«Η Γη» με συνοδεία ζωντανής μουσικής στο STUDIO

Δευτέρα, 20/02/2023 - 20:36

 

Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος

Η κορυφαία ταινία του Αλεξάντρ Ντοβζένκο «Η Γη» (Zemlya), που στην Παγκόσμια Έκθεση Βρυξελλών το 1958 ψηφίστηκε από 117 ιστορικούς του κινηματογράφου ως μία από τις 12 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, το Διεθνές Συμπόσιο Κινηματογράφου την χαρακτήρισε ως μία από τις 10 κορυφαίες ταινίες όλων των εποχών, ενώ το 1995 κατέλαβε την 88η θέση ανάμεσα στις 100 καλύτερες ταινίες του αιώνα στο Δημοψήφισμα του Αιώνα του περιοδικού Time Out, θα προβληθεί με συνοδεία ζωντανής μουσικής από τρεις εξαιρετικούς μουσικούς, την Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2023 στο STUDIO.

Πώς να περιγράψει κανείς μέσα από τη μουσική το μεγαλείο της φύσης, την ανθρώπινη δύναμη; Στην πρωτότυπη μουσική του Γιάννη Σφυρή για την ταινία “Earth’’ (1930) το βιολοντσέλο γίνεται ο ήχος της χαράς, του λυγμού, του πόνου, της προσμονής. Το πιάνο και το synthesizer παρατηρούν τη φύση και την καρποφόρα ύπαιθρο. Το παραδοσιακό τραγούδι ενώνει το παρελθόν με το ελπιδοφόρο μέλλον. Η γη θα συνεχίσει να ανθίζει. (θα ακουστούν ζωντανά η mezzo soprano Ιωάννα Βρακατσέλη και η χορωδία «Ambitus» Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης, μαέστρος Κατερίνα Βασιλικού).

Ερμηνεύουν:

πιάνο: Μυρτώ Ακρίβου
synthesizer-samplers: Γιάννης Σφυρής
τσέλο: Βαρβάρα Τσότρα

«Η Γη» με συνοδεία ζωντανής μουσικής στο STUDIO

Σχετικά με την ταινία

Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε την άνοιξη του 1930 στο Χαρκίβ της ΣΣΔ Ουκρανίας, στη διάρκεια μιας τελετής προς τιμή του Ντοβζένκο. Γνώρισε άμεση επιτυχία. Εκείνος που δεν πρόλαβε να γράψει τίποτα ήταν ο Μαγιακόφσκι, που αυτοκτόνησε μια εβδομάδα μετά την προβολή της.

Το πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο της ταινίας: Όταν αποφασίστηκε η σταδιακή συνένωση των μικρών αγροτικών καλλιεργειών, για να γλυτώσουν οι φτωχοί αγρότες από την εκμετάλλευση και τους εκβιασμούς των κουλάκων, που κατείχαν εκτάσεις γης με τσαρικές αποφάσεις, εκείνοι αντέδρασαν με λύσσα: χαλούσαν τις μηχανές, πυρπολούσαν την περιουσία του κολχόζ, σκότωναν ζώα, εμπόδιζαν τη συγκομιδή των σιτηρών. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η αντίδραση στην Ουκρανία, αφενός γιατί η γη της είναι πλούσια και επομένως οι κουλάκοι ζημιώνονταν σημαντικά, αφετέρου γιατί, ιδίως στις περιοχές που συνόρευαν με την Πολωνία, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις είχαν ερείσματα από την εποχή του εμφυλίου. Το Μάιο του 1930 καταγράφηκαν στην Ουκρανία 2.945 ένοπλες επιθέσεις, ενώ δολοφονήθηκαν πάνω από χίλιοι άνθρωποι, επαρχιακά στελέχη και κολχόζνικοι αγρότες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γυρίστηκε η “Γη”, που είναι η τελευταία βωβή ταινία του Ντοβζένκο και πιο βατή, αφηγηματικά, της “Τριλογίας του Πολέμου”. Ο Ντοβζένκο έγραψε το αρχικό σενάριο το 1929, ανταποκρινόμενος στις θεμελιακές αλλαγές που γίνονταν εκείνη την περίοδο, την οποία περιέγραψε ως “μια περίοδο όχι μόνο οικονομικής μεταμόρφωσης, αλλά επίσης και πνευματικής μεταμόρφωσης ολόκληρου του λαού”. Ο χαρακτήρας του παππού που πεθαίνει στην αρχή βασίζεται στον πραγματικό παππού του, τον Συμεών Ταράσοβιτς Ντοβζένκο, ενώ η δολοφονία του Βασίλι σε μια ανάλογη ενός σοβιετικού αντιπροσώπου που έγινε στο χωριό του.

