Οικονομική πολιτική για την Ελλάδα. Άρθρο των Θεοδοσίου, Λαπαβίτσα, Μαριόλη, Σπαμπέρδα

Τρίτη, 11/04/2017 - 11:02

Γ. Θεοδοσίου, Κ. Λαπαβίτσας, Θ. Μαριόλης, Σ. Σκαπέρδας


Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή, 9 Απριλίου 2017

Τρεις πανεπιστημιακοί οικονομολόγοι στην Καθημερινήτης 26ηςΜαρτίου απάντησαν σε άρθρο μας της 26ης Φεβρουαρίου χαρακτηρίζοντάς το «επικίνδυνες δραχμικές φαντασιώσεις». Δυστυχώς δεν είχαν τίποτε καινούργιο να πουν, ούτε πρόσφεραν κάποια πρόταση διεξόδου από τη βαθιά κρίση.



Ο καίριος ρόλος της ΟΝΕ

Οι συνάδελφοι αναγνωρίζουν κάποιες από τις δομικές αδυναμίες της ΟΝΕ, αλλά συμπεραίνουν ότι πραγματική αιτία της κρίσης είναι η αλόγιστη δημοσιονομική συμπεριφορά των ελληνικών κυβερνήσεων. Ακόμη, ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από τόνωση της ζήτησης για γρήγορη μείωση της ανεργίας. Η χώρα μας χρειάζεται κυρίως ιδιωτικές επενδύσεις και «διαρθρωτικές αλλαγές», πάντα μέσα στο πλαίσιο της πειθαρχίας των μνημονίων. Εκτός ΟΝΕ, τονίζουν, η Ελλάδα είναι ανίκανη να διαχειριστεί την οικονομία της.

Είναι χαρακτηριστική η τάση να υποτιμάται ο ρόλος της ΟΝΕ στην κρίση, υπερτονίζοντας τις εγχώριες ελληνικές αδυναμίες, ιδίως του δημόσιου τομέα. Το κύριο σύμπτωμα της κρίσης δεν ήταν όμως το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που έφτασε στο 15% του ΑΕΠ το 2008.

Το εξωτερικό έλλειμμα προκλήθηκε από την κατάρρευση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας, η οποία δεν προέκυψε ξαφνικά από τις εδώ και δεκαετίες δυσμορφίες της ελληνικής οικονομίας. Η βαθύτερη αιτία βρίσκεται στη Γερμανία που κρατώντας τους μισθούς της παγωμένους για χρόνια έδωσε μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις εξαγωγές της. Χωρίς συναλλαγματική πολιτική στη διάθεσή της, η χώρα μας υπέστη συνεχή απώλεια ανταγωνιστικότητας εντός της ΟΝΕ.

Η αυτοκτονική μνημονιακή πολιτική

Η πολιτική που κατόπιν εφαρμόστηκε στην Ελλάδα, με στόχο την παραμονή στην ΟΝΕ, ήταν αυτοκτονική: βίαιη και ταχύτατη απάλειψη του δημοσιονομικού και του εξωτερικού ελλείμματος, χωρίς ουσιαστική ελάφρυνση του δημοσίου χρέους και φυσικά χωρίς νομισματική υποτίμηση. Η αναπόφευκτη συντριβή της ζήτησης συρρίκνωσε απότομα την οικονομία, με συνέπεια την εκτόξευση της ανεργίας, η οποία δεν έχει τίποτε να κάνει με τις όποιες δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Αντιστοίχως, η ταχύρρυθμη μείωσή της είναι απολύτως αδύνατη χωρίς στοχευμένη τόνωση της ζήτησης. Το ποια πρέπει να είναι αυτή η στόχευση, το έχει υποδείξει συγκεκριμένη μελέτη που πρόσφατα παρέθεσαν σε δημόσια συζήτηση δύο από εμάς.

Η απάλειψη των ελλειμμάτων ήταν όμως μόνο το πρώτο βήμα. Όπως έχει επανειλημμένως δηλώσει ο κ. Σόιμπλε, η Ελλάδα θα πρέπει κυρίως να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της για να παραμείνει στην ΟΝΕ. Δεδομένου ότι η Γερμανία ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει τη δική της πολιτική, αυτό σημαίνει συνεχή «εσωτερική υποτίμηση» και «μεταρρυθμίσεις», δηλαδή κατακρήμνιση των μισθών, απορρύθμιση των αγορών και ιδιωτικοποιήσεις. Αυτή θα είναι στο εξής η πορεία της χώρας μας εντός ΟΝΕ: ένα διαρκές και σκληρό μνημόνιο.

Με αυτά τα δεδομένα, θα περίμενε κανείς από τους Έλληνες οικονομολόγους να προτείνουν εσπευσμένα νέα πορεία. Δυστυχώς υπάρχει είτε σιγή, είτε επιμονή στη συνταγή της αποτυχίας.

