερικό του κτιρίου, είναι δυσχερής. Και πάλι, όμως, από την υποχρέωση αυτή (όπως και από την εναλλακτική υποχρέωση τοποθέτησης εύκαμπτου σωλήνα μήκους 15 μέτρων,1 με ακροφύσιο, του οποίου η άλλη άκρη πρέπει να προσαρμόζεται μονίμως σε κρουνό της εσωτερικής υδραυλικής εγκατάστασης, τοποθετημένο προς το σκοπό αυτό, άρθρο 12 παρ.3 της ΠυρΔ 3/1981) απαλλάσσονται όσοι εκμεταλλεύονται αίθουσες συγκέντρωσης κοινού με πληθυσμό μικρότερο των 50 ατόμων, στις οποίες θεωρείται αρκετή η πρόβλεψη τουλάχιστον 2 φορητών πυροσβεστήρων ξηράς κόνεως (άρθρο 12 παρ.1 περ. δ’ της ΠυρΔ 3/1981). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΠυρΔ 3/1981, οι διευθυντές και οι επιχειρηματίες αιθουσών συγκεντρώσεως κοινού, κατά την έννοια της ΠυρΔ, υποχρεούνται να οργανώνουν και εκπαιδεύουν το προσωπικό τους, συνεχώς, σε θέματα πυροπροστασίας, κατάσβεσης πυρκαγιών, εκκένωσης των χώρων κ.λπ.»

Και καταλήγει ο Άρειος Πάγος: «Για τους λόγους αυτούς αναιρεί την υπ’ αριθ. 5541/2020 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά τα λοιπά. Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Αθηνών, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός εκείνου που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση».

Υπενθυμίζεται ότι το τραγικό περιστατικό έγινε στις 5 Μαΐου του 2010. Το 2013 στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Οι φυσικοί αυτουργοί δεν έχουν βρεθεί ακόμη. 

Οι οικογένειες των θυμάτων, μετά την αποδεδειγμένη ενοχή των στελεχών της MARFIN, σε βαθμό πλημμελήματος, στράφηκαν κατά της τράπεζας διεκδικώντας αποζημιώσεις. Ωστόσο, ενώ το Εφετείο είχε επιδικάσει αποζημιώσεις συνολικά 2,24 εκατομμυρίων ευρώ στις οικογένειες των θυμάτων και των 24 εργαζόμενων του υποκαταστήματος, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε την απόφαση, στέλνοντας την πίσω στο Εφετείο, καθώς έκρινε υπερβολικά τα ποσά της αποζημίωσης που επιδικάστηκαν.

Για την καταβολή αποζημιώσεων στους συγγενείς είχε παρέμβει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης το 2020. Ωστόσο, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη παρέπεμψε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτος την υπόθεση αποζημίωσης των θυμάτων της Marfin, προφασιζόμενο ότι «υπάρχει ένα νομικό ζήτημα, που αφορά στον τρόπο πληρωμής».

Marfin: 12 χρόνια υποκρισίας και πολιτικής τυμβωρυχίας, χωρίς δικαίωση για τα θύματα

Πέμπτη, 05/05/2022 - 22:28

Σήμερα συμπληρώνονται 12 χρόνια από τη τραγωδία στην τράπεζα Marfin στη Σταδίου, όπου έχασαν τη ζωή τους η 32χρονη έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, ο 36χρονος Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η 35χρονη Παρασκευή Ζούλια.

Τα τραγικά θύματα της τραγωδίας αυτής, όχι μόνο εργαλειοποιήθηκαν χυδαία από πολιτικούς τυμβωρύχους για να απονομιμοποιήσουν το δικαίωμα της δημόσιας διαμαρτυρίας. αλλά το κυριότερο απ’ όλα, 12 ολόκληρα χρόνια μετά, δεν έχουν βρει δικαίωση.

Της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου και του Αυγουστίνου Ζενάκου για το Κοσμοδρόμιο

Πέρυσι, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ανακοίνωσε πως «από την Εισαγγελία Αθηνών διετάχθη προκαταρκτική διερεύνηση αδικημάτων για την υπόθεση της Μαρφίν, κατόπιν νέων στοιχείων που προσκομίσθηκαν από την ΕΛ.ΑΣ.». Πριν από δύο χρόνια περίπου, μετά την τελετή τοποθέτησης αναμνηστικής πλακέτας στην οδό Σταδίου, πληροφορίες για «νέα στοιχεία», που οδηγούν μάλιστα σε κατηγορίες για «τρομοκρατική οργάνωση», είχαν εμφανιστεί σε κάποια μέσα ενημέρωσης, αλλά, όπως συμβαίνει συχνά με τέτοιες διαρροές, δεν δόθηκε συνέχεια. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ήταν υπουργός το 2010, ενώ ο Λευτέρης Οικονόμου, σημερινός υφυπουργός, ήταν τότε αρχηγός της αστυνομίας.

Παρά τη βαρύτητα της υπόθεσης και της ογκωδέστατης αρθρογραφίας γύρω από αυτήν, ελάχιστες πτυχές της πρώτης απόπειρας της ΕΛ.ΑΣ. να την εξιχνιάσει έχουν γίνει ευρέως γνωστές. Και όσο επιμένει κανείς να εξετάζει ποιες αποφάσεις ελήφθησαν και ποια διαδικασία ακολουθήθηκε από τις αρμόδιες αρχές, ενώ παράλληλα ο εμπρησμός αυτός γινόταν ένα από τα κυριότερα όπλα των δημοσιολόγων και των πολιτικών που ξιφουλκούσαν στη δημόσια σφαίρα, τόσο περισσότερο οι απορίες πληθαίνουν.

Προσαγωγές, προληπτικές και μη


Στις 5 Μαΐου 2010, το κέντρο της Αθήνας κατακλύστηκε από διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν για τα τότε επικείμενα μέτρα που θα λάμβανε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου στο πλαίσιο της υπαγωγής της Ελλάδας σε «πρόγραμμα σταθερότητας».

