Πέθανε η ποιήτρια και μεταφράστρια Τζένη Μαστοράκη

Πέθανε η ποιήτρια και μεταφράστρια Τζένη Μαστοράκη

Τετάρτη, 31/07/2024 - 13:41

Την τελευταία της πνοή άφησε η ποιήτρια και μεταφράστρια Τζένη Μαστοράκη, η οποία αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές του νεοελληνικού λογοτεχνικού κανόνα.

Η Τζένη Μαστοράκη γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1949 στην Αθήνα και σπούδασε βυζαντινή και μεσαιωνική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ανήκει στη Γενιά του ’70, ομάδα Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών που άρχισαν να δημοσιεύουν τα έργα τους κατά τη δεκαετία του 1970, και ειδικότερα προς το τέλος της Χούντας των Συνταγματαρχών και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Η πρώτη εμφάνιση ποιήματος της έγινε το 1971. Το ποίημα αυτό συμπεριλήφθηκε στην «Αντι-ανθολογία» του Δημήτρη Ιατρόπουλου. Το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο«Διόδια», εκδόθηκε το 1972.

Τα ποιητικά έργα της κίνησαν το ενδιαφέρον του Γιάννη Ρίτσου και της Νανάς Καλλιανέση, ενώ τα ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες και δημοσιεύθηκαν σε ανθολογίες και περιοδικά ανά τον κόσμο.

Εξίσου σημαντικό ήταν το μεταφραστικό της έργο. Μετέφρασε λογοτεχνία και θεατρικά, ενώ συνέδεσε το όνομά της με τη μετάφραση στα ελληνικά του θρυλικού «Φύλακα στη σίκαλη» του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ.

Το 1989 βραβεύθηκε από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια με το βραβείο Thornton Niven Wilder για το μεταφραστικό της έργο. Επίσης, το 1992 έλαβε βράβευση από τη Διεθνή Επιτροπή Παιδικού Βιβλίου (ΙΒΒΥ, International Board on Books for Young People) για τη μετάφραση του παιδικού βιβλίου «Ο ταξιδιώτης της αυγής».

Συλλυπητήριο μήνυμα της Υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη

Πληροφορούμενη την απώλεια της Τζένης Μαστοράκη, η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έκανε την ακόλουθη δήλωση:

Η απώλεια της Τζένης Μαστοράκη μας στερεί μία από τις μεγαλύτερες μορφές των σύγχρονων Γραμμάτων μας. Εκπρόσωπος της Γενιάς του 70, μας καταλείπει ένα ποιητικό έργο, το οποίο πέρασε τα σύνορα και γνώρισε πολλές ξενόγλωσσες εκδόσεις. Διακρίνεται για το απόλυτα προσωπικό του στίγμα, αναδεικνύοντας την άρρηκτη σχέση γραφής και ανάγνωσης αλλά και την πολύχρονη βιωματική εμπλοκή της δημιουργού με τη γλώσσα, την ιστορία και τη λογοτεχνία.

Η Τζένη Μαστοράκη υπήρξε κορυφαία μεταφράστρια. Αναμετρήθηκε με κλασικά και σύγχρονα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, από την πεζογραφία, την ποίηση, το θέατρο, αλλά και εμβληματικά δοκίμια, από διαφορετικές γλώσσες. Μας πρόσφερε μεταφράσεις που αποτελούν σημεία αναφοράς, τόσο για τα ίδια τα έργα, όσο και για τον επανακαθορισμό του μεταφραστικού είδους. Το μεταφραστικό corpus της Τζένης Μαστοράκη, το οποίο συγκρότησε επί δεκαετίες, με αφοσίωση, επίμονη και επίπονη δουλειά, διακρίνεται για τη γλωσσική του ακρίβεια και το ξεχωριστό αισθητικό του αποτύπωμα.

