Ο ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΕΕ
Κυριακή, 21/02/2016 - 17:08
Των ΒΑΓΓΕΛΗ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ*
και ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ**
Στο θέμα της φορολόγησης των αγροτών, παρατηρείται έντονη συσκότιση και στρεψοδικία από διάφορους κυβερνητικούς ‘κύκλους’, για να αποφευχθεί να δοθεί μία σαφής απάντηση στο αν οι αγρότες μπορούν να επιβιώσουν στοιχειωδώς με το νέο προβλεπόμενο σύστημα. Η ποσοτική εφαρμογή των δεδομένων σύμφωνα με το νέο σύστημα φορολόγησης λογιστικού εισοδήματος, με βάση την υποχρεωτική τήρηση βιβλίων όπου όλοι οι αγρότες αντιμετωπίζονται ως ατομικοί επιχειρηματίες, είναι σαφής. Εφόσον τα φορολογικά και ασφαλιστικά ποσοστά είναι αυτά που προβλέπονται από το σχέδιο νόμου, τότε αν Ψ τα μικτά λογιστικά κέρδη οποιουδήποτε αγρότη (πριν τις ασφαλιστικές εισφορές, που εκπίπτουν μόνο αν πληρωθούν εμπρόθεσμα αφού έχουν πληρωθεί όλα τα άλλα κόστη) ο φόρος και οι εισφορές συνολικά είναι: 0,2Ψ [20% ασφαλιστικές εισφορές για σύνταξη] + 0,07Ψ [7% εισφορές για περίθαλψη] + (0,26 Χ 0,73)Ψ [26% για φόρο εισοδήματος, όπου 0,73Ψ είναι το φορολογητέο καθαρό εισόδημα μετά την αφαίρεση εισφορών] + 0,25 Χ (0,26 Χ 0,73)Ψ [το 25% είναι η 100% προκαταβολή φόρου για την επόμενη χρονιά που συμψηφίζεται με την προκαταβολή προηγούμενου έτους στο 75%] +650 [το χαμηλότερο τέλος επιτηδεύματος]= 0,507Ψ + 650.
Συμπερασματικά κάθε αγρότης, ασχέτως μεγέθους παραγωγής, τζίρου και λογιστικών κερδών θα πληρώσει άνω του 50% !!!!! των μεικτών εισοδημάτων του συν 650 ευρώ ως τέλος επιτηδεύματος (ως μεικτά νοούνται τα εισοδήματα προ ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή ότι απομένει τελικά για ατομικές δαπάνες κάθε είδους, εκτός της παραγωγικής δραστηριότητάς του ως επαγγελματία, ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν για τον υπολογισμό του φόρου μόνο αν πληρωθούν εμπρόθεσμα, αφού έχουν πληρωθεί όλα τα άλλα κόστη).
Προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια ότι φορολογούνται με το ΙΔΙΟ πολύ υψηλό ποσοστό ΟΛΟΙ οι αγρότες, κάτι που σημαίνει ότι μόνο από ένα μέγεθος τζίρου και κερδών και πάνω θα έχουν ένα διαθέσιμο εισόδημα, μετά από φόρους και εισφορές, για να επιβιώσουν. Θεωρώντας ως όριο οικογενειακής επιβίωσης το ποσό των 12.000 ευρώ, για μια αγροτική πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης 4μελή οικογένεια με 2 παιδιά, πρέπει να ισχύει το Ψ – 0,507Ψ – 650 >= 12.000 (το απομένον για επιβίωση μετά την επιβολή κάθε είδους φορολόγησης και εισφοράς). Λύνοντας την απλή εξίσωση, προκύπτει ότι θα επιβιώσουν μόνο οι τετραμελής αγροτικές οικογένειες με δηλωμένα λογιστικά κέρδη από περίπου 25.672 ευρώ και πάνω, όταν το μέσο δηλωθέν αγροτικό εισόδημα είναι 2.500 ευρώ*1. Άρα όντως οδηγούνται στον αφανισμό οι μικροί και η συντριπτική πλειοψηφία των μικρομεσαίων αγροτών και επιβιώνουν οι μεγάλοι, με το πρόσχημα ότι επιτέλους φορολογούνται και αυτοί ειδικά οι ‘μεγαλοαγρότες’ (κάτι που αν όντως συνέβαινε δεν θα θεωρούνταν κακό).