Μολονότι είχε κηρυχθεί γενική απεργία, στο υποκατάστημα της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου, την ώρα της διαδήλωσης οι υπάλληλοι εργάζονταν. Εξαιτίας της διαδήλωσης, το υποκατάστημα ήταν κλειστό για το κοινό και, όπως έγινε γνωστό αργότερα, οι υπάλληλοι είχε συμβεί και άλλες φορές να εργάζονται σε μέρες απεργιών και διαδηλώσεων – ακόμη και διαδηλώσεων στις οποίες είχαν σημειωθεί ταραχές.

Εκείνη την ημέρα, δυστυχώς, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Άγνωστοι πυρπόλησαν το υποκατάστημα της Marfin, το βιβλιοπωλείο «Ιανός», καθώς και άλλα κτήρια στη Σταδίου. Οι περισσότεροι υπάλληλοι κατόρθωσαν να βγουν ζωντανοί από τη φωτιά στη τράπεζα, κάποιοι από τα μπαλκόνια, κάποιοι από το διπλανό κτήριο, ένας τουλάχιστον από την κύρια είσοδο. Τρεις, η Παρασκευή Ζούλια, ο Επαμεινώνδας Τσακάλης και η Αγγελική Παπαθανασοπούλου (η οποία, όπως δημοσιοποιήθηκε, ήταν έγκυος) έχασαν τη ζωή τους από τις αναθυμιάσεις.

Λίγες ώρες μετά τον εμπρησμό, η αστυνομία πραγματοποιεί εφόδους σε καταλήψεις και στέκια του αντιεξουσιαστικού χώρου και προσάγει δεκάδες άτομα. Μετά από μια αναμονή περίπου επτά ωρών σε έναν διάδρομο της ΓΑΔΑ (Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής), όλοι οι προσαχθέντες αφήνονται ελεύθεροι. Δεν συλλαμβάνεται κανένας και κανένας δεν παραπέμπεται στον ανακριτή.

Ύστερα, η αστυνομία μοιάζει να μην κάνει τίποτε άλλο για την υπόθεση, για έναν ολόκληρο χρόνο. Ωστόσο, με αφορμή τον εμπρησμό της Marfin, ενεργοποιείται εκ νέου το περίφημο δόγμα της «προληπτικής προσαγωγής». Βάσει αυτού, όλα τα επόμενα χρόνια, η αστυνομία θα εγκαταστήσει ομάδες της κυρίως έξω από σταθμούς του μετρό και θα προσάγει όποιον δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται καθ’ οδόν προς μια διαδήλωση. Οι προσαχθέντες κατά κανόνα θα κρατούνται για μερικές ώρες, ως το πέρας της διαδήλωσης, και στη συνέχεια θα αφήνονται ελεύθεροι.

Ένα ανώνυμο σημείωμα


Τον Απρίλιο του 2011, λίγο πριν την πρώτη επέτειο του εμπρησμού της Marfin, αστυνομικοί με πολιτικά εμφανίζονται μπροστά στο σπίτι του Θ. και του ζητούν να τους ακολουθήσει. «Μια απλή προσαγωγή» του λένε, δίχως άλλες διευκρινίσεις. Αναγκαστικά, επιβιβάζεται στο αυτοκίνητό τους και τον οδηγούν στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής. Δεν του λένε ποτέ γιατί βρίσκεται εκεί, παρά μόνο του ζητούν να φορέσει διάφορα πράγματα: ένα τζόκεϊ, ένα ζευγάρι γυαλιά. Ο Θ. αντιλαμβάνεται ότι συμμετέχει σε μια διαδικασία αναγνώρισης, όμως ποτέ δεν του αναφέρουν για ποιο θέμα. Δεν του επιτρέπουν να ειδοποιήσει κανέναν ούτε έχει πρόσβαση σε δικηγόρο. Τον κρατούν συνολικά οκτώ ώρες.

Παράλληλα, η εισαγγελία έχει ήδη ζητήσει προκαταρκτική εξέταση. Προτού φύγει από τη ΓΑΔΑ, ο Θ. παραλαμβάνει κλήση να παράσχει, πλέον, «έγγραφες εξηγήσεις». Για ποιο πράγμα τις οφείλει αυτές τις εξηγήσεις το μαθαίνει τις αμέσως επόμενες μέρες, όταν ο δικηγόρος του, Δημήτρης Κατσαρής, παραλαμβάνει τη δικογραφία που έχει σχηματιστεί.

Ο Θ., μαζί με δύο ακόμη άτομα, τον Λ. και τον Τ., θεωρείται ύποπτος για τον εμπρησμό της Marfin. Ο λόγος για τον οποίον η Ελληνική Αστυνομία έχει καταλήξει σε αυτούς τους υπόπτους είναι ένα ανώνυμο σημείωμα που ισχυρίζεται ότι έχει λάβει λίγες μέρες νωρίτερα, από άγνωστο αποστολέα. Το σημείωμα γράφει επί λέξει τα εξής (παραλείπουμε ονόματα, διευθύνσεις και τηλέφωνα και διατηρούμε ορθογραφία και στίξη):

Δεν θέλω να πω όνομα ειμαι ενας πολιτης και θέλω να πω μόνο ότι οι αναρχικοι απ τα εξαρχεια πάνε στην κερατατέα μολότοφ για να πετάνε στους αστυνομικους στις φασαρίες που γινονται για το χυτα

Τρεις από αυτούς που κάνουν κουμαντό είναι ο […] μένει στην […] και εχει τηλεφωνο […], ο […] ΕΧΕΙ ΈΝΑ […] και […] το τηλεφωνο αυτού είναι […] […] Αυτος μένει […] Αυτοί και άλλοι είναι μπλεγμένοι στα επισοδια στην αθήνα, πάνττα πάνε ήταν και στο κάψιμο στην ΜΑΡΦΙΝ ΤΗΝ 5 ΜΑΗ 2010 μπροσταρηδες.

Από τη δικογραφία, ο Θ. και η υπεράσπισή του μαθαίνουν ότι, σύμφωνα με την αστυνομία, ο ίδιος μαζί με άλλα άτομα έκαψαν την τράπεζα προκαλώντας τον θάνατο των τριών θυμάτων, ενώ ο ίδιος ο Θ. φέρεται να πέταξε τη μοιραία μολότωφ.

