Έρευνα: Πείτε ανοιχτά ό,τι σκεφτόσαστε για τα ελληνικά media

Δευτέρα, 06/03/2023 - 14:57

Έρευνα ακροατηρίου επιχειρεί να χαρτογραφήσει πώς έχουμε στο μυαλό μας τη δημοσιογραφική δεοντολογία, παρέχοντας τη δυνατότητα να γράψουμε ό,τι σκεφτόμαστε για τα media -εμπιστευτικά και ανώνυμα.

Νίκη Μπάκουλη

Στην Ελλάδα κυρίως γίνονται μετρήσεις. Όχι έρευνες ακροατηρίου. Δηλαδή, απαντάμε σε ερωτηματολόγια, χωρίς να μπορούμε να καταθέσουμε την άποψη μας. Να 'βγάλουμε' από μέσα μας, όσα σκεφτόμαστε.

Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε στη μελέτη που έχει ως στόχο τη χαρτογράφηση εμπειριών και αντιλήψεων για τη δημοσιογραφική δεοντολογία, τον τρόπο που αυτή συζητάται και τον τρόπο που ορίζεται.

Κάτι που έχει ένα επιπρόσθετο ενδιαφέρον, μετά και την τραγωδία στα Τέμπη.

Οι ενδιαφερόμενοι μπορείτε να πάρετε μέρος σε αυτήν τη δουλειά, εδώ

Δεν είναι απλή καταγραφή αντιλήψεων, αλλά όσων σκεφτόμαστε

Η ερευνήτρια Δέσποινα Χρονάκη (PhD Loughborough), Επιστημονική Συνεργάτιδα στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ, ΑΠΘ και το Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, ΕΚΠΑ μιλάει στο ΝΕWS 24/7 για τη δουλειά αυτή που μας αφορά όλους.

Επισημαίνεται πως η συμμετοχή είναι απολύτως ανώνυμη και εμπιστευτική “και δεν υπάρχει τρόπος ιχνηλάτισης των απαντήσεων”.

Η δημοσίευση των δεδομένων θα γίνει υπό τη μορφή κεφαλαίων σε συλλογικούς τόμους, επιστημονικών άρθρων, παρουσιάσεων σε ακαδημαϊκά φόρα και για διδακτικούς σκοπούς μόνο.

“Ο στόχος είναι να καταγράψουμε τις αντιλήψεις, τους ορισμούς, τις εμπειρίες και όλη τη γνώση που ως ακροατήρια εισφέρουμε στη συζήτηση για δημοσιογραφική δεοντολογία στην Ελλάδα.

Το ερωτηματολόγιο (διάρκειας 15 -20 λεπτών περίπου) περιλαμβάνει εξίσου κλειστού και ανοικτού τύπου ερωτήσεις.

Όσο εκτενέστερες είναι οι απαντήσεις, τόσο πιο αξιόπιστα και σε βάθος θα μπορέσει να χαρτογραφηθεί σε πρώτο επίπεδο το θέμα αυτής της μελέτης.

"Έρχονται τα ακροατήρια να οριοθετήσουν το πώς καταλαβαίνουν την έννοια της δεοντολογίας, ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία αξιολογούν κάποιον ως δεοντολόγο ή μη, εξ όσων παράγουν δημοσιογραφία”.

Όσοι απαντήσετε στις ερωτήσεις, μπορείτε να διακόψετε το ερωτηματολόγιο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. “Παραταύτα, η ολοκλήρωσή του θα εξασφαλίσει την επιτυχία και την αξιοπιστία της μελέτης μας στο μέγιστο δυνατό βαθμό”.

Διευκρινίζεται και ότι η έρευνα δεν έχει λάβει καμία χρηματοδότηση από εξωτερικό φορέα

“Ο στόχος μας είναι να καταλάβουμε με ποιον τρόπο τα ακροατήρια συνδιαλέγονται με τα media: μέσα βιωμένες εμπειρίες -τραύματα ή εμπειρίες από όλον τον κόσμο, από το χώρο εργασίας-, από τις πολιτικές και ιδεολογικές, πολιτισμικές κοινωνιολογικές αντιλήψεις.