Κατανοώντας ότι δεν ταυτίζονται τα δηλωθέντα με τα πραγματικά εισοδήματα, υποθέτουμε ότι όταν ο μέσος αγρότης δηλώνει 2.500 ευρώ υποκρύπτει εισοδήματα, που μαζί με τις αφορολόγητες επιδοτήσεις του δίνουν έναν συντελεστή επί 2 με μέγιστο το 4 στο συνολικό του εισόδημα από γεωργικές εργασίες, δηλαδή το πραγματικό συνολικό ετήσιο μέσο εισόδημά του κυμαίνεται μεταξύ 5.000 και 10.000 ευρώ, με δεδομένο ότι η μάζα των αγροτικών επιδοτήσεων δεν υπερβαίνει τις 2.000 ευρώ για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών*2,*3. Φυσικά το νέο σύστημα, ως σύνηθες, θα έχει ΚΑΙ τη δυνατότητα φορολόγησης με τεκμήρια*2, «τιμωρώντας» με ακόμα υψηλότερο φόρο την αληθινή ή θεωρητική (και άδικα καταλογιζόμενη) απόκρυψη εισοδήματος, ώστε η καταγραφή των λογιστικών κερδών θα είναι πια συνήθως κοντά στην πραγματικότητα, ως προτιμητέα.
Προφανέστατα η λογική είναι ο εξαναγκασμός του αγρότη να πληρώσει περισσότερα και από αυτά που δεν δηλώνει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είτε με τον τεκμαρτό υπολογισμό είτε με τον λογιστικό και τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και φόρο, τον οδηγείς στα όρια της μη επιβίωσης, σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου κόστους παραγωγής και ζωής και μη ελέγχου τιμών των παραγόμενων προϊόντων του (που είναι οι βασικότεροι λόγοι επιδότησης των αγροτών σε όλες τις αναπτυγμένες κοινωνίες). Θεωρώντας ότι για τους μικρούς και μικρομεσαίους αγρότες τα εισοδήματα, έστω και τα αποκρυπτόμενα, είναι τα διαθέσιμα για την προσωπική και επαγγελματική τους επιβίωση,εξαναγκάζεις τον μικρό και μικρομεσαίο αγρότη να αποχωρήσει από το αγροτικό επάγγελμα, όπου ακόμα και βραχυπρόθεσμα πλέον με αυτές τις αλλαγές θα επιβιώσουν οι μεγαλύτεροι ‘παίκτες’, κάτι που είναι σαφής και ξεκάθαρη επιλογή της ΕΕ για την συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου σε λίγους, ως τη μόνη απάντηση στην ενδημική παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και κατ’ επέκταση κρίση της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Επίσης οι επιδοτήσεις για την πλειοψηφία των αγροτών, παρά τους γνωστούς μύθους για το αντίθετο, είναι ιδιαίτερα χαμηλές αφού σύμφωνα με στοιχεία του 2011 το 57% των δικαιούχων έλαβαν χρηματικές επιδοτήσεις από 0 έως 2.000 ευρώ/έτος και ένα άλλο 17,6% από 2.000 έως 5.000 ευρώ/έτος (σύνολο 75% των δικαιούχων)*3. ‘Επίσης οι σχετικοί κοινοτικοί πόροι για την Ελλάδα ανέρχονταν στην προηγούμενη περίοδο 2007-2013 στα 2,22 δισ. ευρώ/έτος (2013), ενώ την περίοδο 2014-2020 θα μειωθούν κατά 12% (σε σταθερές τιμές) για να φτάσουν το 2020 περίπου 1,95 δισ. ευρώ/έτος’*3. ‘Σε γενικές γραμμές από αυτούς τους πόρους της ΚΑΠ, στους μικρούς και μεσαίους αγρότες κατέληγε ένα μικρό μόνο μέρος. Αν δούμε την κατανομή των πόρων αυτών στην Ελλάδα ανά κλίμακα π.χ. για το 2011 (δεν διαφέρει ουσιαστικά από χρονιά σε χρονιά), θα διαπιστώσουμε ότι το 74,6% από το σύνολο των δικαιούχων παίρνει μέχρι 5.000 ευρώ και αντιστοιχεί στο 17% των συνολικών πόρων. Συνεπώς, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιδοτήσεων κατευθύνεται στους λίγους, μεγαλοκληρούχους και μεταποιητές, ενώ αντίστοιχη είναι και η εικόνα σε επίπεδο ΕΕ, όπου υπολογίζεται ότι το 80% των επιδοτήσεων αποδίδεται στο 20% των αγροτών και το υπόλοιπο 20% στο 80% των αγροτών’*3. Σαφώς λοιπόν οι επιδοτήσεις είναι χαμηλές και θα συνεχίσουν να είναι ακόμη χαμηλότερες, συγκριτικά με αυτές του 2011, ενώ φυσικά επιμερίζονται ως ποσά ανάλογα με το είδος του παραγόμενου προϊόντος και σε ευθεία αναλογία, ανάλογα με το μέγεθος, με την παραγωγή και κυρίως τα δηλωμένα στρέμματα του κάθε αγρότη, ενώ η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ αποσυνδέει πλήρως τις επιδοτήσεις από την παραγωγή.