Ωστόσο, από το στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, για τους δύο άλλους «υπόπτους» που αναφέρονται στο ανώνυμο σημείωμα της αστυνομίας, προκύπτουν στοιχεία πως δεν εμπλέκονται στον εμπρησμό. Για τον μεν Λ. προκύπτει 100% αναγνώριση από αυτόπτη μάρτυρα πως όχι μόνο δεν συμμετείχε στην επίθεση στην τράπεζα, αλλά ότι προσπαθούσε να αποτρέψει την επίθεση στον «Ιανό». Για τον δε Τ., προκύπτει ότι ακριβώς τη στιγμή του εμπρησμού, μολονότι βρισκόταν κοντά στην τράπεζα, είχε μια άσχετη τηλεφωνική συνομιλία, συνεπώς ήταν αδύνατον ταυτόχρονα να συμμετέχει στην επίθεση.

Από τους τρεις αναφερόμενους στο σημείωμα, μόνο ο Θ. παραμένει υπό ανάκριση. Όμως, από τη δικογραφία προκύπτει επίσης ότι υπάρχει και άλλο ένα άτομο, ο Π., που δεν αναφέρεται στο ανώνυμο σημείωμα, και κατηγορείται για τον εμπρησμό του «Ιανού», με βάση αναγνώριση μιας φωτογραφίας κατά 70% από αυτόπτη μάρτυρα.

Η εμφάνιση του Θ. στον ανακριτή ορίζεται για τις 5 Μαΐου 2011, ανήμερα της επετείου του εμπρησμού. Ήδη ορισμένα μέσα ενημέρωσης δημοσιεύουν διαρροές ότι υπήρξαν «συλλήψεις» για τη Marfin και τον «Ιανό», φωτογραφίζοντας τους προσαχθέντες.

Στο υπόμνημα που καταθέτει ο δικηγόρος του Θ. επισημαίνονται με σαφήνεια τα προβλήματα της δικογραφίας. Λόγου χάρη, στη δικογραφία περιλαμβάνεται σειρά φωτογραφιών, τις οποίες είχε τραβήξει φωτογράφος πίσω από τη τζαμαρία του «Ιανού», όπου φαίνεται η ομάδα ατόμων για την οποία αυτόπτες μάρτυρες έχουν υποστηρίξει πως την είδαν να βάζει φωτιά στη Marfin. Σε αυτήν πρωτοστατεί ένας νεαρός με καλυμμένο πρόσωπο, γυαλιά και τζόκεϊ, μαύρη μπλούζα, τζιν παντελόνι και αθλητικά παπούτσια. Οι φωτογραφίες είναι πράγματι τραβηγμένες ακριβώς λίγο πριν και λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι, όταν ξέσπασε η φωτιά. Το ίδιο άτομο με την ίδια αμφίεση εμφανίζεται και σε άλλη σειρά φωτογραφιών, από κάμερα κοντά στη Συγγρού, λίγο μετά τον εμπρησμό.

Ωστόσο, στην ίδια τη δικογραφία, περιλαμβάνονται και φωτογραφίες από κάμερα της τράπεζας Eurobank, στη γωνία Αιόλου και Σταδίου, στην οποία φαίνεται ξεκάθαρα ο Θ., δεκαπέντε λεπτά περίπου πριν τον εμπρησμό, να ακολουθεί την πορεία. Από τις φωτογραφίες της κάμερας της τράπεζας προκύπτει ότι φορούσε διαφορετικού χρώματος τζόκεϊ και διαφορετικά ρούχα από το άτομο που αυτόπτες αναγνώρισαν ως εμπρηστή της Marfin.

Συγχαρητήρια για τον πελάτη σας!

Θα περάσει σχεδόν ενάμισης χρόνος από την προκαταρκτική εξέταση και την υποβολή του υπομνήματος, ωσότου να διεξαχθεί η ανάκριση. Μόνοι ύποπτοι πια απομένουν ο Θ. για τον εμπρησμό της Marfin και ο Π. για τον εμπρησμό του Ιανού.

Όταν ο Θ. καλείται να απολογηθεί στον ανακριτή, η υπεράσπισή του, που πια εκτός από τον Δημήτρη Κατσαρή περιλαμβάνει και την Βούλα Γιαννακοπούλου, ξαναθέτει το ζήτημα ότι από τις ίδιες τις φωτογραφίες της δικογραφίας προκύπτει πως ο Θ. δεν είναι το άτομο στο οποίο οι αυτόπτες αποδίδουν τον εμπρησμό. Ο ανακριτής γνωμοδοτεί ότι ο Θ. δεν πρέπει να προφυλακιστεί. Η εισαγγελέας, όμως, στην οποία ο Θ. και οι δικηγόροι του εμφανίζονται ακολούθως, έχει διαφορετική άποψη. Στην πραγματικότητα, απορρίπτει όλο τον ισχυρισμό του Θ. πως δεν πρόκειται για τον ίδιο, αφού φορούσε διαφορετικά ρούχα, με επιχείρημα την κατάθεση ενός αστυνομικού πως «συχνά όσοι προκαλούν επεισόδια αλλάζουν ρούχα για να μην αναγνωρίζονται».

Ο Θ. οδηγείται στο κρατητήριο της Ευελπίδων, ώσπου το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών να συνεδριάσει σχετικά με τη διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα. Όσο οι δικηγόροι του περιμένουν, δέχονται τηλεφωνήματα από δημοσιογράφους μεγάλων μέσων ενημέρωσης: «Συγχαρητήρια για τον πελάτη σας!». «Μα, πού ξέρετε το αποτέλεσμα; Το Συμβούλιο συνεδριάζει ακόμη», αναρωτιούνται οι δικηγόροι. Πράγματι, λίγο αργότερα τους ανακοινώνεται πως το Συμβούλιο αποφασίζει να άρει τη διαφωνία υπέρ του ανακριτή και ο Θ. αφήνεται ελεύθερος, με όρους την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και την εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα μία φορά τον μήνα. Παράλληλα, δεν προφυλακίζεται ούτε ο κατηγορούμενος για τον εμπρησμό του «Ιανού».