Μέσω της μακράς πορείας της αναδείχθηκε σε μοναδική περίπτωση των ελληνικών Γραμμάτων, που τίμησε με την αδιάλειπτη και ποιοτική, χωρίς εκπτώσεις, προσφορά της. Στο έργο της συνδύασε την ασυμβίβαστη μέριμνα για τη γλώσσα με τη δημιουργική ανάπλαση του παρελθόντος, τη χαρτογράφηση της μνήμης και τη σιωπηλή, αλλά εκφραστικότατη αφομοίωση του βιώματος.

Η Τζένη Μαστοράκη σπάνιος άνθρωπος, σπάνιος δημιουργός, με παραδειγματική αφοσίωση στην Τέχνη, δεν επεδίωξε ποτέ την περιττή και άσκοπη δημοσιότητα. Πρόλαβε, όμως, να χαρεί την αναγνώριση του έργου της, όπως πιστοποιούν οι πολυάριθμες βραβεύσεις της, με εξέχουσα την απονομή του Μεγάλου Βραβείου Γραμμάτων 2020.

Στην οικογένειά της και στους φίλους της, απευθύνω τα πιο ειλικρινή μου συλλυπητήρια.

Πέθανε η ποιήτρια Ολυμπία Καράγιωργα

Πέθανε η ποιήτρια Ολυμπία Καράγιωργα

Δευτέρα, 08/01/2024 - 19:21

Σε ηλικία 90 ετών έφυγε από τη ζωή η βραβευμένη ποιήτρια, Ολυμπία Καράγιωργα, που είχε επίσης καταπιαστεί με το θέατρο και την μετάφραση.

Ορισμένες από τις ποιητικές της συλλογές «Χειμώνας στη Λέρο» (2009), «Μάτια του έρωτα» (1997), «Σκόρπια» (1997), «Προχωρώντας στο χρόνο» (1961-'85), «Ποιος» (1985), «Το μεγάλο κύμα» (1974), «Τα μεγάφωνα» (1966) και «Χιλιάδες πρόσωπα της τύχης» (1961).  

Η Καράγιωργα γεννήθηκε και σπούδασε στην Αίγυπτο, ενώ ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Stanford των ΗΠΑ.

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη επεσήμανε σε συλλυπητήριο μήνυμά της ότι η ποιήτρια κατέκτησε εξέχουσα θέση στη λογοτεχνική γενιά του ‘60. «Ηταν δημιουργός, παθιασμένη με ό,τι καταπιάστηκε: Mε το θέατρο, κοντά στον δάσκαλο Χρήστο Βαχλιώτη, για το θέαμα και το θέμα της ζωής του Νιζίσνσκι- "Ψηλός περήφανος,… κι αγαπούσε τον Έρωτα χορεύοντας"- με τον Ευριπίδη, με τα τραγούδια του Λόρκα, την ποίηση Γιώργου Σαραντάρη- "του μελούμενου"-, τον ερωτικό λόγο του Λόρενς, του Όσκαρ Ουάιλντ, τον παραλογισμό στον Καμύ ως και την Βιρτζίνια Γουλφ».

«Το μεγάλο, ευαίσθητο, λυρικό ποιητικό της έργο, με την αδιόρατη μελαγχολία ανεκπλήρωτων ερώτων, αλλά και με τη λύτρωση ως προσδοκία του μέλλοντος, δίκαια τιμήθηκε με το Βραβείο Λυρικής Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών το 2010. Η ζωή της, διαρκής αναζήτηση. Γύρισε και φώλιασε στο οικογενειακό τους αρχοντικό, στη Λέρο» αναφέρει η υπουργός για το νησί, όπου επέλεξε να ζει τα τελευταία χρόνια η Καράγιωργα. 

«Έφυγε» η Στέλλα Βλαχογιάννη

Δευτέρα, 06/02/2023 - 14:03

«Μια Στέλλα τι την είχατε; Την είχαμε πηγάδι και νερό. Μα ήταν πλάσμα ανήμερο και ξωτικό απ' άλλον κόσμο. Oι λέξεις της την παίρνανε μακριά από τον κόσμο... Γινόταν δρόμος για τους άλλους...»

Θλίψη στους λάτρεις του ελληνικού τραγουδιού και όχι μόνο για το θάνατο της δημοσιογράφου, ραδιοφωνικής παραγωγού και ποιήτριας, Στέλλας Βλαχογιάννη, σε ηλικία μόλις 66 ετών. 