Ο φτωχός αγρότης θα είναι σαφώς χειρότερα από έναν, ήδη εξαθλιωμένο, φτωχό μισθωτό ιδιωτικό υπάλληλο των 500 ευρώ/μήνα με ετήσιο καθαρό εισόδημα 7.000 ευρώ, από το οποίο έχουν ήδη αφαιρεθεί στην πηγή οι ασφαλιστικές εισφορές του και θα πληρώσει ως φόρο εισοδήματος 0 ευρώ. Ο αντίστοιχος, επίσης εξαθλιωμένος, αγρότης με 7.000 ευρώ εισόδημα, αναγκαστικά λόγω νομοθεσίας, ως δηλωμένα ‘κέρδη’ προ ασφαλιστικών εισφορών, θα καταβάλει 4.150 ευρώ, δηλαδή 3.500 ευρώ φόρο και ασφαλιστικές εισφορές συν 650 ευρώ επιτηδεύματος και θα του απομείνουν 2.850 ευρώ για ΕΝΦΙΑ, ΔΕΗ, ΟΤΕ, οικογενειακές δαπάνες διαβίωσης κλπ, ενώ θα λάβει κατά μέσο όρο 2.000 ευρώ επιδότηση, έχοντας ως τελικό ποσό 4.850 ευρώ συνολικά, μετά από κάθε φόρο και εισφορά, για την ικανοποίηση των λοιπών και βιοτικών αναγκών του, όντας σε κατάσταση σαφώς χειρότερη από την περίπτωση του φτωχού εξαθλιωμένου μισθωτού.
Θεωρητικά ο μισθωτός, του παραδείγματός μας, των 7.000 ευρώ/έτος λαμβάνει κανονικά τις ροές εισοδημάτων του ενώ ο αντίστοιχος αγρότης, τον οποίο αντιμετωπίζουν ως ‘επιχειρηματία’ με τα 7.000 ευρώ ‘κέρδη’ , εισπράττει συνήθως με μεγάλη καθυστέρηση τις πληρωμές από τους χονδρέμπορους και τις επιδοτήσεις και υπάρχει και ρίσκο να μην τις λάβει καν, με αποτέλεσμα η καθαρή παρούσα αξία των εισοδημάτων του να μειώνεται περισσότερο από ότι του μισθωτού. Ταυτόχρονα αναλαμβάνει και ρίσκο ρευστότητας, γιατί πρέπει να ξαναγοράσει αναγκαστικά κάποιες βασικές πρώτες ύλες κάθε νέου κύκλου εργασιών για την παραγωγή, ενώ συνήθως ταυτόχρονα εκκρεμούν και προστίθενται σταθερά και απειλητικά οι μόνιμοι-έκτακτοι ατομικοί φόροι όπως ο ΕΝΦΙΑ, δόσεις εξυπηρέτησης παλιών τραπεζικών δανείων, ρυθμίσεις χρεών στο Δημόσιο κλπ. Βέβαια στην πραγματικότητα, τα πάντα είναι υπό διάλυση, λόγω των ‘μνημονιακών’ πολιτικών, και ο μισθωτός συνήθως πληρώνεται με σημαντική ως μεγάλη καθυστέρηση. Με την εφαρμογή αυτής της φορολογικής πολιτικής, καταστρέφεται συνειδητά το ανθρώπινο κεφάλαιο στον αγροτικό κλάδο που είναι ένας κλάδος στρατηγικής σημασίας, από κάθε άποψη, και προστίθεται στα άλλα συντελεσθέντα κοινωνικά εγκλήματα.
Έτσι πληρώνουν ΟΛΟΙ το ίδιο πολύ υψηλό ποσοστό εισοδήματος και από ένα εισόδημα και κάτω, που αφορά τους περισσότερους, δεν θα μπορούν να επιβιώσουν. Εκεί που έπρεπε να υπάρχει γενικό αφορολόγητο ποσό για τα χαμηλά εισοδήματα, χαμηλότερος φόρος στα μεσαία εισοδήματα και υψηλότερος φόρος στα μεγάλα εισοδήματα, υπάρχει ΙΔΙΟΣ ΦΟΡΟΣ για όλους. Μια δίκαιη αναδιανεμητική φορολογική πολιτική, βασιζόμενη στις γενικές αρχές της Δημόσιας Οικονομικής, θα επέβαλε πέραν του γενικού αφορολόγητου για όλους, ανεξαρτήτως προέλευσης και πηγής του εισοδήματος, προσδιοριζόμενου σε ένα ποσό απαραίτητο για τη διαβίωση, και προοδευτική φορολόγηση στη συνέχεια, για το επιπλέον ποσό, με αρκετές κλίμακες στα ποσοστά επιπλέον φορολόγησης. Η ακραία νεοφιλελεύθερη λογική, αντιμετωπίζει μικροεπαγγελματίες και αυτοπασχολούμενους ως μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους, με δυνατότητες αυτοχρηματοδότησης, αποθέματα και κεφάλαια, προσβλέποντας στην όξυνση και μεγέθυνση της εισοδηματικής ανισοκατανομής.
Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές της ΕΕ, συντείνουν στην εξαθλίωση της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και μετατροπή τους σε μισθωτούς πολυεθνικών επιχειρήσεων και ομίλων υψηλής συγκέντρωσης κεφαλαίου, με περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα και υψηλή ανασφάλεια, ως το κυρίαρχο εργασιακό και παραγωγικό μοντέλο. Η επιμονή επιβολής καταστροφικών ‘μεταρρυθμίσεων’, που ουσιαστικά απορυθμίζουν την αγορά εργασίας, καταργώντας εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα δεκαετιών, υπηρετείται από τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση που αποδεικνύεται στην πράξη πιο αποφασισμένη και αποτελεσματική από τις προηγούμενες εθελόδουλες ‘μνημονιακές’ κυβερνήσεις. Η επιλογή αφανισμού των μικρών και μικρομεσαίων αγροτών θεωρείται σκόπιμη, απαραίτητη για την επιβίωση κυρίως των μεγάλων αγροτών, που ουσιαστικά είναι εποχιακοί μεγαλο-εργοδότες επιχειρήσεων υψηλής έντασης εργασίας, και λίγων μεγάλων εταιρειών αγροτικής εκμετάλλευσης που θα έχουν πρόσβαση σε Ελληνικά και Ευρωπαϊκά κεφάλαια. Κάτι τέτοιο έχει ήδη συμβεί σε άλλες χώρες της ΕΕ και είναι πιθανό, μετά την επίτευξη του επιθυμητού τους στόχου, η επαναφορά των φορολογικών και ασφαλιστικών ποσοστών στα πρότερα επίπεδα, για τους γνωστούς λόγους της δήθεν “ανταγωνιστικότητας και φορολογικής δικαιοσύνης”.
Οι υπολογισμοί βασίζονται στο φετινό εισόδημα του 2016 που θα φορολογηθεί το 2017 ή στο εισόδημα του 2017 με φορολόγησή του το 2018 ή το μέγιστο στο εισόδημα του 2018 με αποπληρωμή φορολογικών υποχρεώσεων το 2019, σύμφωνα με άλλες πηγές, ανάλογα με το πότε θα οριστικοποιηθούν οι προβλεπόμενες φορολογικές και ασφαλιστικές ‘μεταρρυθμίσεις’ ουσιαστικού θανάτου για την πλειοψηφία των αγροτών. Όταν η προκαταβολή φόρου σταθεροποιηθεί στο 100%, το συνολικό ποσοστό εισφορών και φόρων θα είναι λίγο κάτω από το 50% για τα υψηλότερα εισοδήματα και αρκετά πάνω από το 50% για τα χαμηλότερα και από 60% και πάνω για τα εισοδήματα κάτω των 5.000 ευρώ λόγω τέλους επιτηδεύματος. . Είναι πασιφανές ότι η τωρινή κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ ακολουθεί και εφαρμόζει τις πολιτικές της ΕΕ, σκληρότερα από ότι έπραξαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, που αντιμετώπιζαν σθεναρές κοινωνικές αντιδράσεις.