Οι τρόποι που τα ακροατήρια συνδιαλέγονται με τα Μέσα γίνονται στη βάση του πολιτισμικού, του εκπαιδευτικού, του ταξικού μας κεφαλαίου (εαυτού).

Δεν πρόκειται για απλή καταγραφή αντιλήψεων σε σχέση με τα μέσα, αλλά το πώς τα ακροατήρια διαβάζουν/ερμηνεύουν το κείμενο, το μέσο, αυτούς που δουλεύουν στα μέσα και τα μέσα υπό το πρίσμα της πολιτικής οικονομίας (βλ. οικονομική δύναμη των μέσων).

Και αυτό κάνει την έρευνα ακροατηρίων πολύ διαφορετική από τις έρευνες επιδράσεων των Μέσων, τις δημοσκοπήσεις, τις πολιτικές έρευνες, τις κοινωνικές έρευνες στάσεων και αντιλήψεων”.

“Είναι πολύ απελευθερωτικό να γράφεις ό,τι σκέφτεσαι”

Η μεθοδολογία της συγκεκριμένης μελέτης έχει εκτενές ερωτηματολόγιο και αρκετά μεγάλο αριθμό ανοιχτών ερωτήσεων. “Οι συμμετέχοντες ταλαιπωρούνται λίγο παραπάνω για να απαντήσουν και αυτό συχνά αποτελεί αντικίνητρο. Ωστόσο, υπάρχουν δυο σημαντικά χαρακτηριστικά.

Τα ακροατήρια μπορούν να γράψουν αυτά που θέλουν να πουν, έξω από τα ‘κουτάκια’ που ορίζει ο ερευνητής. Δεύτερον, έχουμε παρατηρήσει ήδη πως τους δίνεται η δυνατότητα να γράψουν πολλά πράγματα. Κάτι που είναι πολύ απελευθερωτικό.

Τα ακροατήρια αντιλαμβάνονται την ακαδημαϊκή έρευνα ως δημόσιο, θεσμοποιημένο και αξιόπιστο χώρο, όπου μπορούν να πουν αυτά που αισθάνονται να συμμετέχουν σε όσα συζητώνται δημόσια”.

“Η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα είναι βασανισμένη”

Στην επισήμανση ότι είμαστε στον πάτο της Ευρώπης, σε ό,τι αφορά την ελευθερία του Τύπου των χωρών η κυρία Χρονάκη εξηγεί πως “στην Ελλάδα η ελευθερία του Τύπου είναι αυτό-ρυθμιστική. Υπάρχει το δεσμευτικό άρθρο 14 του Συντάγματος, που κάνει σχεδόν επιβεβλημένη την ελευθερία του Τύπου. Στην πραγματικότητα, οδηγεί σε αυτορύθμιση και βάζει όρια ως προς το πώς γίνεται αυτή αντιληπτή.

Δεύτερον, αν συζητάμε και πότε συζητάμε για την ελευθερία του Τύπου, έχει να κάνει με το οικοσύστημα των μέσων που έχουμε. Είναι μικρό και πολύ συγκεντρωτικό.

Ως εκ τούτου, για να μιλήσουμε για το ζήτημα ελευθερίας του Τύπου, πρώτα χρειάζεται να μιλήσουμε για το οικοσύστημα, μετά για την κουλτούρα και τρίτον για το πώς οριοθετείται θεσμικά και νομικά αυτό που λέμε ‘ελευθερία του Τύπου’ και ‘ελευθερία της έκφρασης’.

Στην Ελλάδα έχουμε μια αμιγώς συντηρητική κουλτούρα με τη θρησκεία και πολλές αγκυλώσεις παραδοσιακών αξιών να διατρέχουν τον τρόπο με τον οποίον αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας ως κοινωνικά και ως πολιτικά άτομα.