Μία σπάνια περίπτωση ανθρώπου, μια εξαιρετική επαγγελματίας, που στήριζε και αναδείκνυε την ελληνική μουσική σκηνή, «γιάτρευε» τους ακροατές με τον ανθρώπινο και αιχμηρό λόγο της. Γεννήθηκε στην Τρίπολη, πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο Μαρούσι Αττικής, την εφηβεία στο Ναύπλιο και ζούσε στην Αθήνα.

Είχε εργαστεί σε πολλά περιοδικά, όπως «Επίκαιρα», «Μουσική», «ΒΗΜΑgazino», «Μετρονόμος», «Δίφωνο». Στο τελευταίο είχε διατελέσει αρχισυντάκτρια αλλά απολύθηκε το 2008, όταν είχε κάνει εξώφυλλο τους νέους τότε Νατάσα Μποφίλιου, Ελεονώρα Ζουγανέλη και Γιάννη Χαρούλη γιατί ήταν το πιο... «αποτυχημένο εξώφυλλο στην ιστορία του» , όπως είχε δηλώσει η πρώτη.

Από το 2002 μέχρι το 2013 παρουσίαζε ως «ο φύλακας διάβολός μας» την ραδιοφωνική εκπομπή «Ιατρείον Ασμάτων: Μια ώρα μουσικής ψυχικής διαταραχής», στο Δεύτερο Πρόγραμμα 103,7, η οποία δεν χωρούσε φαίνεται στα ερτζιανά, όταν το Μέσο άρχισε να μπαίνει σε βαθιά κρίση με την επικράτηση των playlist και περικοπές εργαζομένων.

Ξεχωριστή η γραφή της και στην ποίηση. Είχε εκδώσει τις συλλογές, «Η θλίψη του σώματος» (2003), «Με λένε θάνατο» (2010), το βιβλίο «Ιατρείον Ασμάτων-αποσπάσματα ραδιοφωνικού λόγου» (2005) και το θεατρικό έργο «Μην παίζεις με τα χώματα» (''ένα έργο αυστηρώς ακατάλληλο για ευτυχισμένους και απροβλημάτιστους ανθρώπους''), που είχε παιχτεί με μεγάλη επιτυχία το 2010 και το 2011.

Βάπτιση 

Κανείς δεν θα φωνάξει το όνομά σου
έτσι που κατέληξες σ' αυτό το άδειο σπίτι
Ένα σκυλί θα ήταν χρήσιμο αλλά υποσχέθηκες 
να τελειώνεις με τα υποκατάστατα.

Κανείς δεν θα φωνάξει το όνομά σου
σ' αυτό το άδειο σώμα που σχεδίασες
μόνο τραίνα θα παιρνούν
θ' αποβιβάζουν αγνώστους έξω από την πόρτα σου
αλλά σε κανέναν δεν θ' ανοίξεις
ούτε ποτήρι νερό σε διψασμένο θα δώσεις
γιατί έμαθες κι από την καλοσύνη των ξένων
το πικρό φαρμάκι που μένει στο τέλος της γνωριμίας.

Κανείς δεν θα φωνάξει το όνομά σου
γιατί κανείς δεν ξέρει ποιο είναι το αληθινό.
Άλλο έλεγες σε καθένα που ρωτούσε
κι έτσι τώρα είναι σαν να μην υπάρχεις καθόλου
ή σαν να είσαι πάρα πολλά πρόσωπα μαζί
στριμωγμένα σ' έναν καθρέπτη με μνήμη

Πώς σε λένε λοιπόν; Σε βάφτισαν; Σε είπαν κάπως;
Κορίτσι μικρό
νέα γυναίκα 
κυρά με τα χρονάκια σου έτοιμη πάντα
για το μεγάλο ταξίδι

Ποιό είναι το όνομά σου;
Αυτοί που σ' αγάπησαν πώς σε καλούσαν;
κι αυτοί που αγάπησες 
με ποιο προσωνύμιο σε κατέδωσαν;

Κανείς δεν θα φωνάξει το όνομά σου
Σ' αυτό το άδειο σπίτι που κατέληξες.
Εκείνος που θα ανακαλύψει πρώτος την εκπνοή σου
εκείνος και θα σε βαφτίσει οριστικά.