«…Σε όλες μου τις ταινίες υπάρχει αποχωρισμός. Οι ήρωές μου λένε αντίο καθώς ξεκινούν για κάπου μακριά, για μια διαφορετική ζωή, άγνωστη αλλά δελεαστική. Για να μη σπάσει η καρδιά τους λένε αντίο βιαστικά και αδιάφορα, χωρίς να κοιτάξουν πίσω. Εκείνοι που μένουν πίσω κλαίνε. Αυτή ήταν η μητέρα μου. Γεννημένη για να τραγουδάει, πέρασε όλη της ζωή κλαίγοντας και αποχαιρετώντας. Τα ζητήματα της ζωής και του θανάτου επηρέασαν τόσο ζωηρά τη φαντασία μου, όταν ήμουν ακόμη παιδί, ώστε άφησαν το αποτύπωμά τους σε όλη τη δουλειά μου. Έτσι, η εικόνα της μητέρας επισκίαζε τους λιγοστούς άλλους γυναικείους χαρακτήρες στις ταινίες μου. Ο παππούς στη “Γη” είναι ο πραγματικός παππούς μου, ο αείμνηστος Σίμεν Ταράσοβιτς Ντοβζένκο, ένας καλοσυνάτος, τίμιος και ευγενικός έμπορος αλατιού. Όλοι οι παππούδες στις ταινίες μου δημιουργήθηκαν με αγάπη, με πρότυπη εκείνον, με όλη τη ζεστασιά των παιδικών μου αναμνήσεων… Πάντοτε πίστευα πως δεν μπορεί κάποιος να είναι καλλιτέχνης, χωρίς να αγαπά παθιασμένα τη φύση. Αυτό ισχύει και για άλλα επαγγέλματα, ιδιαίτερα σήμερα που πρέπει να ξαναχτίσουμε σχεδόν τα πάντα, ανάμεσά τους και όλες τις πόλεις, όπου για πρώτη φορά οι επιστήμες, και ιδιαίτερα η μηχανική και η αρχιτεκτονική, έχουν την ευκαιρία να υπάρξουν σε αρμονική ένωση με τη φύση, προς όφελος της ανθρωπότητας…»

-Από την “Αυτοβιογραφία” του Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Σύνοψη της ταινίας