Παντελής έλλειψη νέων προτάσεων

Τρανό παράδειγμα είναι το πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% που αποδέχθηκε η παρούσα κυβέρνηση για το 2018 και μετά. Ουσιαστικά θα εισαχθεί ένας «αυτόματος αποσταθεροποιητής» σε μια οικονομία που έχει ήδη πληγεί βαρύτατα. Τι έχουν να προτείνουν οι συνάδελφοι γι’ αυτόν τον παραλογισμό, πέρα από τις «μεταρρυθμίσεις»; Τι νόημα έχει να ασκείται κριτική στις ελληνικές κυβερνήσεις επειδή δήθεν δεν «τηρούν τις υποχρεώσεις τους», όταν είναι γνωστό ότι η πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης» θα συνεχίζει να συρρικνώνει την ελληνική οικονομία;

Εξίσου σημαντικό παράδειγμα είναι το δημόσιο χρέος, το οποίο ακόμη και το ΔΝΤ παραδέχεται ότι δεν είναι βιώσιμο. Μετά τις μνημονιακές παρεμβάσεις, η διαγραφή του ελληνικού χρέους μέσα στην Ευρωζώνη είναι ουσιαστικά αδύνατη. Τι έχουν να προτείνουν οι συνάδελφοι για τη διαχρονική του αντιμετώπιση, δεδομένου ότι η εξυπηρέτηση του χρέους θέτει το πλαίσιο μίας συνεχώς υφεσιακής δημοσιονομικής πολιτικής;

Άλλο παράδειγμα είναι η έλλειψη ρευστότητας σε μια οικονομία που έχει επισήμως 23,1% ανεργία και ίσως 50% του κεφαλαιουχικού της εξοπλισμού σε κατάσταση αργίας. Γιατί δεν επικεντρώνουν εκεί την προσοχή τους οι συνάδελφοι, αντί να κινδυνολογούν περί φαντασιακής πληθωριστικής έκρηξης σε μια οικονομία σε βαθιά καταστολή; Όσον αφορά εμάς, πως μπορούν και ισχυρίζονται ότι δεν έχουμε συνεκτιμήσει τον πληθωρισμό κόστους, τον οποίο δημιουργεί η νομισματική υποτίμηση, ούτε εκείνον τον οποίο δημιουργεί η αναγκαία τόνωση της εσωτερικής ζήτησης; Μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν την μελέτη που ήδη προαναφέρθηκε και η οποία έχει συζητηθεί ευρύτατα από τον περασμένο Φεβρουάριο;

Ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όμως να είναι η προοπτική επενδύσεων. Πιστεύουν σοβαρά οι συνάδελφοι ότι μπορεί η Ελλάδα να καλύψει το τεράστιο επενδυτικό κενό της με ξένες επενδύσεις, αρκεί να υιοθετήσει ακόμη «φιλικότερες» πολιτικές προς το μεγάλο κεφάλαιο; Η διεθνής εμπειρία και βιβλιογραφία δείχνει ότι πρόκειται περί αυταπάτης. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα πάνε στους φθηνότερους προορισμούς και η Ελλάδα θα παρασυρθεί σε ένα μάταιο αγώνα δρόμου «προς τα κάτω».

Πάρτε, τέλος, το θέμα της δημόσιας διοίκησης, η πραγματική πληγή της οποίας δεν είναι η παντοδυναμία της, αλλά η λειτουργική της αδυναμία σε συνδυασμό με την εύνοια προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και την αρπακτική συμπεριφορά προς τους υπόλοιπους. Το αποτελεσματικό κράτος είναι απολύτως απαραίτητογια την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Πιστεύει κανείς ότι οι μνημονιακές πολιτικές έχουν προωθήσει την οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα του ελληνικού κράτους;

Τα δεσμά της απολιθωμένης σκέψης

Η Ελλάδα μοιάζει με βαριά άρρωστο που του δίνουν γιατροσόφια και συνεχώς τον αποτρέπουν από την πραγματική θεραπεία. Η επιστημονική ανάλυση υποδεικνύει ότι απαιτείται ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας. Η δραχμή δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το απαραίτητο βήμα που θα επιτρέψει μια πραγματική εθνική διαπραγμάτευση, δημιουργώντας ξανά οπλοστάσιο οικονομικής πολιτικής – συναλλαγματική, νομισματική, δημοσιονομική, πιστωτική και βιομηχανική. Η ομαλή μετάβαση στο νέο νόμισμα είναι απολύτως εφικτή, αρκεί να υπάρξει κοινωνική και εθνική συσπείρωση. Η νομισματική υποτίμηση που θα ακολουθήσει, θα τονώσει την ανταγωνιστικότητα και θα δημιουργήσει ευνοϊκό πεδίο δομικής ανασύνθεσης της οικονομίας.