Λίγους μήνες αργότερα, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών εκδίδει το βούλευμά του και παραπέμπει και τους δύο σε δίκη. Μοιάζει σαν οι μείζονες κινήσεις των διωκτικών και δικαστικών αρχών σε αυτή την υπόθεση να γίνονται, κατά περίεργη σύμπτωση, πάντοτε γύρω από την επέτειο του εμπρησμού.

Αυτοί έκαψαν τη Marfin


Μολονότι, ως εκείνη τη στιγμή, είχαν υπάρξει πάμπολλες διαρροές στα μέσα ενημέρωσης που κάνουν λόγο για ακλόνητα στοιχεία της αστυνομίας, αδιαμφισβήτητες αναγνωρίσεις των κατηγορουμένων από αυτόπτες κ.ο.κ., όλα απολύτως αναληθή, η ταυτότητα των υπόπτων είχε τουλάχιστον παραμείνει εκτός δημοσιότητας. Η εφημερίδα που το αλλάζει αυτό είναι η Real News, στην οποία διαρρέει το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Το δημοσιεύει στο πρωτοσέλιδό της με τίτλο «Αυτοί έκαψαν τη Marfin». Μέσω της αναπαραγωγής του δημοσιεύματος, οι δύο κατηγορούμενοι διαπομπεύονται στο πανελλήνιο. Αλλά το δημοσίευμα κάνει και κάτι άλλο: αναφέρει δίχως καμία επιφύλαξη, και μάλιστα σε τονισμένο χωριστό πλαίσιο υπό τον τίτλο «”Σκληροί” αντιεξουσιαστές με δεκάδες προσαγωγές», ότι «μέλη του πλέον σκληρού πυρήνα των αντιεξουσιαστών είναι και οι δύο κατηγορούμενοι. Έχουν προσαχθεί δεκάδες φορές στην Κρατική Ασφάλεια κατά τη διάρκεια επεισοδίων μεταξύ “μπαχαλάκηδων” και δυνάμεων των ΜΑΤ στο κέντρο της Αθήνας, ως ύποπτοι για εκτόξευση βομβών μολότωφ και άλλων αντικειμένων εναντίον αστυνομικών. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύκλου ερευνών σχετικά με τη δράση της οργάνωσης Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, τα ονόματά τους κατεγράφησαν σε πληροφοριακό σημείωμα της Αντιτρομοκρατικής, γιατί είχαν στενές σχέσεις με τρεις από τους μετέπειτα προφυλακισμένους για συμμετοχή στην οργάνωση αυτή, όμως ποτέ δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ότι οι κατηγορούμενοι για τον εμπρησμό της Marfin είχαν σχέση με τους Πυρήνες της Φωτιάς».

Χαρακτηριστικό δείγμα αυτού που σήμερα πια είναι της μόδας να ονομάζουμε fake news, είναι προφανές ότι το απόσπασμα αυτό στοχεύει απλώς να παραθέσει τα ονόματα των κατηγορουμένων δίπλα στη φράση «Πυρήνες της Φωτιάς». Καμία τέτοια σύνδεση δεν σημειώνεται στην πραγματικότητα.

Οι κατηγορούμενοι παραπέμπονται σε δίκη με κατηγορίες για ανθρωποκτονία και απόπειρα ανθρωποκτονίας, κατασκευή εκρηκτικών μηχανισμών και φθορά ξένης περιουσίας.

Η δίκη του Θ. και του Π. αναβάλλεται πολλές φορές και καταλήγει να ξεκινήσει στις 19 Σεπτεμβρίου του 2016. Η μόνη πολιτική αγωγή που παραστάθηκε ήταν της οικογένειας της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου. Οι άλλες οικογένειες θυμάτων, οι υπάλληλοι της τράπεζας αλλά και η ίδια η τράπεζα, μολονότι κατά την ανάκριση είχαν δηλώσει ότι θα παρασταθούν, δεν παραστάθηκαν.

Στη δίκη δεν υπάρχει καμία αναγνώριση από κανέναν μάρτυρα για κανέναν από τους δύο κατηγορουμένους. Επιπλέον, η υπεράσπιση του Θ. επαναλαμβάνει το επιχείρημά της ότι ο Θ. εμφανίζεται με διαφορετικά ρούχα σε φωτογραφία σε άλλο σημείο, δεκαπέντε λεπτά πριν τον εμπρησμό. Και φέρνει στο δικαστήριο έναν εμπειρογνώμονα, ο οποίος συγκρίνοντας τις δύο ομάδες φωτογραφιών και εστιάζοντας στα αυτιά του φερόμενου ως δράστη και του κατηγορουμένου, αποδεικνύει πως πρόκειται για αυτιά με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά και συνεπώς για δύο διαφορετικούς ανθρώπους.

Η εισαγγελέας προτείνει στο δικαστήριο να κριθούν αθώοι οι κατηγορούμενοι. Το δικαστήριο κρίνει τα στοιχεία ανεπαρκή και, αποφεύγοντας στην απόφασή του οποιαδήποτε κρίση για την αστυνομική ή την ανακριτική διαδικασία, αθωώνει ομόφωνα τους κατηγορούμενους. Η απόφαση εκφωνείται στις 31 Οκτωβρίου 2016.