Σε μια στέπα της Ουκρανίας, ανάμεσα στην οικογένειά του, ο παππούς Συμεών ζει ειρηνικά τις τελευταίες στιγμές του, κάνοντας αστεία με ένα παλιό του φίλο. Τρώει ένα αχλάδι, δίπλα σε ένα μωρό και μετά ξαπλώνει γαλήνια στη γη και πεθαίνει, ανάμεσα σε μήλα που πέφτουν από τα δέντρα. Οι κουλάκοι της περιοχής, ο Αρκίπ Μπιλόκιν και η οικογένειά του, θρηνούν για την κολεκτιβοποίηση που έρχεται. Ένα από τα μέλη της οικογένειας απειλεί να σκοτώσει το άλογό του, παρά να το δώσει στην κολεκτίβα. Οι γυναίκες ουρλιάζουν, ενώ ο Αρκίπ Μπιλόκιν διαβάζει τι γράφει η εφημερίδα για τους κουλάκους. Ο εγγονός του Συμεών, ο Βασίλι, και η τοπική οργάνωση της Κομσομόλ οργανώνουν μια συνάντηση σπίτι του για να συζητήσουν για την κολεκτιβοποίηση. Ο πατέρας του Βασίλι,ο Οπανάς, αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τις νέες μεθόδους. Ο Βασίλι φέρνει με συνοδεία στο χωριό το πρώτο τρακτέρ. Το νερό του τρακτέρ εξατμίζεται και οι άντρες εφευρίσκουν ένα τρόπο να το αντικαταστήσουν: ουρούν μέσα στο ψυγείο! Οι χωρικοί οργώνουν, σπέρνουν και θερίζουν με τη βοήθεια του Βασίλι που οδηγεί το τρακτέρ. Οι γυναίκες δένουν δεμάτια και οι άντρες λιχνίζουν. Η σκηνή αυτή περιγράφει, με μοντάζ, όλη τη διαδικασία παραγωγής στην κολεκτίβα, από το φύτεμα του σπόρου μέχρι το ψήσιμο του ψωμιού. Έπειτα από τη σκληρή δουλειά της μέρας, οι νεαροί αγρότες συναντούν τις αγαπημένες τους. Μέσα σε μια παράξενη νυχτερινή ομίχλη, η Νατάσα, το κορίτσι του Βασίλι, βρίσκει καταφύγιο στην αγκαλιά του αγαπημένου της. Επιστρέφοντας στο σπίτι του, κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι, ο Βασίλι χορεύει ένα λαϊκό χορό, το χοπάκ. Όμως, φτάνοντας σε ένα σταυροδρόμι, πέφτει σε δολοφονική ενέδρα.Ο πατέρας του αρνείται θρησκευτική τελετή για την κηδεία του γιου του. Οι χωρικοί θάβουν το Βασίλι τραγουδώντας “νέα τραγούδια”, αφού ο νέος δολοφονήθηκε παλεύοντας για μια “νέα ζωή”. Με ένα πολύπλοκο μοντάζ, στη σκηνή της κηδείας παρεμβάλλονται η μητέρα του Βασίλι, που φέρνει στον κόσμο ένα μωρό, ο Κόμα Μπιλόκιν που τρελαίνεται και ομολογεί ότι αυτός σκότωσε το Βασίλι, η Νατάσα, που θρηνεί γυμνή το θάνατο του αγαπημένου της, ο παπάς του χωριού που παρακαλεί το θεό του να τιμωρήσει τους “άπιστους” αγρότες. Η ταινία τελειώνει με μια ομιλία που σηματοδοτεί τη μετάβαση σε μια νέα εποχή και, κλείνοντας ένα κύκλο, με εικόνες από τη φύση και τη γονιμότητα της γης.

«Η Γη» με συνοδεία ζωντανής μουσικής στο STUDIO

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Σενάριο: Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Παίζουν: Στεπάν Σκουράτ, Σεμιόν Σβασένκο, Γιούλια Σόλντσεβα

Φωτογραφία: Ντανιήλ Ντεμουίσκι

Μουσική: Λέβκο Ρεβούτσκι, Βιατσλάβ Οβτσινίκοφ

Παραγωγή: ΕΣΣΔ, (WUFKU), 1930

Διάρκεια: 76΄

Βιογραφία του Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Ο Αλεξάντρ Ντοβζένκο θεωρείται ένας από τους τρεις κορυφαίους σκηνοθέτες του κλασικού σοβιετικού κινηματογράφου, μαζί με τον Σεργκέι Αϊζενστάιν και τον Βσεβολόντ Πουντόβκιν. Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1894, στο χωριουδάκι Βιουνίσε και ήταν αρχικά το έβδομο από δεκατρία παιδιά μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας. Όμως τα μεγαλύτερα αδέλφια του πέθαναν και ο παππούς του θέλησε αυτός τουλάχιστον να μορφωθεί. Έτσι έγινε δάσκαλος και δίδαξε μερικά χρόνια. Ως ανήσυχο πνεύμα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη διδασκαλία και συνέχισε τις σπουδές του στις φυσικές πρώτα και μετά στις εμπορικές επιστήμες. Τα χρόνια 1917-19 πολέμησε ως στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού και στη συνέχεια έγινε γραμματέας του Κόμματος στην περιοχή του Κιέβου.