Μεγάλο μέρος της ευθύνης για την εγχώρια σύγχυση έχουν αυτοί που δουλειά τους είναι να παρουσιάζουν ιδέες και προτάσεις στον ελληνικό λαό. Δυστυχώς δεν είναι μόνο η οικονομία που περνάει βαθιά κρίση στην Ελλάδα, αλλά και η οικονομολογική σκέψη. Όπως εύστοχα παρατήρησε ο Μαρκ Τουέιν, «Η προσκόλληση σε απολιθωμένες απόψεις ποτέ δεν έσπασε αλυσίδες, ούτε απελευθέρωσε ανθρώπινες ψυχές».

Για το Ελληνικό Οικονομικό Τμήμα του ΕΔΕΚΟΠ

Ιωάννης Θεοδοσίου, Καθηγητής,University of Aberdeen.

Κώστας Λαπαβίτσας, Καθηγητής, School of Oriental and African Studies, University of London.

Θεόδωρος Μαριόλης, Καθηγητής, Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Στέργιος Σκαπέρδας, Καθηγητής,University of California, Irvine





sxedio-b

Ακούστε τη συνέντευξη που παραχώρησε ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Κώστας Λαπαβίτσας σχετικά με την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, στην ΕΡΤopen 106.7 FM και τον Δημήτρη Παναγούλη (AUDIO)

Πέμπτη, 23/03/2017 - 15:36

Ο καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Κώστας Λαπαβίτσας, αύριο Πέμπτη στις 8:30 το πρωί σην ΕΡΤopen 106.7 FM και τον Δημήτρη Παναγούλη.

Τετάρτη, 22/03/2017 - 18:15
Κάθε Τρίτη και Πέμπτη, στις 8:00 το πρωί, η ΕΡΤopen 106.7 FM και ο Δημήτρης Παναγούλης σας ενημερώνουν για ό,τι συμβαίνει στην πολιτική και την κοινωνία. Αυτή την Πέμπτη, τηλεφωνικά ο καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, Κώστας Λαπαβίτσας. Για επικοινωνία με τον παραγωγό https://twitter.com/ D_Panagoulis

Ανοιχτή συζήτηση με τον οικονομολόγο, Κώστα Λαπαβίτσα

Παρασκευή, 10/02/2017 - 16:23
Το Σάββατο 11 Φλεβάρη, στις 7.30 μμ θα πραγματοποιηθεί ανοιχτή συζήτηση με τον οικονομολόγο, Κώστα Λαπαβίτσα που θα παρουσιάσει την μελέτη του για την έξοδο από την Ευρωζώνη.
π- Χώρος Κινημάτων, Αλληλεγγύης & Πολιτισμού

Tηλ: 6942945765 / 6948522221 
6944740965 / 6976436302 
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Είτε με Remain, είτε με Brexit, η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται

Τρίτη, 21/06/2016 - 08:00
Του ΚΩΣΤΑ ΛΑΠΑΒΙΤΣΑ      

Η στυγερή δολοφονία της Τζο Κοξ θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο βρετανικό δημοψήφισμα. Οι υπέρμαχοι του Remain υπολογίζουν σε μεταστροφή του εκλογικού σώματος προς όφελός τους. Tο τελικό αποτέλεσμα όμως δεν είναικαθόλου βέβαιο γιατί το δημοψήφισμα έχει προκαλέσειβαθύτατη ταξική αναταραχή στη Βρετανία.  

ΤΟ ΤΑΞΙΚΟ ΡΗΓΜΑ  

Μια έντονη διαμάχη αναμφίβολα υπάρχει ανάμεσα στουςέχοντες και κατέχοντες, με το πλειοψηφικό κομμάτι να θέλει την παραμονή και το μειοψηφικό τηνέξοδο, το καθένα για τα δικά του συμφέροντα. Η διάσπαση είναι ορατή μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, αλλά από μόνη της δεν θα αρκούσε ποτέ για να προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική αναταραχή. Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ένα πολύ βαθύτερο κοινωνικό ρήγμα.  

Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων στη Βρετανία – ιδίως στην Αγγλία – έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου. Αλλά δυστυχώς τα πολιτικά οφέλη τα έχει δρέψει μια σκληρή Δεξιά, ακόμη πιο νεοφιλελεύθερη από αυτή που κυβερνάει, η οποία στρέφεται κατά των μεταναστών. Τα αίτια αυτών των σύνθετων και αντιφατικών εξελίξεων απαιτούν προσεκτική ανάλυση.  