Αναρχικοί, διαδηλώσεις και τέτοια


Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί την υπόθεση χειρίζεται εξαρχής και καθόλη τη διάρκειά της η Κρατική Ασφάλεια, της οποίας το αντικείμενο είναι, σύμφωνα με κατάθεση αστυνομικού στο δικαστήριο, «οι αναρχικοί, οι διαδηλώσεις και τέτοια» και όχι οι ανθρωποκτονίες; Γιατί δεν εμπλέκεται ποτέ το Τμήμα Εγκλημάτων Κατά Ζωής, το οποίο στο κάτω κάτω είναι το αρμόδιο για την εξιχνίαση ανθρωποκτονιών;

Δεύτερον, τι ήταν αυτό το περίφημο ανώνυμο σημείωμα, που τόσο βολικά ανέφερε τρία άτομα με το ονοματεπώνυμό τους; Πώς περιήλθε στην κατοχή της αστυνομίας; Ήρθε με το ταχυδρομείο; Αν ναι, πού ήταν ο φάκελος; Γιατί δεν εξετάστηκε ποτέ για αποτυπώματα; Γιατί δεν έγινε καμία απόπειρα να βρεθεί ο αποστολέας του; Αυτά και άλλα ερωτήματα που τέθηκαν επιμόνως και επί μακρόν, ουδέποτε απαντήθηκαν από την αστυνομία στο δικαστήριο. Εντούτοις, παρά το άλυτο μυστήριο της προέλευσής του και παρότι δύο στα τρία ονόματα που ανέφερε αποδείχτηκαν αμέσως άστοχα, γεγονός που προδιέθετε μάλλον αρνητικά για την εγκυρότητά του, αυτό το ουρανοκατέβατο, επιτηδευμένα ανορθόγραφο, παράξενα δακτυλογραφημένο σημείωμα από κάποιον άγνωστο στην «Κερατατέα» συνέχισε να χρησιμοποιείται από την αστυνομία ως ακράδαντο πειστήριο για την ενοχή του Θ. Η αστυνομία δεν αναφέρει την εξέταση κανενός άλλου ενδεχομένου.

Τρίτον, παρά τις αιτιάσεις της υπεράσπισης του Θ. ότι φαίνεται σε φωτογραφίες να φορά ρούχα διαφορετικά από αυτά που φορά ο φερόμενος ως δράστης, οι ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές δίνουν βάση στην κατάθεση αστυνομικού που υποστηρίζει ότι «συχνά όσοι προκαλούν επεισόδια αλλάζουν ρούχα για να μην αναγνωρίζονται». Η αστυνομία λοιπόν επιχειρηματολογεί ότι ο Θ. είναι ο πρώτος μπαχαλάκιας της Ιστορίας ο οποίος άλλαξε ρούχα προτού προκαλέσει τα επεισόδια αλλά δεν τα άλλαξε μετά. Πώς γίνεται οι εισαγγελικές αρχές να δέχονται αυτό το επιχείρημα ως επαρκές για να παραπεμφθεί σε δίκη;

Τέταρτον, ο μάρτυρας που είχε αναγνωρίσει από φωτογραφίες κατά 70% τον Π. ως τον δράστη της επίθεσης στον «Ιανό», στη συνέχεια διαβεβαιώνει ότι κατά 100% δεν τον αναγνωρίζει. Στην περίπτωση αυτή, μάλιστα, δεν υπάρχει ούτε καν ένα παράξενο, αγνώστου προέλευσης, ανώνυμο σημείωμα. Παρόλα αυτά, ο Π. παραπέμπεται σε δίκη. Πώς είναι δυνατόν μια τέτοια ισχνή αστυνομική επιχειρηματολογία να περνάει τόσο εύκολα όλα τα στάδια ανακριτικών και εισαγγελικών ελέγχων;

Πέμπτον, κατά την εξέταση της δικογραφίας προέκυψε, όπως αναφέρθηκε στην ακροαματική διαδικασία, ότι η ΕΛ.ΑΣ. είχε κατάσχει από τον Θ. ένα κινητό τηλέφωνο. Ο αριθμός, ωστόσο, που ανέφερε η ΕΛ.ΑΣ. στην έκθεσή της, όπως και πάλι προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία, ότι αντιστοιχούσε στην κάρτα sim που βρέθηκε στο εν λόγω κινητό, δεν αντιστοιχούσε σε αυτή αλλά επρόκειτο για αριθμό που χρησιμοποιούσε ο κατηγορούμενος δύο χρόνια πριν τα συμβάντα στη Marfin και είχε έκτοτε καταργήσει. Μολονότι ερωτήθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία, οι μάρτυρες αστυνομικοί ουδέποτε απάντησαν στο εξής προφανές ερώτημα: δεδομένου ότι ο Θ. δεν είχε στο παρελθόν απασχολήσει την ΕΛ.ΑΣ. με τρόπο ώστε να κατασχεθεί το τηλέφωνό του, γιατί ήταν γνωστός ο προγενέστερος και καταργημένος αριθμός του στην ΕΛ.ΑΣ., έτσι ώστε εκ παραδρομής, όπως φαίνεται, να εμφανιστεί αντί για για τον τρέχοντα και ενεργό αριθμό;

Έκτον, γιατί επί έναν χρόνο μετά τον εμπρησμό δεν έκανε η αστυνομία καμία ενέργεια για τον εντοπισμό των δραστών; Και γιατί επί άλλα έξι χρόνια, παρά την προφανή αδυναμία των στοιχείων που συγκεντρώνονταν κατά του Θ. και του Π., δεν εξέτασε ποτέ κανένα άλλο ενδεχόμενο;

Προσαγωγές, ξανά


Από τον χειρισμό της υπόθεσης του εμπρησμού της Marfin δεν προκύπτει η παραμικρή γνώση για την ταυτότητα των πραγματικών δραστών. Προκύπτουν όμως ισχυρές ενδείξεις ότι η αστυνομία κατέφυγε στην, γνωστή σε όσους μελετούν ανάλογες υποθέσεις, τακτική της αναζήτησης βολικών υποψηφίων ανάμεσα σε παλαιότερους προσαχθέντες.

Αν και η «προσαγωγή» είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται ευρέως, σπάνια γίνεται λόγος για το πόσο ανορθόδοξη πρακτική αποτελεί. Νομικό έρεισμα βρίσκει κατά κύριο λόγο στο άρθρο 74 του Προεδρικού Διατάγματος 141 του 1991. Εκεί περιγράφεται η υποχρέωση του αστυνομικού να «οδηγεί στο αστυνομικό κατάστημα για εξέταση άτομα τα οποία στερούνται στοιχείων αποδεικτικών της ταυτότητάς τους ή τα οποία, εξαιτίας του τόπου, του χρόνου, των περιστάσεων και της συμπεριφοράς τους δημιουργούν υπόνοιες διάπραξης εγκληματικής ενέργειας».