*1 ΑΓΡΟΤΙΚΑ: Εως 5.000 εισόδημα δηλώνει το 90% των αγροτών με μέσο όρο ετήσιο εισόδημα μόλις 2.510,80 ευρώ
*2 Φορολογικός-Λογιστικός κόμβος ενημέρωσης Taxheaven: ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΟΤΩΝ- 2015
*3 Μανωλάκου Διαμάντω : ‘Η νέα ΚΑΠ 2014-2020’, Κομμουνιστική Επιθεώρηση 2/2014, διαθέσιμο στοhttp://www.komep.gr/2014-teyxos-2/h-nea-kap-2014-2020
* Άνεργος οικονομολόγος (πτυχιούχος λογιστικής και χρηματοοικονομικής, μεταπτυχιακό δίπλωμα στα οικονομικά) και μπλόγκερ, website: www.everythingispolitics.wordpress.com
** Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, μεταπτυχιακός φοιτητής oικονομικών και διοίκησης μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε., website:www.kallinikosnikolakopoulos.blοgspot.com
και ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ**
Στο θέμα της φορολόγησης των αγροτών, παρατηρείται έντονη συσκότιση και στρεψοδικία από διάφορους κυβερνητικούς ‘κύκλους’, για να αποφευχθεί να δοθεί μία σαφής απάντηση στο αν οι αγρότες μπορούν να επιβιώσουν στοιχειωδώς με το νέο προβλεπόμενο σύστημα. Η ποσοτική εφαρμογή των δεδομένων σύμφωνα με το νέο σύστημα φορολόγησης λογιστικού εισοδήματος, με βάση την υποχρεωτική τήρηση βιβλίων όπου όλοι οι αγρότες αντιμετωπίζονται ως ατομικοί επιχειρηματίες, είναι σαφής. Εφόσον τα φορολογικά και ασφαλιστικά ποσοστά είναι αυτά που προβλέπονται από το σχέδιο νόμου, τότε αν Ψ τα μικτά λογιστικά κέρδη οποιουδήποτε αγρότη (πριν τις ασφαλιστικές εισφορές, που εκπίπτουν μόνο αν πληρωθούν εμπρόθεσμα αφού έχουν πληρωθεί όλα τα άλλα κόστη) ο φόρος και οι εισφορές συνολικά είναι: 0,2Ψ [20% ασφαλιστικές εισφορές για σύνταξη] + 0,07Ψ [7% εισφορές για περίθαλψη] + (0,26 Χ 0,73)Ψ [26% για φόρο εισοδήματος, όπου 0,73Ψ είναι το φορολογητέο καθαρό εισόδημα μετά την αφαίρεση εισφορών] + 0,25 Χ (0,26 Χ 0,73)Ψ [το 25% είναι η 100% προκαταβολή φόρου για την επόμενη χρονιά που συμψηφίζεται με την προκαταβολή προηγούμενου έτους στο 75%] +650 [το χαμηλότερο τέλος επιτηδεύματος]= 0,507Ψ + 650.
Συμπερασματικά κάθε αγρότης, ασχέτως μεγέθους παραγωγής, τζίρου και λογιστικών κερδών θα πληρώσει άνω του 50% !!!!! των μεικτών εισοδημάτων του συν 650 ευρώ ως τέλος επιτηδεύματος (ως μεικτά νοούνται τα εισοδήματα προ ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή ότι απομένει τελικά για ατομικές δαπάνες κάθε είδους, εκτός της παραγωγικής δραστηριότητάς του ως επαγγελματία, ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν για τον υπολογισμό του φόρου μόνο αν πληρωθούν εμπρόθεσμα, αφού έχουν πληρωθεί όλα τα άλλα κόστη).
Προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια ότι φορολογούνται με το ΙΔΙΟ πολύ υψηλό ποσοστό ΟΛΟΙ οι αγρότες, κάτι που σημαίνει ότι μόνο από ένα μέγεθος τζίρου και κερδών και πάνω θα έχουν ένα διαθέσιμο εισόδημα, μετά από φόρους και εισφορές, για να επιβιώσουν. Θεωρώντας ως όριο οικογενειακής επιβίωσης το ποσό των 12.000 ευρώ, για μια αγροτική πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης 4μελή οικογένεια με 2 παιδιά, πρέπει να ισχύει το Ψ – 0,507Ψ – 650 >= 12.000 (το απομένον για επιβίωση μετά την επιβολή κάθε είδους φορολόγησης και εισφοράς). Λύνοντας την απλή εξίσωση, προκύπτει ότι θα επιβιώσουν μόνο οι τετραμελής αγροτικές οικογένειες με δηλωμένα λογιστικά κέρδη από περίπου 25.672 ευρώ και πάνω, όταν το μέσο δηλωθέν αγροτικό εισόδημα είναι 2.500 ευρώ*1. Άρα όντως οδηγούνται στον αφανισμό οι μικροί και η συντριπτική πλειοψηφία των μικρομεσαίων αγροτών και επιβιώνουν οι μεγάλοι, με το πρόσχημα ότι επιτέλους φορολογούνται και αυτοί ειδικά οι ‘μεγαλοαγρότες’ (κάτι που αν όντως συνέβαινε δεν θα θεωρούνταν κακό).
