Λύθηκε μυστήριο 675 ετών: Από πού προήλθε η βουβωνική πανώλη που προκάλεσε τον «Μαύρο Θάνατο» στη μεσαιωνική Ευρώπη

Τετάρτη, 15/06/2022 - 18:56

Ένα μυστήριο 675 ετών φαίνεται πως βρήκε τη λύση του. Η ανάλυση του DNA επτά ανθρώπων που είχαν πεθάνει τον 14ο αιώνα από βουβωνική πανώλη (πανούκλα), δείχνει ότι ο τρομερός «Μαύρος Θάνατος», όπως έγινε γνωστή η πιθανώς μεγαλύτερη πανδημία στην ανθρώπινη ιστορία, που σάρωσε την Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα, προήλθε από την Κεντρική Ευρασία και συγκεκριμένα από την περιοχή του σημερινού βορείου Κιργιστάν. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας γερμανικής επιστημονικής έρευνας με επικεφαλής μια Ελληνίδα της διασποράς.

Η λεγόμενη «μαύρη πανώλη», που προκλήθηκε από το βακτήριο Yersinia pestis, εξόντωσε έως το 60% του ευρωπαϊκού πληθυσμού μεταξύ 1346-1353 μ.Χ. Παρά τις προσπάθειες των επιστημόνων εδώ και χρόνια, η γεωγραφική προέλευση εκείνης της πανδημίας παρέμενε αβέβαιη έως τώρα, με τις πιθανές περιοχές από όπου πήγασε η λοιμώδης νόσος, να εκτείνονται από τη Δυτική Ευρασία μέχρι την Ανατολική Ασία και την Κίνα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μαρία Σπύρου, μεταδιδακτορική ερευνήτρια του γερμανικού Πανεπιστημίου του Τίμπινγκεν και του Τμήματος Αρχαιογενετικής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Επιστήμη της Ανθρώπινης Ιστορίας στην Ιένα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», προσδιόρισαν την περιοχή Τιαν Σαν της Λίμνης Ισίκ-Κουλ του σημερινού Κιργιστάν ως το πιθανότερο επίκεντρο της πανούκλας, η οποία μετά εξαπλώθηκε προς τα δυτικά μέσω κυρίως των εμπορικών οδών.

Στην εν λόγω περιοχή έχουν βρεθεί από τους αρχαιολόγους απρόσμενα πολλοί τάφοι της περιόδου 1338-1339 μ.Χ. με ενδείξεις, όπως επιγραφές στη συριακή γλώσσα σε ταφόπλακες, που παραπέμπουν στην πανώλη ως αιτία θανάτου. Σε συνδυασμό με τη νέα γενετική ανάλυση αρχαίου DNA από τα δόντια επτά σκελετών σε δύο νεκροταφεία αυτής της περιοχής και την ανίχνευση του «ένοχου» βακτήριου Yersinia σε τρεις από αυτούς, η μελέτη κατέληξε στην εκτίμηση ότι το σημείο εκείνο έπαιξε τον κομβικό ρόλο στο ξέσπασμα της επιδημίας. Η συγκριτική γενετική ανάλυση με σημερινά στελέχη του ίδιου βακτηρίου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το αρχαίο στέλεχος είχε ντόπια καταγωγή.

Το 1347 η πανώλη εισήλθε στη Μεσόγειο μέσω του θαλάσσιου εμπορίου και των πλοίων που μετέφεραν προϊόντα από τις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας που τότε βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της μογγολικής Χρυσής Ορδής. Στη συνέχεια, η πανώλη εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική. Το πρώτο αυτό κύμα είχε τη συνέχεια του σε ένα μακρόχρονο δεύτερο κύμα που διήρκεσε έως τον 19ο αιώνα.

«Βρήκαμε το πηγαίο στέλεχος του Μαύρου Θανάτου και ακόμη γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία του (1338)», δήλωσε η Σπύρου, η οποία έχει εξειδικευθεί στην ιστορία και εξέλιξη των λοιμωδών νόσων, ιδίως της πανώλης. "Παρά τον κίνδυνο περιβαλλοντικής μόλυνσης (των δειγμάτων DNA) και την ανυπαρξία εγγυήσεων ότι τα βακτήρια θα είχαν μπορέσει να διατηρηθούν, καταφέραμε να αλληλουχίσουμε αρχαίο DNA από επτά άτομα από δύο νεκροταφεία και βρήκαμε το DNA του βακτηρίου της πανώλης σε τρία από αυτά", πρόσθεσε.