Η Βρετανία έχει ζήσει σε καθεστώς μόνιμης λιτότητας στα χρόνια που ακολούθησαν τη γιγαντιαία κρίση του 2008-9. Το λαϊκό στοιχείο αντιμετωπίζει συνεχή πίεση στους μισθούς, ανασφάλεια, κακές νέες θέσεις εργασίας, περικοπές στην κοινωνική πρόνοια, στεγαστική κρίση στο Λονδίνο, έλλειψη προοπτικής για τη νεολαία. Υπάρχει διάχυτη αίσθηση κοινωνικής αδικίας και ατιμωρησίας για τους υπεύθυνους της κρίσης. Τα λαϊκά στρώματα θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα, οι μεγάλες τράπεζες και επιχειρήσεις, καθώς και μια κάστα προνομιούχων, κυβερνούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα.  

Εξίσου σημαντικό είναι ότι κατά τη δεκαετία του 2000 εκτοξεύτηκε η μετανάστευση, με τις καθαρές εισροές να τριπλασιάζονται. Οι πλειοψηφία των νεοφερμένων ήρθε από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Τα λαϊκά στρώματα αισθάνονται ότι ποτέ δεν κλήθηκαν να εκφράσουν τη γνώμη τους για την πολιτική αυτή. Με δεδομένη την τεράστια πίεση στις δομές κοινωνικής πρόνοιας που ήδη υπάρχει λόγω της λιτότητας, η κατάσταση έχει γίνει εκρηκτική κατά μήκος και πλάτος της χώρας.  

ΟΙ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΟΙ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΣΤΗΝ ΕΕ  

Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ακριβώς αυτές τις αντιθέσεις, κάτι που προκάλεσε η ίδια η πλευρά του Remain. Για να στηρίξει τις θέσεις της, κινητοποίησε μια στρατιά μεγάλωνεπιχειρηματιών, τραπεζιτών, γραφειοκρατών και άλλων που άρχισαν να απειλούν τουςψηφοφόρους με τους υποτιθέμενους κινδύνους της εξόδου για την οικονομία, το Σίτι του Λονδίνου, τηνασφάλεια, στο σύστημα υγείας και πολλά άλλα. Από κοντά και τα στρώματα της ανώτερης μεσαίας τάξης, τα οποία συχνά έχουν άμεση επαγγελματική σύνδεση με τους μηχανισμούς της ΕΕ και δε μπορούν να διανοηθούν ότι ίσως μείνουν μόνοι στο νησί με τους «άπλυτους».  

Για τα λαϊκά στρώματα το συμπέρασμα προέκυψε αβίαστα: οι κερδισμένοι από τις άδικες πολιτικές των τελευταίων χρόνων επιθυμούν διακαώς την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Άρα το δικό τους συμφέρον είναι το αντίθετο. Όσο πιο πολλές εξωπραγματικές απειλές χρησιμοποίησε οΠρωθυπουργός, ή ο Υπουργός των Οικονομικών, τόσο πιο πολύ αντέδρασε το λαϊκό στοιχείο. Όταν μπήκαν στο χορό και οι ηγέτες της ΕΕ, με τον ανεκδιήγητο Τουσκ να ισχυρίζεται ότι η έξοδος θα φέρει το τέλος του Δυτικού Πολιτικού Πολιτισμού (!), η αντίδραση άρχισε να παίρνει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Εξαπλώθηκε η αίσθηση ότι πρέπει να «πάρουμε τη χώρα μας πίσω».  

ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΕΡΔΗ ΣΤΗΝ ΑΚΡΑΙΑ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΕΞΙΑ  

Δυστυχώς ο κερδισμένος από τη λαϊκή αγανάκτηση είναι η σκληρή δεξιά πτέρυγα του Συντηρητικού Κόμματος, υπό την ηγεσία του Μπόρις Τζόνσον και του Μάικλ Γκόουβ, όπως και το ακροδεξιό κομμάτι του πολιτικού φάσματος, υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ. Απαιτώντας ελέγχους για το «πρόβληματης μετανάστευσης», ισχυριζόμενοι ότι η έξοδος θα φέρει οικονομική ανάπτυξη και απορρίπτοντας τη «γραφειοκρατία των Βρυξελλών» έχουν αναδειχθεί σε εκφραστές της λαϊκής αντίδρασης.  

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το στρατόπεδο του Brexit είναι ακραία νεοφιλελεύθερο. Το πρόγραμμά του είναι να περιορίσει κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα, να επιβάλλει περαιτέρωαπορρύθμιση των αγορών και παράλληλα να ενισχύσει το εθνικό κράτος. Πρόκειται για μια λαϊκή Δεξιά με σύγχρονα βρετανικά χαρακτηριστικά. Η πραγματική κοινωνική της στήριξη πηγάζει από τομειοψηφικό τμήμα των εχόντων και κατεχόντων που επιδιώκουν την έξοδο για να εμπορευτούν περισσότερο με χώρες εκτός ΕΕ και να περιορίσουν κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα. Πηγάζει επίσης από τα μικρομεσαία στρώματα που νομίζουν ότι η απάντηση στην οικονομική δυστοκία των τελευταίων χρόνων είναι μια συντηρητική εθνική πολιτική.  