Κατανοώντας ότι δεν ταυτίζονται τα δηλωθέντα με τα πραγματικά εισοδήματα, υποθέτουμε ότι όταν ο μέσος αγρότης δηλώνει 2.500 ευρώ υποκρύπτει εισοδήματα, που μαζί με τις αφορολόγητες επιδοτήσεις του δίνουν έναν συντελεστή επί 2 με μέγιστο το 4 στο συνολικό του εισόδημα από γεωργικές εργασίες, δηλαδή το πραγματικό συνολικό ετήσιο μέσο εισόδημά του κυμαίνεται μεταξύ 5.000 και 10.000 ευρώ, με δεδομένο ότι η μάζα των αγροτικών επιδοτήσεων δεν υπερβαίνει τις 2.000 ευρώ για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών*2,*3. Φυσικά το νέο σύστημα, ως σύνηθες, θα έχει ΚΑΙ τη δυνατότητα φορολόγησης με τεκμήρια*2, «τιμωρώντας» με ακόμα υψηλότερο φόρο την αληθινή ή θεωρητική (και άδικα καταλογιζόμενη) απόκρυψη εισοδήματος, ώστε η καταγραφή των λογιστικών κερδών θα είναι πια συνήθως κοντά στην πραγματικότητα, ως προτιμητέα.
Προφανέστατα η λογική είναι ο εξαναγκασμός του αγρότη να πληρώσει περισσότερα και από αυτά που δεν δηλώνει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είτε με τον τεκμαρτό υπολογισμό είτε με τον λογιστικό και τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και φόρο, τον οδηγείς στα όρια της μη επιβίωσης, σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου κόστους παραγωγής και ζωής και μη ελέγχου τιμών των παραγόμενων προϊόντων του (που είναι οι βασικότεροι λόγοι επιδότησης των αγροτών σε όλες τις αναπτυγμένες κοινωνίες). Θεωρώντας ότι για τους μικρούς και μικρομεσαίους αγρότες τα εισοδήματα, έστω και τα αποκρυπτόμενα, είναι τα διαθέσιμα για την προσωπική και επαγγελματική τους επιβίωση,εξαναγκάζεις τον μικρό και μικρομεσαίο αγρότη να αποχωρήσει από το αγροτικό επάγγελμα, όπου ακόμα και βραχυπρόθεσμα πλέον με αυτές τις αλλαγές θα επιβιώσουν οι μεγαλύτεροι ‘παίκτες’, κάτι που είναι σαφής και ξεκάθαρη επιλογή της ΕΕ για την συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου σε λίγους, ως τη μόνη απάντηση στην ενδημική παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και κατ’ επέκταση κρίση της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Επίσης οι επιδοτήσεις για την πλειοψηφία των αγροτών, παρά τους γνωστούς μύθους για το αντίθετο, είναι ιδιαίτερα χαμηλές αφού σύμφωνα με στοιχεία του 2011 το 57% των δικαιούχων έλαβαν χρηματικές επιδοτήσεις από 0 έως 2.000 ευρώ/έτος και ένα άλλο 17,6% από 2.000 έως 5.000 ευρώ/έτος (σύνολο 75% των δικαιούχων)*3. ‘Επίσης οι σχετικοί κοινοτικοί πόροι για την Ελλάδα ανέρχονταν στην προηγούμενη περίοδο 2007-2013 στα 2,22 δισ. ευρώ/έτος (2013), ενώ την περίοδο 2014-2020 θα μειωθούν κατά 12% (σε σταθερές τιμές) για να φτάσουν το 2020 περίπου 1,95 δισ. ευρώ/έτος’*3. ‘Σε γενικές γραμμές από αυτούς τους πόρους της ΚΑΠ, στους μικρούς και μεσαίους αγρότες κατέληγε ένα μικρό μόνο μέρος. Αν δούμε την κατανομή των πόρων αυτών στην Ελλάδα ανά κλίμακα π.χ. για το 2011 (δεν διαφέρει ουσιαστικά από χρονιά σε χρονιά), θα διαπιστώσουμε ότι το 74,6% από το σύνολο των δικαιούχων παίρνει μέχρι 5.000 ευρώ και αντιστοιχεί στο 17% των συνολικών πόρων. Συνεπώς, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιδοτήσεων κατευθύνεται στους λίγους, μεγαλοκληρούχους και μεταποιητές, ενώ αντίστοιχη είναι και η εικόνα σε επίπεδο ΕΕ, όπου υπολογίζεται ότι το 80% των επιδοτήσεων αποδίδεται στο 20% των αγροτών και το υπόλοιπο 20% στο 80% των αγροτών’*3. Σαφώς λοιπόν οι επιδοτήσεις είναι χαμηλές και θα συνεχίσουν να είναι ακόμη χαμηλότερες, συγκριτικά με αυτές του 2011, ενώ φυσικά επιμερίζονται ως ποσά ανάλογα με το είδος του παραγόμενου προϊόντος και σε ευθεία αναλογία, ανάλογα με το μέγεθος, με την παραγωγή και κυρίως τα δηλωμένα στρέμματα του κάθε αγρότη, ενώ η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ αποσυνδέει πλήρως τις επιδοτήσεις από την παραγωγή.