Έξι λόγοι για ένα έγκλημα
...
IV.
Για την ώρα του τέλους θέλω μόνο ένα τραγούδι
Κορίτσι ξένο σαν ίσκιος πλανιέται μονάχο στη γη
μπορεί ακόμα μπορεί
να έχει πια τρελαθεί
και τότε ποιος θα ρωτήσει να μάθει ποτέ το γιατί
Αυτά να πει ο παπάς

Παρόντες οι φίλοι κι ένα σκυλί που αγάπησα
Ο αδελφός μου να αποποιηθεί 
τη μόνη μου κληρονομιά:
τη Θλίψη

Κι εκείνη η γυναίκα που θα στέκεται μακριά
μπορεί ντυμένη μαύρα, μπορεί κόκκινα
εκείνη η γυναίκα που με αγάπησε
περισσότερο από όσο άντεχε
ας ρίξει τότε το ένα το μοναδικό το δάκρυ
που θα μπορούσε να μου ξεδιψάσει μια ζωή

V.
Πείνασα αγάπη, μάτωσα στοργή.
Ένα σκοτάδι, μια νύχτα απέραντη
έβαζε στα χέρια μου τα χρώματα
και κάηκαν οι άνθρωποι οι κοντά
οι άνθρωποι οι μακριά 
οι άνθρωποι που ρώταγαν:
Μια Στέλλα τι την είχατε;

VI. 
Την είχαμε πηγάδι και νερό
Μα ήταν πλάσμα ανήμερο και ξωτικό απ' άλλον κόσμο.
Την στείλαμε σχολείο, πιάνο, αγγλικά
αλλά τα λόγια της γινόντουσαν μαύρος καπνός
κι οι λέξεις της την παίρνανε μακριά από τον κόσμο.
Κυνήγησε καράβια και σχεδίαζε χάρτες
μα δεν ταξίδεψε ποτέ στ' αλήθεια.
Ακίνητη, πετρωμένη σχεδόν
γινόταν δρόμος για τους άλλους.
Πάνω της βάδισαν στρατοί και λεγεώνες
μα μόνο τους τρελούς και τους παρίες
άφηνε να την πληγώνουν.
Κι όταν το σώμα της σκίστηκε
Πληγές και αίμα τα βήματα, το άγγιγμα
Ιδού -είπε- εγώ η σκοτεινή.
Ιδού εγώ η ξένη.
Μπορώ να αγαπώ μέχρι θανάτου

(στίχοι από την ποιητική της συλλογή, «Με λένε θάνατο».)

Πέθανε η Κική Δημουλά

Σάββατο, 22/02/2020 - 22:25

Σύμφωνα με τους γιατρούς, η Κική Δημουλά έπασχε από αναπνευστική ανεπάρκεια, και πέθανε από ανακοπή καρδιάς.

Αναλυτικά το ιατρικό ανακοινωθέν

«Η ακαδημαϊκός και ποιήτρια κα. Κική Δημουλά προσήλθε  στο Θεραπευτήριο ΥΓΕΙΑ στις 02/02/20 λόγω χρόνιας αναπνευστικής ανεπάρκειας.

Σήμερα στις 22/02/20 και ώρα 17:56 απεβίωσε λόγω καρδιακής ανακοπής σε έδαφος σοβαρής χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας και καρδιακής ανεπάρκειας».

Ποια ήταν η Κική Δημουλά

Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα όπου κι έζησε. Παντρεύτηκε τον πολιτικό μηχανικό και ποιητή ‘Αθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Εργάστηκε ως υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος επί 25 χρόνια. Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2015 αναγορεύτηκε σε επίτιμη διδάκτορα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ποιήματα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες – αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά,ιταλικά, σουηδικά κ.ά.