Φανατικός κομμουνιστής και προσωπικός φίλος του Στάλιν, ο Ντοβζένκο μπήκε στο διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε για μερικά χρόνια στην Πολωνία και στη Γερμανία. Εκεί σπούδασε ζωγραφική δίπλα στον Τζορτζ Γκρος και τον Έριχ Χέκελ και στη συνέχεια δούλεψε ως σκιτσογράφος σε εφημερίδες, ενώ παράλληλα άρχισε να δοκιμάζει τις δυνάμεις του στην πεζογραφία.

Με τον κινηματογράφο ήρθε πρώτη φορά σε επαφή το 1925, ενώ βρισκόταν στην Οδησσό, και έκτοτε του αφιερώθηκε ολοκληρωτικά. Στην αρχή ασχολήθηκε με την κωμωδία, είδος αγαπητό στους σοβιετικούς. Από τις πρώτες του ταινίες ξεχωρίζει η ταινία “Βάσια ο Μεταρρυθμιστής”, σε δικό του σενάριο. Η ταινία που τον καθιέρωσε ήταν η “Σβενιγκόρα” (1928), που αποτέλεσε στη συνέχεια το πρώτο μέρος της λεγόμενης “Τριλογίας του Πολέμου”, μαζί με τις ταινίες “Άρσεναλ-Οπλοστάσιο” (1928-29) και τη”Γη” (1930).

Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρέτησε ως πολεμικός ανταποκριτής στον Κόκκινο Στρατό.

Ο Ντοβζένκο δούλεψε πολλά χρόνια στα Μοσφίλμ Στούντιος , στη Μόσχα, κυρίως ως παραγωγός και σεναριογράφος. Στη διάρκεια της καριέρας του, που κράτησε πάνω από είκοσι χρόνια, σκηνοθέτησε προσωπικά μόνο 7 ταινίες. Τιμήθηκε δύο φορές με το Βραβείο Στάλιν, για τις ταινίες “Χσορς” (1941) και “Μιτσούριν” (1949).

Τα τελευταία του χρόνια είχε στραφεί περισσότερο στη συγγραφή μυθιστορημάτων.

Πέθανε από καρδιακή ανακοπή στις 25 Νοεμβρίου 1956, στο εξοχικό του, στο Περεντελκίνο.

Ο Ντοβζένκο θεωρείται ο κατεξοχήν σκηνοθέτης που στη δεκαετία του ’30 έκανε διεθνώς γνωστό το σοβιετικό κινηματογράφο. Παρότι καθαρά πολιτικές, οι ταινίες του είναι γεμάτες συναίσθημα και συμβολισμούς, που συχνά κυριαρχούν στη γραμμική σεναριακή αφήγηση. Επηρέασε πολλούς σοβιετικούς σκηνοθέτες και υπήρξε μέντορας των νεαρών τότε Λαρίσα Σεπίτκο και Σεργκέι Παρατζάνοφ. Μετά το θάνατό του δόθηκε το όνομά του στα κινηματογραφικά στούντιο του Κιέβου. Η γυναίκα του, Γιούλια Σόλντσεβα, συνέχισε κατά κάποιο τρόπο το έργο του, παράγοντας δικές της ταινίες και ολοκληρώνοντας σχέδια που εκείνος δεν είχε σε εξέλιξη.

Πηγή: ertnews.gr