Ο φτωχός αγρότης θα είναι σαφώς χειρότερα από έναν, ήδη εξαθλιωμένο, φτωχό μισθωτό ιδιωτικό υπάλληλο των 500 ευρώ/μήνα με ετήσιο καθαρό εισόδημα 7.000 ευρώ, από το οποίο έχουν ήδη αφαιρεθεί στην πηγή οι ασφαλιστικές εισφορές του και θα πληρώσει ως φόρο εισοδήματος 0 ευρώ. Ο αντίστοιχος, επίσης εξαθλιωμένος, αγρότης με 7.000 ευρώ εισόδημα, αναγκαστικά λόγω νομοθεσίας, ως δηλωμένα ‘κέρδη’ προ ασφαλιστικών εισφορών, θα καταβάλει 4.150 ευρώ, δηλαδή 3.500 ευρώ φόρο και ασφαλιστικές εισφορές συν 650 ευρώ επιτηδεύματος και θα του απομείνουν 2.850 ευρώ για ΕΝΦΙΑ, ΔΕΗ, ΟΤΕ, οικογενειακές δαπάνες διαβίωσης κλπ, ενώ θα λάβει κατά μέσο όρο 2.000 ευρώ επιδότηση, έχοντας ως τελικό ποσό 4.850 ευρώ συνολικά, μετά από κάθε φόρο και εισφορά, για την ικανοποίηση των λοιπών και βιοτικών αναγκών του, όντας σε κατάσταση σαφώς χειρότερη από την περίπτωση του φτωχού εξαθλιωμένου μισθωτού.
Θεωρητικά ο μισθωτός, του παραδείγματός μας, των 7.000 ευρώ/έτος λαμβάνει κανονικά τις ροές εισοδημάτων του ενώ ο αντίστοιχος αγρότης, τον οποίο αντιμετωπίζουν ως ‘επιχειρηματία’ με τα 7.000 ευρώ ‘κέρδη’ , εισπράττει συνήθως με μεγάλη καθυστέρηση τις πληρωμές από τους χονδρέμπορους και τις επιδοτήσεις και υπάρχει και ρίσκο να μην τις λάβει καν, με αποτέλεσμα η καθαρή παρούσα αξία των εισοδημάτων του να μειώνεται περισσότερο από ότι του μισθωτού. Ταυτόχρονα αναλαμβάνει και ρίσκο ρευστότητας, γιατί πρέπει να ξαναγοράσει αναγκαστικά κάποιες βασικές πρώτες ύλες κάθε νέου κύκλου εργασιών για την παραγωγή, ενώ συνήθως ταυτόχρονα εκκρεμούν και προστίθενται σταθερά και απειλητικά οι μόνιμοι-έκτακτοι ατομικοί φόροι όπως ο ΕΝΦΙΑ, δόσεις εξυπηρέτησης παλιών τραπεζικών δανείων, ρυθμίσεις χρεών στο Δημόσιο κλπ. Βέβαια στην πραγματικότητα, τα πάντα είναι υπό διάλυση, λόγω των ‘μνημονιακών’ πολιτικών, και ο μισθωτός συνήθως πληρώνεται με σημαντική ως μεγάλη καθυστέρηση. Με την εφαρμογή αυτής της φορολογικής πολιτικής, καταστρέφεται συνειδητά το ανθρώπινο κεφάλαιο στον αγροτικό κλάδο που είναι ένας κλάδος στρατηγικής σημασίας, από κάθε άποψη, και προστίθεται στα άλλα συντελεσθέντα κοινωνικά εγκλήματα.
Έτσι πληρώνουν ΟΛΟΙ το ίδιο πολύ υψηλό ποσοστό εισοδήματος και από ένα εισόδημα και κάτω, που αφορά τους περισσότερους, δεν θα μπορούν να επιβιώσουν. Εκεί που έπρεπε να υπάρχει γενικό αφορολόγητο ποσό για τα χαμηλά εισοδήματα, χαμηλότερος φόρος στα μεσαία εισοδήματα και υψηλότερος φόρος στα μεγάλα εισοδήματα, υπάρχει ΙΔΙΟΣ ΦΟΡΟΣ για όλους. Μια δίκαιη αναδιανεμητική φορολογική πολιτική, βασιζόμενη στις γενικές αρχές της Δημόσιας Οικονομικής, θα επέβαλε πέραν του γενικού αφορολόγητου για όλους, ανεξαρτήτως προέλευσης και πηγής του εισοδήματος, προσδιοριζόμενου σε ένα ποσό απαραίτητο για τη διαβίωση, και προοδευτική φορολόγηση στη συνέχεια, για το επιπλέον ποσό, με αρκετές κλίμακες στα ποσοστά επιπλέον φορολόγησης. Η ακραία νεοφιλελεύθερη λογική, αντιμετωπίζει μικροεπαγγελματίες και αυτοπασχολούμενους ως μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικούς ομίλους, με δυνατότητες αυτοχρηματοδότησης, αποθέματα και κεφάλαια, προσβλέποντας στην όξυνση και μεγέθυνση της εισοδηματικής ανισοκατανομής.
Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές της ΕΕ, συντείνουν στην εξαθλίωση της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και μετατροπή τους σε μισθωτούς πολυεθνικών επιχειρήσεων και ομίλων υψηλής συγκέντρωσης κεφαλαίου, με περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα και υψηλή ανασφάλεια, ως το κυρίαρχο εργασιακό και παραγωγικό μοντέλο. Η επιμονή επιβολής καταστροφικών ‘μεταρρυθμίσεων’, που ουσιαστικά απορυθμίζουν την αγορά εργασίας, καταργώντας εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα δεκαετιών, υπηρετείται από τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση που αποδεικνύεται στην πράξη πιο αποφασισμένη και αποτελεσματική από τις προηγούμενες εθελόδουλες ‘μνημονιακές’ κυβερνήσεις. Η επιλογή αφανισμού των μικρών και μικρομεσαίων αγροτών θεωρείται σκόπιμη, απαραίτητη για την επιβίωση κυρίως των μεγάλων αγροτών, που ουσιαστικά είναι εποχιακοί μεγαλο-εργοδότες επιχειρήσεων υψηλής έντασης εργασίας, και λίγων μεγάλων εταιρειών αγροτικής εκμετάλλευσης που θα έχουν πρόσβαση σε Ελληνικά και Ευρωπαϊκά κεφάλαια. Κάτι τέτοιο έχει ήδη συμβεί σε άλλες χώρες της ΕΕ και είναι πιθανό, μετά την επίτευξη του επιθυμητού τους στόχου, η επαναφορά των φορολογικών και ασφαλιστικών ποσοστών στα πρότερα επίπεδα, για τους γνωστούς λόγους της δήθεν “ανταγωνιστικότητας και φορολογικής δικαιοσύνης”.
Οι υπολογισμοί βασίζονται στο φετινό εισόδημα του 2016 που θα φορολογηθεί το 2017 ή στο εισόδημα του 2017 με φορολόγησή του το 2018 ή το μέγιστο στο εισόδημα του 2018 με αποπληρωμή φορολογικών υποχρεώσεων το 2019, σύμφωνα με άλλες πηγές, ανάλογα με το πότε θα οριστικοποιηθούν οι προβλεπόμενες φορολογικές και ασφαλιστικές ‘μεταρρυθμίσεις’ ουσιαστικού θανάτου για την πλειοψηφία των αγροτών. Όταν η προκαταβολή φόρου σταθεροποιηθεί στο 100%, το συνολικό ποσοστό εισφορών και φόρων θα είναι λίγο κάτω από το 50% για τα υψηλότερα εισοδήματα και αρκετά πάνω από το 50% για τα χαμηλότερα και από 60% και πάνω για τα εισοδήματα κάτω των 5.000 ευρώ λόγω τέλους επιτηδεύματος. . Είναι πασιφανές ότι η τωρινή κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ ακολουθεί και εφαρμόζει τις πολιτικές της ΕΕ, σκληρότερα από ότι έπραξαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, που αντιμετώπιζαν σθεναρές κοινωνικές αντιδράσεις.
*1 ΑΓΡΟΤΙΚΑ: Εως 5.000 εισόδημα δηλώνει το 90% των αγροτών με μέσο όρο ετήσιο εισόδημα μόλις 2.510,80 ευρώ
*2 Φορολογικός-Λογιστικός κόμβος ενημέρωσης Taxheaven: ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΟΤΩΝ- 2015
*3 Μανωλάκου Διαμάντω : ‘Η νέα ΚΑΠ 2014-2020’, Κομμουνιστική Επιθεώρηση 2/2014, διαθέσιμο στοhttp://www.komep.gr/2014-teyxos-2/h-nea-kap-2014-2020
* Άνεργος οικονομολόγος (πτυχιούχος λογιστικής και χρηματοοικονομικής, μεταπτυχιακό δίπλωμα στα οικονομικά) και μπλόγκερ, website: www.everythingispolitics.wordpress.com
** Οικονομολόγος (πτυχιούχος οικονομικών επιστημών, 2ετές μεταπτυχιακό διοίκησης επιχειρήσεων στην τραπεζική/χρηματοοικονομική, μεταπτυχιακός φοιτητής oικονομικών και διοίκησης μονάδων υγείας) – Αναλυτής Πληροφοριακών Συστημάτων (2ετές μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στα πληροφοριακά συστήματα), email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε., website:www.kallinikosnikolakopoulos.blοgspot.com