Οπότε υπάρχουν περισσότερα στεγανά στο τι θα έπρεπε να σημαίνει ‘ελευθερία του Τύπου’, τι σημαίνει τελικά και τι συμβαίνει.

Είμαστε εγκλωβισμένοι σε πιο αυστηρά και πιο αυτοχαρακωμένα κουτάκια από ό,τι είναι σε άλλες κουλτούρες. Μας οριοθετούν.

Ανήκω σε αυτούς που θεωρούν πως η συζήτηση και ο όρος ‘δημοσιογραφική δεοντολογία’ είναι κοινωνικές κατασκευές πάνω στον άξονα του τι είναι κοινωνικά αποδεκτό, τι πρέπει να είναι στο δημόσιο χώρο, τι διαπαιδαγωγεί. Όλο αυτό μας το βάζει σε πιο βολικά κουτάκια κατανόησης, σε πολιτισμικό επίπεδο.

Ό,τι ανήκει στην κίτρινη ή τη ψυχαγωγική δημοσιογραφία, θεωρείται λιγότερο δημοσιογραφικό. Κατ’ αναλογία, εξίσου δαιμονοποιείται η λειτουργία των social media. Θεωρούνται φορείς ψευδών ή παραποιημένων ειδήσεων και τίθενται ερωτήματα όπως’“η δημοσιογραφία των πολιτών είναι ή μπορεί να είναι δημοσιογραφία; Τι ρόλο επιτελούν; Σε τι ποσοστό;’.

Σε δεύτερο επίπεδο, επειδή τα κοινωνικά δίκτυα δίνουν τη δυνατότητα στους επαγγελματίες να έχουν προσωπικό χώρο, μας αφήνουν να δούμε ποια ίσως να είναι η ιδεολογική τους τοποθέτηση ή η άποψη τους, κάπου που αξιολογούνται από ακροατήρια.

Έξω από τις αγκυλώσεις για στρατευμένους των fake news κλπ, πρέπει να θέτουμε δύσκολα ερωτήματα στα ακροατήρια. Όχι να κάνουμε εκ των προτέρων υποθέσεις.

Αυτή είναι μια βασική διαφορά της έρευνας ακροατηρίων”, που μπορεί να βοηθήσει “και σε επίπεδο χάραξης στρατηγικών στο πεδίο της δημοσιογραφίας και δημοσιογραφικής δεοντολογίας”.

Πηγή: news247.gr

Politico: "Πώς η Ελλάδα έγινε το χειρότερο μέρος της Ευρώπης για την ελευθερία του Τύπου"

Παρασκευή, 12/08/2022 - 17:56

Με την Ελλάδα να κατέχει την 108η θέση στην ελευθερία του Τύπου, το Politico σε εκτενές ρεπορτάζ του εξηγεί τι πήγε λάθος και πόσο ρόλο έπαιξε σε αυτό η οικονομική κρίση και η πανδημία και αγγίζει το σκάνδαλο των υποκλοπών.

 

Είναι όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα αποτέλεσμα μίας χρόνιας διάβρωσης της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα;

Αυτό συμπεραίνει σε εκτενές ρεπορτάζ του το Politico, ξεκινώντας με τις πρόσφατες αποκαλύψεις Γερμανών και Γάλλων δημοσιογράφων για τις βίαιες επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, που "θάφτηκαν" από τα ελληνικά -φιλοκυβερνητικά- ΜΜΕ.

«Στην Ελλάδα, υπάρχουν δύο παράλληλα σύμπαντα των μέσων ενημέρωσης», σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Χρηστίδης, δημοσιογράφος στο Der Spiegel.