Ακριβώς για τους λόγους αυτούς τα οργανωμένα συνδικάτα – τα οποία στη Βρετανία είναι αυθεντικοί εκφραστές του εργατικού στοιχείου – έχουν τοποθετηθεί στη μεγάλη τους πλειοψηφία κατά του Brexit. Πιστεύουν ότι εκτός ΕΕ και με κυβέρνηση των σκληρών Συντηρητικών το νομικό καθεστώς της απασχόλησης, των μισθολογικών συμβάσεων και των συνθηκών εργασίας θα τεθεί υπό ευθεία απειλή.  

Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

Πρόκειται για μια εξαιρετικά προβληματική πολιτική εξέλιξη: η σκληρή Δεξιά καρπώνεται τηδικαιολογημένη αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων και γίνεται εκφραστής της απόρριψης της ΕΕ. Η κύρια ευθύνη ανήκει στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο ιστορικά είχε μια ισχυρότατη αριστερή πτέρυγαπου ήταν κατά της ΕΕ. Η κυριαρχία του Θατσερισμού και ιδίως η περίοδος του Τόνι Μπλερ εκμηδένισαν αυτή την παράδοση. Η ξαφνική αναρρίχηση του Τζέρεμι Κόρμπυν στην ηγεσία, εκφράζοντας ακριβώς την λαϊκή απογοήτευση για την κατάσταση της χώρας, έφερε εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη στο Εργατικό Κόμμα με έντονα κριτική στάση προς την ΕΕ. Επανεμφανίστηκε μια αριστερή πτέρυγα κυριολεκτικά από το τίποτε. Αν ο Κόρμπυν είχε προσφέρει μια αυθεντικά ριζοσπαστική πρόταση στη χώρα, με ξεκάθαρα κριτική θέση προς την ΕΕ, η πολιτική κατάσταση της Βρετανίας σήμερα θα ήταν πολύ διαφορετική.  

Δυστυχώς ο Κόρμπυν τοποθετήθηκε αμέσως υπέρ του Remain, πιστεύοντας ότι το αποτέλεσμα ήτανπροδιαγεγραμμένο και νομίζοντας ότι θα εκμεταλλευόταν την εμφύλια διαμάχη των Συντηρητικών. Το Εργατικό Κόμμα διακίνησε ακόμη και ασυνάρτητες πολιτικές φιλολογίες – ελληνικής κοπής – περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» νομίζοντας ότι έτσι καλύπτει τα νώτα του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα δεδομένου ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεν θέλει καν να ακούσει για την ΕΕ.  

Η ΕΕ, Η ΟΝΕ ΚΑΙ Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΕΞΟΔΟΣ  

Είναι περιττό να ειπωθεί ότι το βρετανικό δημοψήφισμα είναι καθοριστικό για το μέλλον της ΕΕ. Ιστορικά η Βρετανία πάντα λειτούργησε ως «εξωτερικός» παράγων στην Ευρώπη, το ψύχραιμο θαλάσσιο αντίβαρο στις φαντασιώσεις των ηπειρωτικών δυνάμεων.  

Η απορριπτική στάση του βρετανικού λαού και μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης του προς την ΕΕ φέρει βαθύτατο συμβολισμό, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρτης ένταξης το 1973. Επιβεβαιώνει την αποτυχία της ΕΕ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Όποιος ακούει τη φωνή της ιστορίας αντιλαμβάνεται ότι η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης τελείωσε.  

Ο κύριος παράγων της αποτυχίας της ΕΕ είναι φυσικά ο ζουρλομανδύας του ευρώ. Η Βρετανία για καλή της τύχη δεν ανήκει στην ΟΝΕ, αλλά ο βρετανικός λαός παρακολούθησε στενά την επιβολή αυταρχικής λιτότητας μετά το 2010 στην Ελλάδα και αλλού, όπως και την παράκαμψη τηςδημοκρατίας. Δεν έχει ψευδαισθήσεις για τις επιπτώσεις που έχει η απώλεια κυριαρχίας στην οικονομία και την κοινωνία του. Βλέπει ότι το κοινό νόμισμα υπέσκαψε την αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς στον Μεταπόλεμο.  