Το πολυβραβευμένο έργο της έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες και τιμηθεί με βραβεία και διακρίσεις που ξεκινούν από το 1972, με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου». Με το ίδιο βραβείο τιμήθηκε το 1989 για τη συλλογή της «Χαίρε ποτέ» και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή «Η εφηβεία της λήθης». Το 2001 τής απονεμήθηκε το Αριστείο των Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου της, και Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής, από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Στεφανόπουλο.

Το 2009, τιμήθηκε το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, ενώ το 2010 με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της.

Το 2010, με την ευκαιρία της βράβευσης της με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του ποιητικού και του πεζού έργου της η Κική Δημουλά έγραψε αυτοβιογραφούμενη:

«Ένα βιογραφικό σημείωμα πρέπει, αφού γραφτεί, να μείνει επ’ αρκετόν καιρό κρεμασμένο στον αέρα από ένα τσιγκέλι αυστηρότητας, ώστε να στραγγίξουν καλά τα στερεότυπα, οι ωραιοποιήσεις, η ρόδινη παραγωγικότης και ο πρόσθετος ναρκισσισμός, πέραν εκείνου που ενυπάρχει στη φύση μιας αυτοπαρουσίασης.

Μόνον έτσι βγαίνει το καθαρό βάρος: το ήθος που επέβαλες να τηρεί η προσπάθειά σου.Τα πόσα βιβλία έγραψε κανείς, πότε τα εξέδωσε, ποιες μεταφράσεις τα μεταναστεύουν σε μακρινές ξένες γλώσσες και ποιες διακρίσεις τα χειροκροτούν είναι τόσο τρέχοντα, όσο το να πεις ότι μέσα σ’ έναν βαρύτατο χειμώνα υπήρξαν και κάποιες μέρες με λαμπρή λιακάδα. Ωστόσο, επειδή αυτό είναι το υλικό της πεπατημένης, που δεν μπορεί να συνεχίσει τη χάραξή της με συνεσταλμένες καινοτόμες επιφυλάξεις, γεννήθηκα στην Αθήνα το 1931. Η παιδική ηλικία πέρασε χωρίς να αναδείξει το «παιδί θαύμα».

Το 1949, τελειώνοντας το Γυμνάσιο, υπέκυψα εύκολα στο «πρέπει να εργαστείς», και εργάστηκα στην Τράπεζα της Ελλάδος είκοσι πέντε χρόνια. Ανώτερες σπουδές: η μακρά ζωή μου κοντά στον ποιητή ‘Αθω Δημουλά. Χωρίς εκείνον, είμαι σίγουρη ότι θα είχα αρκεστεί σε μια ρεμβαστική, αμαθή τεμπελιά, προς την οποίαν, ίσως και σοφά, ακόμα ρέπω. Του οφείλω το λίγο έστω που της ξέφυγα, την ατελή έστω μύησή μου στο τι είναι απλώς φωνήεν στην ποίηση και τι είναι σύμφωνον με την ποίηση, του οφείλω ακόμα την πικρότατη δυνατότητα να μπορώ σήμερα, δημόσια, να τον μνημονεύω εις επήκοον της πολυπληθούς λήθης. Αυταπαρνητική, παραχωρήθηκα στο ρόλο της μητέρας και με τρυφερή γενναιότητα άκουσα να προσφωνούμαι «γιαγιά».

Κυλώ τώρα με ψυχραιμία και χωρίς βλέψεις διαιωνίσεως μέσα σ΄ αυτές τις νέες παρακαμπτήριες του αίματός μου. Κυλώ και, όσο πλησιάζω στις εκβολές, όλο και ονειρεύομαι ότι θα μου πετάξει η ποίηση ένα σωσίβιο ποίημα. Δεν νιώθω δημιουργός. Πιστεύω ότι είμαι ένας έμπιστος στενογράφος μια πολύ βιαστικής πάντα ανησυχίας, που κατά καιρούς με καλεί και μου υπαγορεύει κρυμμένη στο ημίφως ενός παραληρήματος, ψιθυριστά, ασύντακτα και συγκεκομμένα, τις ακολασίες της με έναν άγνωστο τρόπο ζωής.