Η προσαγωγή διαφέρει από τη σύλληψη, βάσει μιας λογικής ακροβασίας που περιγράφεται στις αστυνομικές εγκυκλίους: σύλληψη νοείται η αστυνομική πράξη που έχει ως αποτέλεσμα τη στέρηση, έστω και προσωρινή, της προσωπικής ελευθερίας, ενώ η προσαγωγή είναι η μετάβαση στο αστυνομικό τμήμα στο πλαίσιο ενός «ελέγχου» και συνεπώς δεν περιορίζει, σύμφωνα με την αστυνομία, την «προσωπική ελευθερία», αλλά μόνο την «ελευθερία κίνησης». Την ίδια στιγμή, βέβαια, κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί την προσαγωγή του, διότι τότε απλώς θα τον συλλάβουν για «αντίσταση». Ουσιαστικά, η προσαγωγή είναι μια σύλληψη δίχως τα δικαιώματα του συλληφθέντα, όπως το να έχει δικηγόρο.

Σε αντίθεση με τη σύλληψη, ωστόσο, η προσαγωγή υποτίθεται ότι δεν αφήνει «ίχνος»: αν κάποιος προσαχθεί και στη συνέχεια αφεθεί ελεύθερος, δεν πρέπει να υπάρχει καμία καταγραφή του γεγονότος της προσαγωγής του. Μολοντούτο, η αστυνομία τηρεί «αρχεία προσαγωγών». Το παραδέχτηκε άλλωστε, κατά την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης Μαρφίν, ανθυπαστυνόμος της υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας, ο οποίος, δίχως να αντιλαμβάνεται κάποιο πρόβλημα, είπε στο ακροατήριο: «…συμβαίνει η υπηρεσία να κάνει μαζικές προσαγωγές, κρατάμε αρχείο προσαχθέντων για να αποδεικνύεται ότι κάποιος ήταν εκεί και όχι αλλού».

Το αρχείο αυτό στην πράξη συνιστά μια δεξαμενή υπόπτων. Στην πρώτη της μορφή, η δεξαμενή αυτή χρονολογείται από το 1995, όταν περιέλαβε τα στοιχεία όσων προσήχθησαν μετά την κατάληψη του Πολυτεχνείου. Έκτοτε, επεκτείνεται με τα στοιχεία όσων προσάγονται μαζικά σε επιχειρήσεις της αστυνομίας.

Υπάρχουν λόγοι να πιστέψει κανείς ότι τόσο ο Θ. όσο και ο Π. είχαν βρεθεί σε τέτοια δεξαμενή. Ο Θ. επειδή είναι αναρχικός και είχε συνδικαλιστική δράση. Ο Π. επειδή πριν από χρόνια είχε προσαχθεί μετά από ένα συλλαλητήριο όπου είχε συμμετάσχει.

Το ότι αντλήθηκαν από δεξαμενή υπόπτων θα μπορούσε να εξηγήσει την εμπλοκή της Κρατικής Ασφάλειας αντί του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής. Θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει τόσο το γιατί η αστυνομία γνώριζε τον προ διετίας καταργημένο αριθμό τηλεφώνου του Θ., και τον μπέρδεψε με τον τρέχοντα, όσο και γιατί η κλήση να απολογηθεί ο Π. στον ανακριτή ανέφερε τη διεύθυνση που είχε καταγραφεί στην προ ετών προσαγωγή του και όχι την τρέχουσα.

Όσο για το ανώνυμο σημείωμα, δεν φαίνεται ότι θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια. Μοιάζει, ωστόσο, εξόχως πρόσφορο μέσο για να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη κάποιος που ήταν οιονεί σεσημασμένος από την αστυνομία, αλλά δεν πρέπει να γίνει δημοσίως γνωστή η διαδικασία με την οποία σημάνθηκε.

Πηγή: Κοσμοδρόμιο 

Αρχίζει σήμερα η δίκη για τον εμπρησμό της Marfin

Δευτέρα, 19/09/2016 - 09:00
Για σήμερα Δευτέρα έχει προγραμματιστεί η έναρξη, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, της δίκης για τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin στη Σταδίου που κόστισε τη ζωή στην έγκυο Αγγελική Παπαθανασοπούλου, στην Παρασκευή Ζούλια και στον Επαμεινώνδα Τσάκαλη, αλλά και για τη βομβιστική επίθεση στο βιβλιοπωλείο «Ιανός», επιθέσεις που είχαν γίνει κατά τη διάρκεια συλλαλητηρίου για το πρώτο Μνημόνιο, τον Μάιο του 2010.

Στο εδώλιο του Πρωτοβάθμιου Κακουργιοδικείου κάθονται ένας, 34χρονος, που σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών είναι, μαζί με άλλους δύο άγνωστους, δράστης της επίθεσης με μολότοφ κατά του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου, και ένας άλλος επίσης 34χρονος, που φέρεται υπαίτιος για την επίθεση στον «Ιανό» μαζί με άλλους τρεις άγνωστους δράστες.

Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν, κατά περίσταση, αδικήματα για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, έκρηξη, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικής βόμβας και απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας.

Και οι δύο κατηγορούμενοι είναι ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους, καθώς μετά την απολογία τους στον ανακριτή είχε προκύψει διαφωνία ανακριτή και εισαγγελέα για την προφυλάκισή ή μη, με την εισαγγελική λειτουργό να τάσσεται υπέρ της κράτησής τους και τον ανακριτή να θεωρεί πως δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να διαταχθεί η προφυλάκιση. Τη θέση του ανακριτή είχε υιοθετήσει και το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, που είχε κληθεί να άρει τη διαφωνία ανακριτή - εισαγγελέα, και έτσι οι κατηγορούμενοι είχαν αφεθεί ελεύθεροι.



πηγή 902.gr




Αλληλεγγύη από ΠΟΣΠΕΡΤ για Σίψα - Στρατούλη

Παρασκευή, 20/12/2013 - 22:27

Δύο ψηφίσματα αλληλεγγύης έδωσε στη δημοσιότητα η ΠΟΣΠΕΡΤ, ζητώντας το σταμάτημα των διώξεων των Θ. Σίψα και Σ. Στρατούλη.