Η ΟΝΕ είναι πλέον η σπονδυλική στήλη της ΕΕ, το σημείο αναφοράς των θεσμικών μηχανισμών και το υπόβαθρο της οικονομικής πολιτικής. Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν έχει προβλεφθεί θεσμικά και θα απαιτούσε άμεσα μέτρα παρέμβασης για να στηριχτούν οι τράπεζες και η ρευστότητα της οικονομίας. Παράλληλα, αν μια χώρα φύγει από την ΟΝΕ, το σύστημα θα απειληθεί με βίαιη ρήξη. Απεναντίας, η έξοδος από την ΕΕ προβλέπεται νομικά και δεν θα απαιτούσε επείγοντα μέτρα οικονομικήςπαρέμβασης. Θα άνοιγε όμως μια διαδικασία διαπραγμάτευσης των διακρατικών συνθηκών για τοεμπόριο, τις επενδύσεις, την ελεύθερη διακίνηση της εργασίας. Μια αποχώρηση από την ΕΕ δεν θα έφερνε βίαιη ρήξη στην Ένωση, αλλά θα επιτάχυνε τη διαδικασία αποσύνθεσης.  

Μια νίκη του Remain θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανασάνει πιστεύοντας ότι κέρδισε χρόνο. Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα θα αλλάξουν δεδομένου ότι η ΟΝΕ θα παραμείνει απαράλλακτη και η Γερμανία, όπου λαμβάνονται οι πραγματικές αποφάσεις, δεν πρόκειται να αλλάξει πολιτική. Οι πιέσεις αποσύνθεσης της ΕΕ θα συνεχιστούν. Στην Βρετανία το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσει το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει επειγόντως να ανανεώσει την πολιτική τουταυτότητα και να βρει το θάρρος να προτείνει ένα πρόγραμμα τομής για τη χώρα σε ευθείασύγκρουση με τη λογική της ΕΕ. Αν το καταφέρει, θα βοηθήσει και την Ευρωπαϊκή Αριστερά να διαμορφώσει μια πραγματικά ριζοσπαστική πρόταση για την Ευρώπη, πέρα από τις φλυαρίες για «εκδημοκρατισμό».  

Μια νίκη του Brexit θα έχει σχετικά περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο, αλλά θα φέρει έντονεςπολιτικές εξελίξεις και στη Βρετανία και στην ΕΕ. Είναι πιθανό ότι στο Συντηρητικό Κόμμα θα κυριαρχήσουν οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, οι οποίοι και θα εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις με τηνΕΕ που θα πάρουν χρόνο. Θα εμφανιστούν νέες πιέσεις για ανεξαρτησία στη Σκοτία, ίσως μάλιστα επιδιώκοντας την είσοδο στην ΕΕ. Το τεράστιο πλήγμα στο πολιτικό σύστημα και στη σταθερότητα του βρετανικού κράτους θα δημιουργήσει νέες απαιτήσεις για το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει να κάνει ρηξικέλευθες προτάσεις για να προσεγγίσει ξανά τα λαϊκά στρώματα.  

Στην ίδια την ΕΕ ο κλυδωνισμός θα είναι τεράστιος επιταχύνοντας τη διαδικασία αποσύνθεσης. Θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου δίνοντας τη δυνατότητα για βαθιές πολιτικές αλλαγές. Είναι βέβαιο ότι η σκληρή Δεξιά θα εμφανιστεί δυναμικά επιδιώκοντας να πάρει το πάνω χέρι, αλλά η μέχρι τώρα αντίδραση των ευρωπαϊκών λαών στην αποτυχία της ΕΕ δείχνει ότι υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις στη Γαλλία κατά της κυβέρνησης Ολάντ δεν υποχωρούν, αλλά αντιθέτως εντείνονται. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια εμφανίστηκε ξανά η οργανωμένη εργατική τάξη, απορρίπτοντας αποφασιστικά τις καταστροφικές πολιτικές της ΕΕ. Η κατεύθυνση που θα πάρει η Ευρώπη, αν φύγει η Βρετανία από την ΕΕ, θα εξαρτηθεί απόλυτα από το τι θα έχει να προτείνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά. Θα εξαρτηθεί επίσης από τις μορφές οργάνωσης καικινητοποίησης του εργατικού και λαϊκού στοιχείου. Υπάρχει κάθε δυνατότητα να απαλλαγεί η Ευρώπη από τη θηλιά που την πνίγει.  



*Πηγή: costaslapavitsas.blogspot.gr

Να διασωθεί η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης

Δευτέρα, 04/04/2016 - 19:00
αναδημοσίευση από το exodospress

του Κώστα Λαπαβίτσα

Κλείνει η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης; Εκεί φαίνεται να οδηγείται η επιχείρηση μετά την αποχώρηση τριών εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, εν όψει του σχεδίου αναδιάρθρωσης που πρότεινε η Τράπεζα Πειραιώς, ο κύριος πιστωτής. Πολύ λογική η αποχώρηση, διότι το σχέδιο θα οδηγήσει την ΕΒΖ σε δραστική συρρίκνωση και ουσιαστικά θα φέρει το τέλος. Δυστυχώς άργησαν να καταλάβουν οι διευθύνοντες που θα πήγαιναν τα πράγματα από τη στιγμή που η Πειραιώς πήρε το πάνω χέρι.