Ο καθηγητής Γιοχάνες Κράουζε του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ επεσήμανε ότι «ακριβώς όπως η Covid, ο Μαύρος Θάνατος υπήρξε μια αναδυόμενη νόσος και η αρχή μιας τεράστιας πανδημίας που συνεχίστηκε για περίπου 500 χρόνια. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε πραγματικά υπό ποιές συνθήκες η πανώλη εμφανίστηκε».

Η πανώλη δεν είναι κατά βάση ανθρώπινη νόσος, αλλά το βακτήριο της επιβιώνει μέσα σε πληθυσμούς τρωκτικών ανά τον κόσμο. Λογικά, σύμφωνα με τους ερευνητές, το αρχαίο κεντροασιατικό στέλεχος που προκάλεσε την τοπική επιδημία του 1338-39 και στη συνέχεια πυροδότησε την ευρύτερη πανδημία, πρέπει να προήλθε επίσης από τρωκτικά.

Πηγή: ethnos.gr

Τι σκότωσε τους Αζτέκους;

Τετάρτη, 17/01/2018 - 19:03
Tο 1348 η πανούκλα ή αλλιώς βουβωνική πανώλη θέριζε τη μεσαιωνική Ευρώπη. Για πολύ καιρό υπήρχε η θεωρία πως η πανούκλα εξαπλώθηκε από τους αρουραίους. Όμως, τα συμπεράσματα δύο νέων επιστημονικών μελετών, ανατρέπουν αυτά τα δεδομένα και αναφέρουν ότι βασικοί υπεύθυνοι είναι η άνθρωποι.

Η εξάπλωση της πανούκλας, που σκότωσε τουλάχιστον το ένα τρίτο του πληθυσμού στη γηραιά ήπειρο του Μεσαίωνα, οφειλόταν κυρίως στα παράσιτα των ανθρώπων και όχι στα τρωκτικά.

Ενώ η εξάπλωση μιας -έως τώρα άγνωστης αιτιολογίας- επιδημίας που αφάνισε το 80% των Ατζτέκων του Μεξικού, οφειλόταν πιθανότατα σε εντερική σαλμονέλα.

Οι δύο αυτές, διαφορετικές έρευνες, έρχονται να ρίξουν νέο φως σε δύο περιστατικά, τα οποία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη τόσο της «γηραιάς» ηπείρου, όσο και του «νέου κόσμου».

Στην πρώτη μελέτη, Νορβηγοί και Ιταλοί επιστήμονες των πανεπιστημίων του Όσλο και της Φεράρα, με επικεφαλής τον καθηγητή Νιλς Στένσεθ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το BBC και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, συμπέραναν ότι οι ψύλλοι και οι ψείρες στο σώμα των ανθρώπων και όχι οι αρουραίοι και τα άλλα τρωκτικά -όπως θεωρείτο έως τώρα- ήταν οι βασικοί φορείς διάδοσης του «μαύρου θανάτου», όπως έγινε γνωστή η πανώλη, που σκότωσε περίπου 25 εκατομμύρια Ευρωπαίους μεταξύ 1347-1451.

Χρησιμοποιώντας ιστορικά αρχεία για την εξέλιξη της επιδημίας και τους θανάτους σε εννέα ευρωπαϊκές πόλεις, καθώς και τεχνικές υπολογιστικής προσομοίωσης, οι ερευνητές μοντελοποίησαν τη δυναμική της εξάπλωσής της. Κατέληξαν έτσι στην εκτίμηση ότι ούτε οι αρουραίοι, ούτε η εξάπλωση του βακτηρίου μέσω του αέρα ευθύνονταν, αλλά οι ψύλλοι και οι ψείρες που πηδούσαν από άνθρωπο σε άνθρωπο και έπιναν μολυσμένο αίμα.