Τα ψηφίσματα είναι τα ακόλουθα:

"Η ΠΟΣΠΕΡΤ εκφράζει την αμέριστη συμπαράσταση και αλληλεγγύη της στον διωκόμενο Θοδωρή Σίψα και την αντίθεσή της με την δίωξη που στηρίζεται σε αβάσιμες, ανυπόστατες και κατασκευασμένες κατηγορίες.

Ο Θοδωρής Σίψας, ένας εργαζόμενος στις ταχυμεταφορές, ήταν ένας από τους χιλιάδες απεργούς – διαδηλωτές που συμμετείχαν στην πανεργατική απεργία και την συγκέντρωση ενάντια στην ψήφιση του Μνημονίου Ι στις 5/5/2010.

Δεν έχει καμία σχέση με τις κατηγορίες που του αποδίδονται για τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin στην οδό Σταδίου, που στοίχισε την ζωή σε τρεις ανθρώπους.

Η υπόθεση του Θοδωρή Σίψα είναι μια εξόφθαλμη περίπτωση κατασκευής ενόχων από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, προκειμένου να στοχοποιηθούν για τις πολιτικές τους ιδέες αγωνιζόμενοι άνθρωποι που αντιστέκονται στην εξαθλίωση και τον εκφασισμό της κοινωνίας.

Οι αγωνιζόμενοι εργαζόμενοι της ΕΡΤ υπερασπιζόμαστε κάθε συνάδελφο που μπαίνει στο στόχαστρο της κατασταλτικής πολιτικής, λόγω της πολιτικής του ταυτότητας.

ΝΑ ΜΗ ΓΙΝΕΙ Ο Θ.ΣΙΨΑΣ, ΕΝΑΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΟΥΜΕ ΕΔΩ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑΞΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ, ΤΟ ΕΞΙΛΑΣΤΗΡΙΟ ΘΥΜΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΤΡΑΓΙΚΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ.

ΑΜΕΣΗ ΠΑΥΣΗ ΚΑΘΕ ΔΙΩΞΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ".


2) "Ο Σπύρος Στρατούλης, κρατούμενος των φυλακών Λάρισας στην Ελλάδα, έχει ξεκινήσει απεργία πείνας από τις 11 Νοεμβρίου 2013. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ιατρική γνωμάτευση, η κατάσταση της υγείας του χαρακτηρίζεται κρίσιμη, με ορατό τον κίνδυνο σοβαρών και μη αναστρέψιμων βλαβών για τον οργανισμό του.

Ο Σπύρος Στρατούλης είναι κρατούμενος εδώ και 22 χρόνια και σε λίγο καιρό ετοιμαζόταν να αποφυλακιστεί. Για το λόγο αυτό και στο πλαίσιο της επανακοινωνικοποίησής του, η διοίκηση των φυλακών Λάρισας του επέτρεπε κάποιες εξόδους από τη φυλακή. Ξαφνικά, όμως, η χορήγηση των αδειών σταμάτησε, γιατί η αστυνομία τον ενέπλεξε σε μια πολιτική υπόθεση με την ονομασία «Στέκια Θεσσαλονίκης».

Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή, διεξάγεται έρευνα για τη συμμετοχή 60 ατόμων –που συμμετέχουν σε πολιτικές δράσεις του αντιεξουσιαστικού και αναρχικού χώρου- σε παραβατικές συμπεριφορές. Τα 60 άτομα, μέχρι να γίνει η δίκη, αφέθηκαν ελεύθεροι από τον ανακριτή, αλλά για τον Σπύρο Στρατούλη, επειδή βρίσκεται ήδη στη φυλακή, η Διοίκηση των φυλακών αποφάσισε αυθαίρετα να του στερήσει τις άδειες.

Η υπόθεση του Σπύρου Στρατούλη αναδεικνύει τις αδυναμίες και αυθαιρεσίες που συμβαίνουν στο χώρο της δικαιοσύνης και του σωφρονισμού στην Ελλάδα. Η δίωξή του είναι πολιτική δίωξη. Η ξαφνική στέρηση των αδειών είναι το μεγαλύτερο βασανιστήριο που μπορούσαν να κάνουν σε έναν άνθρωπο που από τα 19 έως τα 41του χρόνια βρίσκεται στη φυλακή.

Ο Σπύρος Στρατούλης έχει τη συμπαράσταση όλων μας. Δεν θα τον αφήσουμε να πεθάνει, δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να πεθάνει. Η ΠΟΣΠΕΡΤ συμμετέχει στο δίκαιο αγώνα του, αγώνα για αξιοπρέπεια και ελευθερία.

Ζητούμε την άμεση απόσυρση της δικογραφίας για την οργάνωση «Στέκια Θεσσαλονίκης».

Ζητούμε την άμεση ικανοποίηση του αιτήματος επαναχορήγησης αδειών στον Σπύρο Στρατούλη"

Υπόθεση MARFIN: Αναβλήθηκε για 14/5/2014 η δίκη

Δευτέρα, 09/12/2013 - 10:58

Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου είχε προσδιοριστεί να ξεκινήσει σήμερα, η δίκη για τον εμπρησμό της Τράπεζας Marfin, που κόστισε τη ζωή τριών υπαλλήλων και την επίθεση σε βάρος του βιβλιοπωλείου ΙΑΝΟΣ, τον Μάιο του 2010 κατά τη διάρκεια πανελλαδικού συλλαλητηρίου για το μνημόνιο. Στη δικογραφία για τα δύο περιστατικά είναι κατηγορούμενοι δύο πρόσωπα, ο ένας για την τράπεζα και ο άλλος για το βιβλιοπωλείο, οι οποίοι αντιμετωπίζουν βαρύτατες κατηγορίες.

Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, που εκδόθηκε τον περασμένο Μάιο, ο ένας κατηγορούμενος θεωρείται ως δράστης, μαζί με άλλους δύο άγνωστους, της επίθεσης με μολότοφ κατά του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου, ενώ ο συγκατηγορούμενός του στη δικογραφία κατηγορείται για την επίθεση στον ΙΑΝΟ στην οποία συμμετείχαν και άλλοι τρεις άγνωστοι δράστες. Και οι δύο κατηγορούμενοι είναι ελεύθεροι με την επιβολή περιοριστικών όρων. Μάλιστα ο πρώτος από αυτούς,που κατηγορείται για την Τράπεζα, είχε αφεθεί ελεύθερος μετά την απολογία του, με την έκδοση βουλεύματος του αρμόδιου Συμβουλίου που είχε συνεδριάσει μετά από διαφωνία ανακριτή και Εισαγγελέα για το θέμα της προφυλάκισης. Το Συμβούλιο είχε υιοθετήσει την άποψη του ανακριτή στο να παραμείνει ελεύθερος με όρους.

Πηγή είδησης: ΑΜΠΕ
 

Πρόσθετη ενημέρωση
Όπως μάθαμε η δίκη πήρε αναβολή για 14/5/2014, στα δικαστήρια συγκεντρώθηκαν αρκετοί αλληλέγγυπο στο Θ. Σίψα.
,
 




Yπενθυμίζουμε πρόσφατες αναρτήσεις του ertopen για το θέμα αυτό, εδώ και εδώ.



Και το ψήφισμα του ΣΕΦΚ για το Θοδωρή Σίψα: "Ο Σύλλογος Εργαζόμενων στα Φροντιστήρια Καθηγητών εκφράζει την αμέριστη συμπαράσταση και αλληλεγγύη του στον διωκόμενο Θοδωρή Σίψα και την αντίθεσή του με τη δίωξη που στηρίζεται σε αβάσιμες, ανυπόστατες και κατασκευασμένες κατηγορίες. Ο Θοδωρής Σίψας, ένας εργαζόμενος στις ταχυμεταφορές, ήταν ένας από τους χιλιάδες απεργούς διαδηλωτές που συμμετείχαν στην πανεργατική απεργία και τη συγκέντρωση ενάντια στην ψήφιση του Μνημονίου Ι στις 5/5/2010, η οποία ήταν η πολυπληθέστερη των τελευταίων χρόνων.

Δεν έχει καμία σχέση με τις κατηγορίες που του αποδίδονται για τον εμπρησμό του υποκαταστήματος της Marfin στην οδό Σταδίου, που στοίχισε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους.

Η υπόθεση του Θοδωρή Σίψα είναι μια εξόφθαλμη περίπτωση κατασκευής ενόχων από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, προκειμένου να στοχοποιηθούν για τις πολιτικές τους ιδέες αγωνιζόμενοι άνθρωποι που αντιστέκονται στην εξαθλίωση και τον εκφασισμό της κοινωνίας. Υπερασπιζόμαστε κάθε συνάδελφο που μπαίνει στο στόχαστρο της κατασταλτικής πολιτικής, λόγω της πολιτικής του ταυτότητας. Καλούμε κάθε σωματείο, συνέλευση γειτονιάς, συλλογικότητα να στηρίξουν και να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους, έμπρακτα, στην υπόθεση του Θοδωρή Σίψα.

Να μη γίνει ο Θοδωρής Σίψας, ένας συνάδελφος που συναντούμε εδώ και χρόνια στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, το εξιλαστήριο θύμα αυτού του τραγικού γεγονότος. Άμεση παύση κάθε δίωξης εναντίον του. Όχι στην κατασκευή ενόχων. Με αγώνες υπερασπιζόμαστε τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες".

 

ΟΤΟΕ: Η δικαστική απόφαση για την τραγωδία στη Μarfin, μήνυμα σε πολλές κατευθύνσεις

Τρίτη, 23/07/2013 - 15:32

Aνακοίνωση της ΟΤΟΕ

Με την απόφαση του Δικαστηρίου καταλογίστηκαν οι ευθύνες των στελεχών της Τράπεζας Marfin, που θεωρήθηκαν υπεύθυνα για λάθη και παραλήψεις θεμάτων ασφαλείας.  Η απόφαση φέρνει ξανά στις μνήμες μετά, από τρία χρόνια, το θλιβερό γεγονός του θανάτου τριών τραπεζοϋπαλλήλων και ενός αγέννητου βρέφους.
    Η απόφαση δικαιώνει τα θύματα και τις οικογένειές τους στο μέρος της απόδοσης των ευθυνών στα στελέχη της Τράπεζας, ενώ παραμένει ανοιχτό το θέμα της απόδοσης ευθυνών στους φυσικούς αυτουργούς, τους οποίους η πολιτεία ακόμα αναζητά!!!
    Το θλιβερό αυτό γεγονός της 5ης Μαΐου 2010, σκόρπισε το φόβο στην πιο μεγαλειώδη πορεία διαμαρτυρίας του συνδικαλιστικού κινήματος εναντίον των μέτρων της Κυβέρνησης και της Τρόικας.
    Από τότε μέχρι σήμερα οι Τράπεζες άλλαξαν, η ανεργία γιγαντώθηκε, η κοινωνία πληρώνει σταθερά την κρίση και τις αποφάσεις των κυβερνώντων.
    Η ΟΤΟΕ  ζήτησε από την πρώτη στιγμή την απόδοση των ευθυνών στους φυσικούς και στους ηθικούς αυτουργούς. Η απόφαση του δικαστηρίου για τα τραγικά θύματα της Marfin, έχει πολλούς αποδέκτες.

Τις οικογένειες των θυμάτων να συνεχίσουν τις προσπάθειες για πλήρη και ολοκληρωτική δικαίωση.
Τις Τράπεζες να εντείνουν και να διευρύνουν τα μέτρα ασφαλείας και προστασίας της ζωής των εργαζομένων και του συναλλασσόμενου κοινού, με σεβασμό στο εργατικό δίκαιο και στους Νόμους που αφορούν στην υγιεινή και ασφάλεια.
Τη Κυβέρνηση η οποία οφείλει να παρακολουθεί και να εποπτεύει την εφαρμογή όλων των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας.

Η ΟΤΟΕ συνεχίζει τις προσπάθειές της προς κάθε κατεύθυνση προκειμένου ο χώρος των τραπεζών να είναι απόλυτα ασφαλής για τους εργαζόμενους και τους συναλλασσόμενους.