Οι μεγάλες ευθύνες φυσικά ανήκουν στον Υπουργό Ανάπτυξης, Γιώργο Σταθάκη, και στον Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, γιατί έδωσαν στους τραπεζίτες τη δυνατότητα να αποφασίζουν για τον παραγωγικό τομέα. Ο πρώτος κανόνας για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού είναι να κρατιούνται υπό αυστηρό έλεγχο οι τράπεζες. Μπορεί να μιλούν τεχνοκρατικά και να φορούν γραβάτα, αλλά το μόνο που πραγματικά ξέρουν να κάνουν είναι να φροντίζουν τα δάνειά τους.

Η κατάρρευση της ΕΒΖ είναι δείγμα της αποβιομηχάνισης της Ελλάδας τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ο κλάδος πληρώνει την καταστροφική πολιτική για τη ζάχαρη που επέβαλε η ΕΕ τη δεκαετία του 2000, ευνοώντας τις εισαγωγές, συχνά από άλλες χώρες της Ένωσης. Το 2006 η Ελλάδα αποποιήθηκε το 50% της εθνικής ποσόστωσης ζάχαρης, καταδικάζοντας στην ουσία την ΕΒΖ, η οποία ήταν κερδοφόρα μέχρι τότε. Μεγάλη ήταν και η ζημία από την εγκληματική διαχείριση της εταιρείας, με αλόγιστη πολιτική μισθών και κόστους, καθώς και ουκ ολίγη διαφθορά, από σειρά ανθρώπων οι οποίοι θα πρέπει κάποτε να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη.

Το τελικό πλήγμα δόθηκε από την απαράδεκτη και χαριστική απορρόφηση της Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδας από την Τράπεζα Πειραιώς στο πλαίσιο των Μνημονίων το 2011-12. Βρέθηκε η Πειραιώς να είναι ο δανειστής της ΕΒΖ, ενώ τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας τέθηκαν στη διάθεση του Ειδικού Εκκαθαριστή. Μια τράπεζα που ελάχιστη σχέση είχε με την αγροτική ανάπτυξη – για να μη μιλήσουμε για τα άλλα ανομήματά της – άρχισε να παίζει το ρόλο του κέντρου αποφάσεων στον αγροτικό τομέα.

Η ΕΒΖ αντιμετωπίζει μεγάλα δομικά προβλήματα που είναι μεσοπρόθεσμα. Οι άκαρποι διαγωνισμοί για την πώλησή της μετά το 2012 πάγωσαν τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, ενθάρρυναν τη φυγή του ειδικευμένου προσωπικού και άφησαν τις δανειακές υποχρεώσεις να συσσωρεύονται. Η λανθασμένη εμπορική και τιμολογιακή πολιτική προκάλεσε έκρηξη των ανείσπρακτων απαιτήσεων και αδυναμία πληρωμής των τευτλοπαραγωγών. Η μείωση της καλλιέργειας τεύτλων ανέβασε το κόστος παραγωγής ζάχαρης σε απαγορευτικά ύψη. Πολύ φυσιολογικά η επιχείρηση δε μπορούσε να εξασφαλίσει κεφάλαιο κίνησης μέσω τραπεζικού δανεισμού.

Η παρέμβαση της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ την άνοιξη του 2015 ήταν σωτήρια. Παρά τη λυσσαλέα άρνηση της Τράπεζας Πειραιώς να δώσει νέο δάνειο, βρέθηκε χρηματοδότηση 30 εκ από το ταμείο του Ειδικού Εκκαθαριστή, η οποία δεν εμπίπτει στους περιορισμούς της ΕΕ για κρατική επιχορήγηση. Διορίστηκε νέα διοίκηση, πείστηκαν οι τευτλοπαραγωγοί να σπείρουν σε μεγαλύτερη έκταση και διερευνήθηκαν νέες δυνατότητες για τελική επεξεργασία βραζιλιάνικης ζάχαρης που θα έδινε καινούργιο πεδίο στην ΕΒΖ. Κι επειδή στην πολιτική ζωή της Ελλάδας παρεπιδημεί η άγνοια, να ληφθεί υπόψη ότι οι τεχνικές επιδόσεις της ΕΒΖ είναι καλύτερες από αντίστοιχους φορείς της Βραζιλίας, χώρας που έχει μεγάλη παράδοση στη ζάχαρη.