Κατά τους επιστήμονες, μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί η τόσο ταχεία εξάπλωση της φονικής επιδημίας. «Θα ήταν απίθανο να έχει εξαπλωθεί τόσο γρήγορα, αν μεταδιδόταν από τους αρουραίους, από ό,τι από σε άνθρωπο σε άνθρωπο», δήλωσε ο Στένσεθ.

Η πανώλη συνεχίζει να ενδημεί σε ορισμένες χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής, διατηρούμενη σε πληθυσμούς μολυσμένων τρωκτικών. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μεταξύ 2010-2015 υπήρξαν 3.248 διαγνωσμένα περιστατικά πανώλους σε ανθρώπους, από τα οποία τα 584 οδήγησαν σε θάνατο των ασθενών.
Η τήρηση των μέτρων υγιεινής αποτελεί βασικό μέτρο προφύλαξης για την αποτροπή των λοιμώξεων.


Η εξόντωση των Αζτέκων




Στην περίπτωση των Αζτέκων του Μεξικού, εκτιμάται ότι μέσα σε πέντε χρόνια, μεταξύ 1545-1550, περίπου 15 εκατομμύρια άνθρωποι (το 80% των κατοίκων) πέθαναν από μια τρομερή επιδημία που στην τοπική γλώσσα είχε ονομασθεί «κοκολίζτλι» (σημαίνει μάστιγα ή λοιμός). Οι άνθρωποι είχαν υψηλό πυρετό, πονοκεφάλους και αιμορραγία από τα μάτια, το στόμα και τη μύτη, πεθαίνοντας μέσα σε τρεις έως τέσσερις ημέρες.

Αυτή ήταν η δεύτερη, αλλά φονικότερη, από τις τρεις σοβαρότερες επιδημίες που έπληξαν το Μεξικό, μετά την άφιξη των Ευρωπαίων. Είχε προηγηθεί πριν δύο δεκαετίες το ξέσπασμα μιας επιδημίας ευλογιάς που σκότωσε πέντε έως οκτώ εκατομμύρια Αζτέκους, ενώ ακολούθησε το 1576-78 μια δεύτερη επιδημία που οδήγησε στο θάνατο τον μισό από τον εναπομείναντα πληθυσμό.

Έκτοτε, οι επιστήμονες προσπαθούν να καταλάβουν ποιος παθογόνος μικροοργανισμός ήταν ο… ένοχος για μια από τις φονικότερες επιδημίες στην παγκόσμια ιστορία, που προσεγγίζει εκείνη της πανούκλας της μεσαιωνικής Ευρώπης. Αυτήν τη φορά, ίσως οι επιστήμονες έχουν την απάντηση, καθώς πιστεύουν ότι επρόκειτο για ένα «εντερικό πυρετό» παρόμοιο με τον τυφοειδή.

Ερευνητές, με επικεφαλής την Άσιλντ Βάγκενε του Πανεπιστημίου του Τούμπιγκεν της Γερμανίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Ecology and Evolution», σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, ανέλυσαν δείγματα DNA από 29 σκελετούς που είχαν πεθάνει από τη μυστηριώδη νόσο «κοκολίζτλι» και είχαν ταφεί σε κοινό νεκροταφείο.

Η γενετική ανάλυση αποκάλυψε ίχνη μόνο ενός παθογόνου μικροοργανισμού, του βακτηρίου της εντερικής σαλμονέλα (Salmonella enterica), που -μεταξύ άλλων- μπορεί να προκαλέσει τυφοειδή πυρετό. Η σαλμονέλα μεταδίδεται μέσω μολυσμένης τροφής ή νερού και μπορεί να ταξίδεψε στο Μεξικό μέσω των ζώων που έφεραν οι Ισπανοί κατακτητές με τα πλοία τους. Η εντερική σαλμονέλα ήταν παρούσα ήδη στη μεσαιωνική Ευρώπη.

Αν και δεν βρήκαν άλλο μικρόβιο στους νεκρούς Αζτέκους, οι Γερμανοί επιστήμονες δεν αποκλείουν τελείως, είτε να μη μπόρεσαν να ανιχνεύσουν κάτι άλλο που υπήρχε, είτε να πρόκειται για ένα τελείως άγνωστο στους επιστήμονες μικρόβιο.



Αναδημοσίευση από το: //  tvxs /