Η στιγμή απεικονίζει αυτό για το οποίο προειδοποιούν εδώ και χρόνια δημοσιογράφοι, αναλυτές μέσων ενημέρωσης, ομάδες πολιτικών δικαιωμάτων και ερευνητές της ΕΕ. Η Ελλάδα, λένε, βλέπει τώρα τα ανησυχητικά, βίαια και καταπιεστικά αποτελέσματα μιας χρόνιας διάβρωσης της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα.

Όπως αναφέρει το Politico, είναι ένα πρόβλημα, που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία αποσταθεροποίησε τη χώρα, πόλωσε την πολιτική της και αφαίρεσε από τα μέσα ενημέρωσης τα κέρδη που τα βοηθούσαν να παραμείνουν ανεξάρτητα. Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί έγιναν όλο και πιο κομματικοί. Οι απειλές, οι επιθέσεις και οι παρακολουθήσεις με στόχο δημοσιογράφους αυξήθηκαν.

«Η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου ο καθένας μπορεί να γράφει και να δημοσιεύει ό,τι θέλει για οποιονδήποτε, χωρίς καμία λογοκρισία και κανένα κυβερνητικό έλεγχο», είχε δηλώσει ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρόσφατη συζήτηση, κρατώντας δύο πρωτοσέλιδα εφημερίδων με αρνητικά άρθρα για την κυβέρνηση.

Η πανδημία έκανε τα πράγματα ακόμα χειρότερα, σημειώνει το Politico, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά και στη λίστα Πέτσα, λέγοντας πως "τους πρώτους μήνες της πανδημίας, με στόχο να βοηθήσει τα μέσα ενημέρωσης, η κυβέρνηση διέθεσε 20 εκατομμύρια ευρώ για μια εκστρατεία για τη δημόσια υγεία. Αλλά το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου είπε ότι αυτά τα κεφάλαια κατευθύνθηκαν δυσανάλογα σε μέσα ενημέρωσης που ήταν πρόθυμα να επαναλάβουν άκριτα την κυβερνητική γραμμή".

Η παραίτηση της δημοσιογράφου Δήμητρας Κρουστάλλη από την εφημερίδα "Το Βήμα", κάνοντας λόγο για ασφυκτικές πιέσεις από το Μαξίμου, φιλοξενείται επίσης στο εκτενές ρεπορτάζ της ιστοσελίδας.

Μία δολοφονία και ένα σκάνδαλο κατασκοπείας

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται από την ιστοσελίδα και στη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ τον Απρίλιο του 2021, κοντά στο σπίτι του. Η δολοφονία του παραμένει ανεξιχνίαστη και έχει γίνει σύμβολο των αυξανόμενων προβλημάτων για τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, αναφέρεται στο Politico.

Το αφιέρωμα όμως καταλήγει στο σκάνδαλο των υποκλοπών και παρακολουθήσεων του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη που έχει προκαλέσει αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό και οδήγησε σε παραιτήσεις, ενώ αναφέρεται και στην υπόθεση του δημοσιογράφου Σταύρου Μαλιχούδη, ο οποίος τον περασμένο Νοέμβριο είχε αντιληφθεί από δημοσίευμα που διέρρευσε ότι η κυβέρνηση τον είχε κατασκοπεύσει. Η κυβέρνηση αρνήθηκε τον ισχυρισμό και τα μέσα ενημέρωσης έδωσαν ελάχιστη σημασία σε αυτό.

Κλείνοντας, το Politico φιλοξενεί τη δήλωση του δημοσιογράφου Γιάννη Παλαιολόγου, ο οποίος ανέφεερε πως «όταν η κυβέρνηση είναι σε μεγάλο βαθμό απρόσβλητη από την εποπτεία των μέσων ενημέρωσης, τα αντανακλαστικά της αμβλύνονται και το κίνητρό της για κακή συμπεριφορά αυξάνεται. Θα ήταν καλό για εμάς να κάνουμε πράγματα που απαιτούν λίγο θάρρος τώρα, αντί να αντιμετωπίσουμε την ανάγκη να δείξουμε μεγαλύτερο θάρρος στο μέλλον».