Η παρέμβαση στην ΕΒΖ ήταν ένα από τα ελάχιστα επιτεύγματα της θλιβερής περιόδου της «σκληρής διαπραγμάτευσης», η οποία κατέληξε στην άνευ όρων παράδοση. Για να είχε αποτέλεσμα όμως θα έπρεπε να είχε συνεχιστεί παρέχοντας στην ΕΒΖ μεσοπρόθεσμο περιθώριο δράσης. Θα έπρεπε δηλαδή να είχε υπάρξει θαρραλέα και αποφασιστική κρατική παρουσία, περιορισμός του ρόλου της Τράπεζας Πειραιώς, συνεχής και ανυποχώρητη σύγκρουση με τις απαράδεκτες πολιτικές της ΕΕ για τη ζάχαρη. Όποιος ενδιαφέρεται για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Τα υπόλοιπα είναι κενολογίες υστερόβουλων τραπεζιτών, ή ανερμάτιστων πολιτικών που ψέλνουν τροπάρια «μεταρρυθμίσεων», χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.

Μετά την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου δυστυχώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανέκρουσε πρύμναν. Για μια ακόμη φορά άλλαξε η διοίκηση της ΕΒΖ, χωρίς αιτία και ειρμό, ενώ το σχέδιο αναδιάρθρωσης τέθηκε στη διακριτική ευχέρεια της Πειραιώς. Τα αποτελέσματα φάνηκαν την προηγούμενη εβδομάδα.

Η τράπεζα ενδιαφέρεται πρωτίστως να διασφαλίσει ό,τι μπορεί από τα περίπου 150 εκ που της χρωστάει η ΕΒΖ, τα οποία φυσικά της δόθηκαν ως «δώρο» με την απορρόφηση της ΑΤΕ. Για το σκοπό αυτό απαιτεί μεταβίβαση των αξιοποιήσιμων ακινήτων της ΕΒΖ, καθώς και πώληση των δύο κερδοφόρων θυγατρικών στη Σερβία, συγκεντρώνοντας έτσι περίπου 45-50 εκ. Το υπόλοιπο χρέος θα σπάσει σε δύο κομμάτια. Αν το πρώτο, ύψους 60 εκ και διαρκείας δεκαετίας, εξυπηρετηθεί κανονικά, τότε θα διαγραφεί το δεύτερο, ύψους 40 εκ. Παράλληλα θα πρέπει η ΕΒΖ να περιορίσει δραστικά το λειτουργικό κόστος, πράγμα που σημαίνει βαθιές περικοπές μισθών. Στη βάση αυτή, η γενναιόδωρη Πειραιώς θα διαθέσει δάνειο 12 εκ κι αυτό μάλιστα σε δύο δόσεις: 5,5 εκ αμέσως και τα υπόλοιπα σταδιακά με την πώληση των περιουσιακών στοιχείων.

Η πρόταση της τράπεζας είναι απλώς καταστροφική. Τα χρήματα δεν φτάνουν καν για να πληρωθούν αμέσως οι τευτλοπαραγωγοί που έσπειραν πέρσι. Ούτε λόγος να γίνεται για επαρκές κεφάλαιο κίνησης που θα επέτρεπε στην εταιρεία να κινηθεί με σχετική ευχέρεια. Η δε συρρίκνωση της ΕΒΖ δεν θα φέρει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, αλλά θα κάνει το κόστος παραγωγής απαγορευτικό. Για να έχει προοπτική η εταιρεία θα πρέπει να κάνει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή να διευρύνει την παραγωγή της, ρίχνοντας το κόστος μέσω κλασικών οικονομιών κλίμακος σε ένα καθετοποιημένο αγροτικό και βιομηχανικό σύμπλεγμα.

Το νέο ΔΣ αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, εξ ου και οι παραιτήσεις. Αν κλείσει η ΕΒΖ, θα επακολουθήσει οικονομική και κοινωνική καταιγίδα στον κάμπο της Κεντρικής Μακεδονίας, στην Ορεστιάδα και στη Λάρισα. Το πλήγμα στον βαριά χτυπημένο βιομηχανικό ιστό της Ελλάδας θα είναι ανυπολόγιστο.

Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης έχει κάθε δυνατότητα να επιβιώσει και να πάει μπροστά, αρκεί να της δοθεί μεσοπρόθεσμο περιθώριο ανάπτυξης. Αν αυτό σημαίνει σύγκρουση με τις τράπεζες και την ΕΕ για το καλό της κοινωνίας και της χώρας, τότε ας υπάρξει σύγκρουση. Η Ελλάδα δεν πρέπει να μείνει χωρίς ικανή εγχώρια παραγωγή ζάχαρης. Η ευθύνη θα είναι τεράστια για τον Υπουργό Ανάπτυξης, τον Πρωθυπουργό και όλους τους εμπλεκόμενους.